Οι άμεσοι κλυδωνισμοί που προκάλεσε η απόφαση των Βρετανών να εγκαταλείψουν την Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιούνιο έχουν απορροφηθεί από τον κλάδο επενδύσεων ακινήτων του Ηνωμένου Βασιλείου και μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην υπόλοιπη Ευρώπη. Τα παραπάνω επεσήμαναν οι ομιλητές του EMEA Real Estate Conference που διοργάνωσε η PwC στη Ρώμη με τη συμμετοχή επαγγελματιών και επενδυτών στον κλάδο ακινήτων.
Μπορεί να χρειαστεί να περάσουν μήνες ή ακόμη και χρόνια για να φανούν οι μακροχρόνιες οικονομικές επιπτώσεις του Brexit και οι γεωγραφικές ανακατατάξεις που θα επιφέρει, ωστόσο ήδη οι επενδυτές ακινήτων έχουν υιοθετήσει μια πιο επιφυλακτική στάση. «Η διάθεση ανάληψης κινδύνων έχει υποχωρήσει φέτος με τους επενδυτές να επιστρέφουν σε περιοχές που θεωρούν ασφαλείς», σημειώνει ο Angus Johnston, επικεφαλής Φορολογίας Ακινήτων της PwC UK.
Ο ευρωπαϊκός κλάδος ακινήτων επηρεάζεται από μια σειρά παγκόσμιων αλλαγών, όπως η γεωγραφική μετατόπιση της οικονομικής δυναμικής από τις ώριμες οικονομίες στις δυο πλευρές του Βόρειου Ατλαντικού, προς τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και κυρίως της Ασίας, με τους ταχέως αστικοποιούμενους πληθυσμούς να κρατούν τα ηνία της ανάπτυξης στις μεγαλουπόλεις, από το Μεξικό ως τη Σαγκάη.
Στην Ελλάδα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη και την εξέλιξη της αγοράς κατοικίας είναι λιγότερο αισιόδοξες και οδηγούνται κυρίως από τις δομικές συνέπειες της παρατεταμένης κρίσης.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη της PwC για την ελληνική αγορά κατοικίας, ο κλάδος θα ανακάμψει μακροπρόθεσμα, βραδύτερα από την ελληνική οικονομία. Η πτώση του κατά κεφαλή ΑΕΠ, η συρρίκνωση της στεγαστικής πίστης και η αύξηση της φορολογίας η οποία παρέσυρε τις επενδύσεις και τις τιμές κατοικιών είναι οι κύριοι παράγοντες που συνέβαλαν στο να χαθούν περίπου 18 δισ. ευρώ, ή 8,2% του σημερινού ΑΕΠ, επενδύσεων σε κατασκευές μεταξύ 2008-2015.
Η ελληνική αγορά κατοικιών αποτελεί πλέον “outlier” των ευρωπαϊκών αγορών, παρουσιάζοντας συρρίκνωση 41% των τιμών κατοικιών συνολικά μεταξύ 2008-2015, μείωση του όγκου συναλλαγών κατά 72% συνολικά μεταξύ 2008-2014, ενώ η φορολογία στα ακίνητα αυξήθηκε κατά περίπου 6 φορές (3 δισ. ευρώ) στην πενταετία 2010-2015, επηρεάζοντας ακόμη περισσότερο τις αρνητικές αποδόσεις.
Η μείωση της υπερπροσφοράς κατοικιών, η σταδιακή μείωση της φορολογίας των ακινήτων, η διευκόλυνση των αγοραπωλησιών καθώς και η δημιουργία ενός μηχανισμού συγκέντρωσης δικαιωμάτων ιδιοκτησίας «Τράπεζα Γης», είναι οι βασικοί παράγοντες που θα μπορούσαν να συνδράμουν στην επαναφορά της αγοράς κατοικίας στην Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης.