«Το λεν’ οι κούκοι στα βουνά κι οι πέρδικες στα πλάγια, το λεν’ κι οι δημοσκοπικές, ο Αλέξης δεν τραβάει»… Παραλλαγή πασίγνωστου δημώδους άσματος, αλλά τόσο αληθινή, σκληρή και ανελέητη για το μέγα, το δομικό πρόβλημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο επιβεβαιώνουν οι αριθμοί όλων των δημοσκοπήσεων όλων των εταιρειών.
Στον ΣΥΡΙΖΑ η μεγάλη, η χαίουσα πληγή, που δεν επιτρέπει στο κόμμα (και στους περί αυτό) να ορθοποδήσουν, να δουν μια άσπρη μέρα βρε αδερφέ χωρίς να έχει χιονίσει, τους διατηρεί στην πολιτική αφάνεια και καθηλωμένους στην δημοσκοπική στασιμότητα, λέγεται Αλέξης Τσίπρας.
Η προφανής, η δεδομένη, η επιβεβαιωμένη με κάθε πρόσφορο τρόπο, η αναγνωσμένη αδυναμία (προσωπική και πολιτική) του «λαοπρόβλητου ηγέτη του εγχώριου πολακισμού» να διεισδύσει στην κοινωνία των πολιτών και να «πουλήσει» πολιτικό αρχηγιλίκι, να διαμορφώσει, δηλαδή, υπέρ του κοινωνικό και πολιτικό κίνημα, εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχη και χωρίς απάντηση από την Κουμουνδούρου.
Όσο και αν οι τάσεις και οι φράξιες στον ΣΥΡΙΖΑ συνομολογούν, επειδή σε αυτή τη φάση αδυνατούν να διαμορφώσουν εναλλακτική πολιτική πρόταση, στην πολιτική επικυριαρχία του κ. Τσίπρα εντός της νεοκομμουνιστικής αριστεράς, όσο και αν οι διάφορες εκδοχές της εγχώριας σοσιαλιστικής και σοσιαλίζουσας παρακμής ομνύουν στο όνομα του και αντλούν πολιτική νομιμοποίηση «από ένα βλέμμα του» η κοινωνία των πολιτών έχει ήδη καταναλώσει την δήθεν ηγετική προσωπικότητα του κ. Τσίπρα και τον έχει κατατάξει «στα ληγμένα».
Είναι σκληρό, είναι πολιτικά απάνθρωπο, αλλά η κοινωνία, όπως και παιδιά, είναι ανελέητη: ο κ. Τσίπρας έχει καταταγεί ήδη στην χορεία των γραφικών, αντιμετωπίζεται γελοιογραφικά ως αγράμματος, χαρακτηρίζεται ως παντελώς ασυναίσθητος και πολιτικά ανεπαρκής, εμφανίζεται ως αδύναμος να αντιληφθεί και τα στοιχειώδη και παντελώς ανίκανος να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια πολιτική σύγχρονου αριστερού κόμματος.
Όλες οι δημόσιες παρεμβάσεις του, οι προτάσεις που δήθεν καταθέτει, οι προσεγγίσεις των μεγάλων ζητημάτων, οι αναγνώσεις των κορυφαίων επιλογών της χώρας, οι αναλύσεις για το ορατό μέλλον, η πολιτική του ενσυναίσθηση καταγράφονται από ανεπαρκείς έως αστείες, με κάποιες από αυτές γελάνε όλοι οι πικραμένοι, σχεδόν όλες καταναλώνονται από τους πολίτες αμέσως μόλις δημοσιοποιηθούν, την επόμενη μέρα κανείς δεν τις θυμάται.
Είναι τεράστιο το ταλέντο να μιλάς και να μην σε ακούει κανένας, να φωνάζεις και να ενοχλείς, να διαμαρτύρεσαι και να προκαλείς οίκτο, να κινητοποιείσαι και να εισπράττεις χλεύη. Ο κ. Τσίπρας εμφανίζεται στην εγχώρια πολιτική σκηνή ως μια εθνική πολιτική σταθερά αναξιοπιστίας και αφερεγγυότητας, κανένας άλλος πολιτικός αρχηγός, ούτε ο Γιάνης με το ένα νι δεν αντιμετωπίζεται με τέτοια και τόση απαξία.
Ότι στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν αντιληφθεί το μεγάλο τους πρόβλημα είναι και γνωστό και δεδομένο, άλλωστε είναι κοινό μυστικό μεταξύ των ορόφων στην Κουμουνδούρου ότι «το παιδί δεν τραβάει άλλο».
Παραμένουν ανενεργοί και άφωνοι, χωρίς να διατυπώνουν τις λογικές ενστάσεις και χωρίς να θέτουν το πολιτικό πρόβλημα, σε μια ακραία επίδειξη στρουθοκαμηλισμού, επειδή έχουν εγκλωβιστεί πολιτικά από την ακραία ανικανότητα του «ηγέτη», σε μια παρανοϊκή σχέση εξάρτησης από ένα πολιτικά (και κανονικά) αγράμματο, στον οποίο είχαν επενδύσει για να καβαλήσουν το κύμα και να κυβερνήσουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει τις αμαρτίες της πολιτικής του αναλγησίας και αμετροέπειας. Για να μην οδηγηθεί συντεταγμένα σε συνέδριο και πολιτική αυτοκριτική αμέσως μετά τις εκλογές, ώστε να τεθούν τα βασικά πολιτικά ζητήματα, να κατανεμηθούν οι ευθύνες και να αναζητηθεί συντονισμένα πολιτική και προγραμματική διέξοδος, επένδυσε (σε συνθήκες τετραπλής ήττας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη) στην εγγενή αμνησία της ελληνικής κοινωνίας, πίστεψε πως «μπόρα είναι θα περάσει», ξεγελάστηκε από την καθαρά επικοινωνιακή προσέγγιση της νέας κοινωνικής συνθήκης και δεν κατάφερε να αναγνώσει τις βασικές πολιτικές προτεραιότητες των εναντίον του κινημάτων και αντιδράσεων.
«Πολύφερνο» προϊόν αυτής της αβελτηρίας, ίσως και της στοχευμένης αλαλίας «για να μην ανοιχτούν θέματα ενόσω είμαστε κυβέρνηση εν αναμονή», η διαιώνιση του βασικού προβλήματος του χώρου που είναι ο «ηγέτης» παρέα με όλες τις εγγενείς και επίκτητες αδυναμίες του και το γεγονός πως η κοινωνία «τον κατανάλωσε» πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα και τον κατέταξε πίσω από τον «κανένα».
Στον αριστερό στρουθοκαμηλισμό του, σε μια σύγχρονη επίδειξη εσωτερικής σταλινοκρατίας, ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αιχμάλωτος των επιλογών του, πολιτικό αποπαίδι ενός «ηγέτη» που επιβιώνει περιφέροντας με υπερηφάνεια τις αδυναμίες του, τις οποίες όλοι βλέπουν και αποδέχονται, αλλά κανένας δεν τολμάει να φωνάξει «ο βασιλιάς είναι γυμνός».
Αναζητείται «το παιδί» που θα το τολμήσει…