Το 94% των πολιτών της χώρας θεωρούν τον βιομετρικό έλεγχο ταυτότητας ως τον πιο ασφαλή και εύχρηστο τρόπο σε σχέση με τις παραδοσιακές μεθόδους.
Αυτό προκύπτει ως βασικό συμπέρασμα από σχετική έρευνα της Visa, από την οποία προκύπτουν τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία:
1. Το 68% των καταναλωτών έχουν εγκαταλείψει μια διαδικτυακή αγορά γιατί, για παράδειγμα, ξέχασαν τον κωδικό τους
2. Ο κανονισμός για την Ισχυρή Ταυτοποίηση του Πελάτη (SCA) έχει ως στόχο τη βελτιστοποίηση των μεθόδων αντιμετώπισης της απάτης για τις διαδικτυακές συναλλαγές, με την εφαρμογή του έλεγχου ταυτότητας δύο παραγόντων.
Στην έρευνα της VISA στην Ελλάδα, διαπιστώνεται ότι υπάρχει αυξημένη ζήτηση από τους καταναλωτές για βιομετρικές πληρωμές, καθώς πλέον θεωρούνται πιο ασφαλής τρόπος συναλλαγής σε σύγκριση με τις παραδοσιακές μεθόδους. Το 91% θεωρεί ότι η αναγνώριση δακτυλικού αποτυπώματος είναι η ασφαλέστερη μέθοδος ταυτοποίησης, ακολουθούμενη από τη σάρωση της ίριδας του ματιού. Η ευκολία παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην προτίμηση για βιομετρικές μεθόδους, με το 24% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι έχουν εγκαταλείψει μια διαδικτυακή αγορά γιατί ξέχασαν τον κωδικό πρόσβασης.
Τα βιομετρικά στοιχεία πρόκειται να γίνουν ακόμα περισσότερο δημοφιλή, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες Πληρωμών 2 (PSD2) αναφορικά με την Ισχυρή Ταυτοποίηση του Πελάτη (SCA). Η Ισχυρή Ταυτοποίηση του Πελάτη (SCA), στο πλαίσιο της PSD2, σχεδιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) και επηρεάζει οποιονδήποτε πραγματοποιεί, λαμβάνει ή εξυπηρετεί online πληρωμές σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τέθηκε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο του 2019, ενώ σε σχέση με τις πληρωμές ηλεκτρονικού εμπορίου η SCA θα τεθεί σε ισχύ στην Ευρώπη από τις 31 Δεκεμβρίου 2020.
Στόχος της SCA είναι να μειώσει την απάτη προσθέτοντας επιπλέον επίπεδα ασφαλείας στις διαδικτυακές και ανέπαφες πληρωμές. Απαιτεί από τις τράπεζες να πραγματοποιούν επιπρόσθετους ελέγχους ώστε να διαπιστώσουν την ταυτότητα του κατόχου της κάρτας που πραγματοποιεί μια πληρωμή. Συγκεκριμένα, απαιτεί δύο τρόπους επαλήθευσης από τον καταναλωτή. Η χρήση βιομετρικών στοιχείων – όπως τα δακτυλικά αποτυπώματα, η αναγνώριση φωνής ή προσώπου – είναι ένας γρήγορος, ασφαλής και εύχρηστος τρόπος επιβεβαίωσης μιας πληρωμής. Αυτό συμβαίνει επειδή ο βιομετρικός έλεγχος ταυτότητας- η επαλήθευση του ποιος είναι ο καταναλωτής, μέσω μιας καταχωρισμένης και συνδεδεμένης συσκευής – ικανοποιεί δύο από τους απαιτούμενους παράγοντες, απαντώντας γρήγορα και εύκολα στις απαιτήσεις της SCA. Οι επιχειρήσεις από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να ζητήσουν από τους παρόχους τους να «ενεργοποιήσουν» μια τεχνολογία που ονομάζεται 3D Secure (κατά προτίμηση, εάν υπάρχει, την τελευταία έκδοση – EMV 3D Secure). Η τεχνολογία αυτή ελέγχει τις πληρωμές τη στιγμή που πραγματοποιούνται, για να αξιολογήσει εάν είναι επισφαλείς και αν