Οι επιδόσεις του τετάρτου τριμήνου, αλλά και το δειλό άνοιγμα της οικονομίας κατά την περυσινή τουριστική περίοδο, οδήγησαν σε ευχάριστη ανατροπή στο σκέλος της ύφεσης, η οποία το 2020, περιορίστηκε στο 8,2%, έναντι αρχικής πρόβλεψης για 10,5%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η ύφεση για το 4ο τρίμηνο του 2020 έφτασε στο 7,9% του ΑΕΠ αρκετά χαμηλότερα από τα διψήφια ποσοστά που είχε υπολογίσει το οικονομικό επιτελείο. Παράλληλα, η Στατιστική Αρχή αναθεώρησε τις προβλέψεις της και για τα τρία προηγούμενα τρίμηνα. Στο τρίτο τρίμηνο η ύφεση ήταν 10,5% έναντι 11,7% της προηγούμενης πρόβλεψης, το δεύτερο τρίμηνο η ύφεση αναθεωρήθηκε στο 13,8% από 14,7%, ενώ για το πρώτο τρίμηνο η οριακή ανάπτυξη διορθώθηκε στο 0,1% από 0,4% στην προηγούμενη πρόβλεψη. Η εξέλιξη αυτή βελτιώνει τη βάση εκκίνησης του 2021 και μειώνει σημαντικά την αρνητική επίδραση της μεταφοράς, από το τέταρτο τρίμηνο του 2020 στο πρώτο τρίμηνο του 2021.
Οι επιδόσεις του τετάρτου τριμήνου ήταν οι εξής:
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 1,6% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2019.
- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 13,4% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2019. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 13,6%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 55,4%.
- Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 9,5% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2019. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 2,0% και οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 30,9%.
Σε σύγκριση με τον 3ο τρίμηνο του 2020 το ΑΕΠ του 4ου τριμήνου σημείωσε αύξηση κατά 2,7% η οποία διαμορφώθηκε κυρίως από την μεγάλη αύξηση κατά 31,8% των εξαγωγών. Η αύξηση αυτή διαμορφώθηκε από την αύξηση κατά 4,9%, στην εξαγωγές αγαθών και κατά 10,3% στις εξαγωγές υπηρεσιών. Θετικά επέδρασαν και οι επενδύσεις οι οποίες αυξήθηκαν κατά 1,0% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 3,6% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 1,2%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 9,9%.
“Η ελληνική οικονομία, αν και κλυδωνίστηκε ισχυρά, άντεξε”, υπογραμμίζει σε δήλωση του ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σχολιάζοντας τα αρχικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία της οικονομίας το 2020. Όπως αναφέρει “η παγκόσμια οικονομία, πριν από περίπου 1 έτος, υπέστη σοκ, εξαιτίας του υγειονομικού αιτίου. Επί 1 χρόνο, βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Η ελληνική οικονομία, αν και κλυδωνίστηκε ισχυρά, άντεξε. Άντεξε μέσα σε συνθήκες πρωτόγνωρων υγειονομικών, κοινωνικών και οικονομικών δυσκολιών. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2020 έκλεισε με ύφεση περίπου στο 8% και το ποσοστό αυτό είναι καλύτερο από τις εκτιμήσεις. Και τούτο λόγω τόσο της αναθεώρησης του προηγούμενου τριμήνου, όσο και της καλής – σχετικά – εικόνας του 4ου τριμήνου. Τέταρτο τρίμηνο που, σε σχέση με το 3ο, φαίνεται μάλλον να παρουσιάζει την καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη. Τα στοιχεία αυτά πιστοποιούν την ορθότητα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Πολιτική που περιλαμβάνει ένα ευρύ πλέγμα μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, τα οποία κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας. Είναι βέβαια γεγονός ότι η ύφεση το 2020 υπήρξε βαθιά, αν και διαμορφώνεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και το 2021, μέχρι σήμερα, είναι μια δύσκολη χρονιά. Οι προκλήσεις πολλές και μεγάλες. Όμως μπορούμε να είμαστε ρεαλιστικά αισιόδοξοι, αφού με τη βοήθεια της επιστήμης χτίζουμε, με ολοένα ταχύτερους ρυθμούς μέσω των εμβολιασμών, “τείχος” προστασίας. Έτσι, η κοινωνική και οικονομική ζωή θα επανέλθει στην κανονικότητα. Σε αυτές τις συνθήκες, με αποτελεσματικές, κοινωνικά ευαίσθητες και δίκαιες οικονομικές πολιτικές, καθώς και την επικείμενη έναρξη της εισροής πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα εργαστούμε για να άρουμε, με γρήγορους ρυθμούς, τις συνέπειες της πολύπλευρης κρίσης. Συνεχίζουμε, με πίστη στην προοπτική της πατρίδας, ευθύνη έναντι όλων των πολιτών, σχέδιο, σκληρή δουλειά, ψυχραιμία και δικαιοσύνη. Έτσι ώστε όλοι μαζί, Κράτος, Πολίτες και Επιχειρήσεις, να ανακάμψουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται, και να θέσουμε τις βάσεις για υψηλή, διατηρήσιμη, έξυπνη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη”.