Όλο και πιο πολύ ένα σχετικά ύπουλο ακροδεξιό κίνημα κερδίζει έδαφος στην Ελλάδα και προσβλέπει να αποκτήσει ισχυρά λαϊκά ερείσματα μετά την πανδημία
Η κύρια διαφορά τους από ακροαριστερούς πολιτικούς σχηματισμούς είναι η ρητορική τους κατά της μετανάστευσης και κατά του Ισλάμ
Τόσον η ακροδεξιά, όσον και η ακροαριστερά, παίζουν κατά κόρον, όπως και στο παρελθόν, με ένα σημαντικό ανθρώπινο συναίσθημα, που είναι αυτό του μηδενισμού
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Αγία Πετρούπολη, 22 Μαρτίου 2015. Πάνω από 600 εκπρόσωποι 20 ευρωπαϊκών ακροδεξιών κομμάτων φιλοξενούνται από τον Βλαδίμηρο Πούτιν σε μια σημαντική εκδήλωση, στην οποία δεσπόζουν αντιευρωπαϊκά και αντιδυτικά συνθήματα.
Τον πρώτο λόγο στην εκδήλωση τον έχουν Γάλλοι, Ιταλοί, Βούλγαροι, Αυστριακοί, Πολωνοί και Ούγγροι, τα κόμματα των οποίων ακολουθούν ανοδική πορεία.
Στην εκδήλωση αυτή, όπως λένε οι πηγές μας, η Ελλάδα δεν είχε επίσημο εκπρόσωπο, αλλά ήταν παρούσα μέσω ενός Έλληνα Ευρωβουλευτή της Χρυσής Αυγής και ενός γνωστού λαϊκιστή δημοσιογράφου.
Εκείνη την περίοδο, οι Ρώσοι ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικοί απέναντι στην ελληνική ακροδεξιά, πρώτον, γιατί Γάλλοι και Ιταλοί τη θεωρούσαν πολύ ακραία σε αντισημιτισμό και βία, γι’ αυτό και δεν την είχαν δεχτεί στην ευρωκοινοβουλευτική ομάδα τους, και δεύτερον, περίμεναν να δουν ποια πολιτική θα ακολουθούσε ο Αλέξης Τσίπρας, νεοεκλεγμένος πρωθυπουργός, έναντι της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Επίσης, ο Βλαδίμηρος Πούτιν, μέσω του εθνικιστή μυστικοσυμβούλου του Αλέξανδρου Ντούγκιν, γνώριζε τις σχέσεις του τελευταίου με τον τότε Έλληνα ΥΠΕΞ Νίκο Κοτζιά και είχε κάθε λόγο να περιμένει τις εξελίξεις. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία μελετά και τις εξελίξεις στην Τουρκία, στην οποίαν έβλεπε να εκκολάπτεται ένα αγκάθι για τη Δύση, την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ.
Αυτό του ισλαμιστή Ταγίπ Ερντογάν και της ευρωασιατικής ρητορικής του.
Υπό αυτήν την έννοια, εξάλλου, τα τελευταία χρόνια, οι Ρώσοι δεν είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να στηρίξουν ελληνικά ακροδεξιά μορφώματα, τα οποία τα θεωρούν ευκαιριακά και σε μεγάλο βαθμό αφερέγγυα. Γνωρίζουν δηλαδή ότι οι εκπροσωποί τους επιδιώκουν «αρπαχτές» και όχι κάτι πιο ουσιαστικό.
Στη σημερινή φάση της πανδημίας, όμως, επανεξετάζουν τις θέσεις τους, γιατί περιμένουν ότι η Covid-19 θα προκαλέσει άξιες λόγου ανακατατάξεις στις δυτικές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ανακατατάξεις, που από μόνες τους θα τροφοδοτήσουν διαφοροποιημένες κρίσεις ικανές να αξιοποιηθούν από τη ρωσική προπαγάνδα.
Στο πλαίσιο αυτό, ως φαίνεται, κάποιοι Έλληνες επανέρχονται στην επιφάνεια με παλαιές προθέσεις δημιουργίας πατριωτικοεθνικιστικών σχημάτων, τα οποία για να θολώσουν τα νερά θα έχουν και φιλελεύθερο οικονομικό πρόσημο. Πρόκειται για δοκιμασμένα- σε χώρες όπως η Ολλανδία, η Δανία και οι Βαλτικές χώρες- σχήματα, τα οποία, προβάλλοντας φιλελεύθερες οικονομικές απόψεις, επιδιώκουν τον κατακερματισμό και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο αυτών των πρωτοβουλιών είναι ότι αυτοί οι πολιτικοί σχηματισμοί, με κάποιες παραλλαγές, ομιλούν μια χυδαία μαρξιστική – λενινιστική γλώσσα και χρησιμοποιούν παλαιά επιχειρήματα ευρωπαϊκών Κομμουνιστικών Κομμάτων της δεκαετίας του 1950.