χρειαστεί, επιτρέπει στην τράπεζα του πελάτη να ζητήσει ταυτοποίηση. Η έρευνα αποκάλυψε ότι οι κάτοχοι καρτών δεν θυμούνται πάντα τους κωδικούς τους όταν πραγματοποιούν αγορές online. Επιπλέον, ανέδειξε πιθανούς κινδύνους ασφαλείας, όπως η κλοπή δεδομένων, ταυτότητας και οι κακόβουλες ενέργειες: το 17% των Ελλήνων που πραγματοποιούν online αγορές, χρησιμοποιούν τον ίδιο κωδικό πρόσβασης για όλους τους λογαριασμούς τους και μόνο το 25% έχει έναν μοναδικό κωδικό πρόσβασης για κάθε λογαριασμό. Το γεγονός αυτό, μπορεί να καταστήσει τον καταναλωτή ευάλωτο σε πολλαπλές επιθέσεις, στην περίπτωση που κάποιος χάκερ προσπαθήσει να ανακαλύψει τον κωδικό πρόσβασής του. Ενώ οι προσωρινοί κωδικοί πρόσβασης είναι μια πιθανή λύση για να ξεπεραστεί η ανάγκη να θυμάται κανείς πολλούς κωδικούς, το 52% των Ελλήνων καταναλωτών εξακολουθούν να ανησυχούν ότι ενδέχεται να κλειδωθούν έξω από το τον λογαριασμό τους- μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες ολοκλήρωσης μιας αγοράς. Αντιθέτως, η χρήση βιομετρικών στοιχείων θεωρείται ταχύτερη (72%) και ευκολότερη (77%) σε σχέση με τη χρήση κωδικού πρόσβασης. Παρά το γεγονός ότι είναι μια πρόσφατη μέθοδος ελέγχου ταυτότητας, πολλά άτομα στην Ελλάδα έχουν ήδη χρησιμοποιήσει κάποια βιομετρική μέθοδο, με το 64% να έχουν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν την αναγνώριση δακτυλικών αποτυπωμάτων.
Ενόψει της εισαγωγής της οδηγίας Ισχυρής Ταυτοποίησης του Πελάτη
(SCA) στην Ελλάδα, η έρευνα της Visa αποκαλύπτει την ανάγκη για τη χρήση βιομετρικών μεθόδων, με το 44% των κατόχων καρτών να επισημαίνουν ως πλεονέκτημα ότι δεν χρειάζεται πλέον να θυμούνται πολλούς κωδικούς πρόσβασης και το 33% ότι τα βιομετρικά στοιχεία είναι αδύνατο να ξεχαστούν ή να χαθούν.
Σύμφωνα με την Ανδριάνα Παππά, Επικεφαλής της Visa για την Ελλάδα «οι εμπορικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο θα πρέπει να είναι πλήρως συμμορφούμενες με το PSD2 έως τον Δεκέμβριο του 2020, και για αυτό είναι σημαντικό να ξεκινήσουν τη μετάβαση νωρίς ώστε να αποφευχθεί τυχόν αναστάτωση στη λειτουργία τους. Οι έμποροι που δεν είναι βέβαιοι ότι είναι έτοιμοι, θα πρέπει να επικοινωνήσουν με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που συνεργάζονται, για να βεβαιωθούν ότι συμμορφώνονται πλήρως και ότι η επιχείρησή τους δεν έχει θιγεί”, όπως καταλήγει η Κυρία Παππά.
Η Visa συνεχίζει να αναπτύσσει και να οδηγεί την αγορά προς πιο προηγμένες λύσεις ελέγχου ταυτότητας, για να καθορίσει το μέλλον της ασφάλειας πληρωμών. Όσο αφορά στον έλεγχο ταυτότητας κλειδί για τους καταναλωτές είναι η επιλογή, καθώς το 89% των Ελλήνων κατόχων καρτών δηλώνουν ότι θέλουν να έχουν τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ πολλαπλών βιομετρικών μεθόδων ελέγχου ταυτότητας. Η Visa διαθέτει την τεχνολογία που υποστηρίζει μια σειρά τέτοιων μεθόδων, επιτρέποντας στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους εμπόρους να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των πελατών τους, συνεχίζοντας ταυτόχρονα να βελτιώνει τα δεδομένα ασφαλείας.