Δημοσίως η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει ότι επιδιώκει την προσέλκυση επενδύσεων, όμως η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει μία διαφορετική εικόνα, αναφέρει το Reuters σε ρεπορτάζ του σχετικά με τα εμπόδια που συναντούν οι τουριστικές επενδύσεις στη χώρα μας.
Η ανάκαμψη της Ελλάδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ξένες επενδύσεις. Πριν από επτά χρόνια η χώρα ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων με σκοπό να αντλήσει 50 δισ. ευρώ. Έως σήμερα έχει συγκεντρώσει μόλις 4,4 δισ. και οι επικριτές της κυβέρνησης αναφέρουν ότι η υπερβολική γραφειοκρατεία είναι ένας σημαντικός λόγος για αυτή την πολύ χαμηλή επίδοση, αναφέρει το newmoney.
Από την πλευρά τους οι απογοητευμένοι επενδυτές αναφέρουν ότι η Ελλάδα δαγκώνει το χέρι που την ταΐζει, ωστόσο πολλοί Έλληνες νιώθουν υποχρεωμένοι να προστατεύσουν την πολιτιστική κληρονομιά τους και ορισμένες από τις πιο όμορφες ακτές της Ευρώπης από την υπερβολική ανάπτυξη τουριστικών επενδύσεων, ανεξάρτητα από το πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη να συγκεντρωθούν χρήματα.
Ως ενδεικτικά παραδείγματα το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο, αναφέρει τα επενδυτικά σχέδια που έχει ο ομογενής Μάικ Αγγελιάδης και την επένδυση της Lamda στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού.
Ειδικότερα, ο Μάικ Αγγελίδης, ο οποίος ασχολείται στη Νέα Υόρκη με την ανάπτυξη ακινήτων, προσπαθεί επί 25 χρόνια να κατασκευάσει ένα γήπεδο γκολφ στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Ρόδο. Πριν από τρία χρόνια κέρδισε σε έναν κρατικό διαγωνισμό για την ανάπτυξη ενός παραθαλάσσιου ακινήτου στο νησί, ωστόσο σύντομα θα ερχόταν αντιμέτωπος με ένα σημαντικό εμπόδιο.
“Ο τότε υπουργός Πολιτισμού χαρακτήρισε όλη την περιοχή ως αρχαιολογικό χώρο” δήλωσε ο κ. Αγγελίδης στο Reuters. Τώρα το σχέδιο της επένδυσης ύψους έως 400 εκατ. ευρώ έχει “παγώσει”. “Εξακολουθούμε να περιμένουμε μία απάντηση από το υπουργείο για το τι σκοπεύουν να κάνουν”.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Αγγελίδης που μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1960, είναι μεταξύ μίας σειράς ξένων επενδυτών που είναι έτοιμοι να επενδύσουν μεγάλα ποσά σε μία χώρα που βγαίνει από την κρίση, αλλά αναρωτιούνται αν είναι πραγματικά ευπρόσδεκτοι.
“Υπάρχουν μερικοί που θεωρούν ότι οι αρχαιότητες είναι ένας σωρός από πέτρες και πως δεν τις χρειαζόμαστε” λέει στο Reuters ο Θεόδωρος Δρίτσας, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. “Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν συμμερίζονται αυτή την άποψη”.
Η περίπτωση του Ελληνικού
Ειδική μνεία γίνεται και στστην περίπτωση του Ελληνικού. Όπως αναφέρει συγκεκριμένα το πρακτορείο, τα τελευταία 16 χρόνια οι εγκαταστάσεις του Ελληνικού έχουν μείνει αναξιοποίητες, εγκαταλειμμένες σε μια έκταση που είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από το μέγεθος του Μονακό.
Έχοντας τη στήριξη επενδυτών από την Κίνα και χώρες του Κόλπου, η Lamda πρότεινε ένα σχέδιο ύψους 8 δισ. ευρώ για την ανέγερση ενός από τα μεγαλύτερα παραθαλάσσια θέρετρα στην Ευρώπη που θα κάλυπτε 1.532 στρέμματα. Το εν λόγω σχέδιο θα άλλαζε τα δεδομένα για την Ελλάδα, φέρνοντας εκατοντάδες χιλιάδες τουριστών και δημιουργώντας 75.000 θέσεις εργασίας σε μια χώρα όπου η ανεργία εξακολουθεί να ξεπερνάει το 20%, παρατηρεί το δημοσίευμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, τήρησε σθεναρά αντίθετη στάση στη χορήγηση μίσθωσης 99 ετών σε κρατική ιδιοκτησία, θέλοντας να μετατρέψει την περιοχή σε δημόσιο πάρκο. Αφ’ ότου ανέλαβε την εξουσία το 2015, αναγκάστηκε να επιμείνει στην ιδεολογική αυτή απόρριψη της ιδιωτικοποίησης, αλλά εν τέλει συνθηκολόγησε, στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος διάσωσης για την Ελλάδα.
Ωστόσο, τα προβλήματα δεν τελείωσαν εκεί: Οι ελληνικές Αρχές καθυστέρησαν τις αποφάσεις σχετικά με το εάν τμήματα των παλαιών κτιρίων του αεροδρομίου θα έπρεπε να χαρακτηριστούν ως ιστορικά και ως προς τις ενέργειες που θα έπρεπε να ακολουθήσουν στην περίπτωση εύρεσης αρχαιοτήτων στην περιοχή. Στη συνέχεια, το Δασαρχείο χαρακτήρισε μια έκταση ως προστατευόμενη δασική έκταση.
Η κοινοπραξία της Lamda που περιλαμβάνει την Fosun και την Eagle Hills, ήλπιζε και πάλι ότι θα μπορούσε να ξεκινήσει τις εργασίες τον Ιούνιο. Εντούτοις, όλα τα παραπάνω θέματα καθυστέρησαν την υποβολή του σχεδίου και την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης αδειών, όπως είπε εκπρόσωπος της Lamda στο Reuters.
Σύμφωνα μάλιστα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Lamda, κ. Οδυσσέα Αθανασίου, η διαδικασία αναμένεται να διαρκέσει περίπου εννέα μήνες, με αποτέλεσμα η εταιρεία να μην μπορεί να “πατήσει το πόδι της” στην περιοχή πριν από τον Απρίλιο του επόμενου έτους.