Η κύρια διαφορά τους από ακροαριστερούς πολιτικούς σχηματισμούς είναι η ρητορική τους κατά της μετανάστευσης και κατά του Ισλάμ. Εντελώς παραπλανητικά, επίσης, τα περισσότερα ακροδεξιά ευρωπαϊκά κόμματα, παρά το γεγονός ότι ζητούν περισσότερο και ισχυρότερο κράτος, τάσσονται κατά της υπερφορολόγησης και της «κρατικής σπατάλης».
Παράλληλα, όμως, στη σημερινή ψηφιακή εποχή μας, όπου από επικοινωνιακής πλευράς είναι σχεδόν απόλυτη η κυριαρχία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τόσον η ακροδεξιά, όσον και η ακροαριστερά, παίζουν κατά κόρον, όπως και στο παρελθόν, με ένα σημαντικό ανθρώπινο συναίσθημα, που είναι αυτό του μηδενισμού.
«Ο μηδενισμός», είχε γράψει ο Αλμπέρ Καμύ στον “Επαναστατημένο Άνθρωπο”, «δεν έγκειται στο να μην πιστεύει κάποιος σε τίποτα, αλλά το να πιστεύει σε εκείνο που δεν υπάρχει». Πρόκειται δηλαδή για μια συνειδητή άρνηση της πραγματικότητας, η οποία, αν μεταβληθεί σε πολιτική δύναμη, μπορεί να γίνει ισχυρό εργαλείο εξουσίας. Ασχέτως βέβαια των όποιων καταστροφικών συνεπειών.
Στη βάση αυτής της λογικής, η εθνικιστική δεξιά, όπως και το 2015, είναι εκ νέου έτοιμη να συμπράξει με την ασυνάρτητη τσιπρική αριστερά, για να επανέλθει στην εξουσία.
Περιμένει δε πώς και πώς να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια και τα αδιέξοδα, που στον οικονομικό χώρο δημιουργεί η πανδημία, η οποία, πέρα από επίσημες οικονομικές λειτουργίες, πλήττει κατά κύριο λόγο στη χώρα τις μεταπρατικές και παραοικονομικές δραστηριότητες.
Με άλλα λόγια, ο μηδενισμός και το κορυφαίο συστατικό του, η συνωμοσιολογία, έχουν απέναντί τους πεδίον δόξης λαμπρόν, το οποίον και αξιοποιούν συστηματικά με τη γνωστή τους υπεραπλούστευση.
Αποκαλυπτική από την οπτική αυτή είναι η αρθρογραφία των εντύπων και ιστοτόπων που στηρίζουν την όλη προσπάθεια και τους δυνητικούς χρηματοδότες τους.
Στα έντυπα έτσι χρεοκοπημένου εκδοτικού Ομίλου καθημερινά καταβάλλεται προσπάθεια αμαυρώσεως της εικόνας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, του ΚΙΝΑΛ και κάθε πολιτικού που έχει σχέση με τον εκσυγχρονιστικό πολιτικό χώρο.
Εντυπωσιακά είναι επίσης τα ανοίγματα του χώρου προς τη Ρωσία, με ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα της Ουκρανίας. Ενώ, λοιπόν, τα έντυπα του χώρου ήσαν σκοπίμως κατά του εμβολιασμού, ξαφνικά άρχισαν να στηρίζουν το ρωσικό εμβόλιο Sputnik, ως ιδιαίτερα θαυματουργό.
Παράλληλα δε, σε γεωπολιτικό επίπεδο… υιοθετούν τη ρητορική της γαλλικής ακροδεξιάς, η οποία σήμερα, μεταξύ άλλων, επιδιώκει και τη σύγκρουση με την Τουρκία στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Με μια τέτοια σύγκρουση, η ακροδεξιά, (όπως και η άκρα αριστερά εξάλλου), πιστεύει ότι μπορεί να σταματήσει την ιστορική επέκταση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και να ανατρέψει στην Ευρώπη την οποία ολοκλήρωσή της. Στην ουσία, απώτερος στόχος της είναι ο περιορισμός της δημοκρατικής συνείδησης. Και αυτό από μόνο του λέει πολλά.
* Δημοσιεύτηκε στο “Καρφί”