“Κλειδιά” για την απαλλαγή απο τα τεκμήρια διαβίωσης για το 2020, αποτελούν η διατήρηση τους στα ίδια επίπεδα κατά τα δύο προηγούμενα φορολογικά έτη, καθώς και η πλήρης αντιστοίχιση του ποσού που διέθεσε ο φορολογούμενος για να αποκτήσει κάποιο περιουσιακό κριτήριο.
Αυτά ορίζονται στην τροπολογία του υπουργείου Οικονομικών που κατατέθηκε στη Βουλή και με την οποία εισάγεται ειδική ρύθμιση για το φορολογικό έτος 2020, ως προς τον εναλλακτικό τρόπο υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας, για συγκεκριμένες κατηγορίες φορολογουμένων, των οποίων τα εισοδήματα επλήγησαν εντός του 2020 από την πανδημία του COVID-19.
Η προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζει την δικαιότερη και πιο ορθολογική φορολόγηση των φορολογουμένων που ανεξαρτήτως χρονικού διαστήματος εντός του 2020 επλήγησαν από την πανδημία του COVID-19 λόγω της μείωσης των εισοδημάτων τους, είτε γιατί η ατομική τους επιχειρηματική δραστηριότητα χαρακτηρίσθηκε ως πληττόμενη ή ανεστάλη η λειτουργία της βάσει κανονιστικών πράξεων της διοίκησης, είτε επειδή ανεστάλη η σύμβαση εργασίας τους ή σύμβαση ναυτολόγησής τους σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις ή εντάχθηκαν στον μηχανισμό ενίσχυσης «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», όπως τα πρόσωπα αυτά θα αποσταλούν στη Φορολογική Διοίκηση από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Η ρύθμιση καταλαμβάνει και τους ιδιοκτήτες ακινήτων, οι οποίοι έλαβαν μειωμένο μίσθωμα εντός του 2020 για το οποίο έχει υποβληθεί έστω και μία εγκεκριμένη δήλωση COVID-19 κατόπιν σχετικής επεξεργασίας από την ΑΑΔΕ, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4753/2020 (Α1 227) και τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 (Α’ 104), όπως ισχύουν μετά και την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4758/2020 (Α’ 242). Η στήριξη των φορολογουμένων αυτών κρίνεται επιβεβλημένη ώστε να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή και να επιτευχθεί η εκ νέου επανεκκίνηση της οικονομίας, μέσω της επιεικέστερης αντιμετώπισης των τεκμηρίων.
Με το άρθρο 7 της τροπολογίας, ορίζεται η προσθήκη της παραγράφου 70 στον άρθρο 72 του Νόμου 4172/2013, σύμφωνα με την οποία:
“Ειδικά για το φορολογικό έτος 2020, για τα φυσικά πρόσωπα:
(i) τα οποία ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία βάσει κανονιστικών πράξεων της διοίκησης, εντός του 2020 χαρακτηρίστηκε ως πληττόμενη, λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COV1D-19 ή ανεστάλη η λειτουργία της, ανεξαρτήτως χρονικού διαστήματος αναστολής,
(ii) των οποίων η σύμβαση εργασίας ανεστάλη για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του έτους 2020 λόγω των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID -19, σύμφωνα με το άρθρο δέκατο τρίτο της από 14.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 64), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), το άρθρο 11 της από 20.3.3020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83) και το άρθρο 68 του ν. 4756/2020 (Α’ 235),
(iii) των οποίων η σύμβαση ναυτολόγησης ανεστάλη κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε διαστήματος εντός του 2020 με βάση το άρθρο εξηκοστό τρίτο της από 30.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 75), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4684/2020 (Α’ 86), όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την από 1.5.2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου {Α’ 90), η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4690/2020 (Α* 104),
(ίν) τα οποία εντάχθηκαν στον μηχανισμό ενίσχυσης «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» ανεξαρτήτως χρονικού διαστήματος εντός του 2020, σύμφωνα με το άρθρο 31 του ν. 4690/2020 και το άρθρο 123 του ν. 4714/2020 (Α’ 148), (ν) τα οποία είναι ιδιοκτήτες ακινήτων, που έλαβαν μειωμένο μίσθωμα εντός του 2020, για το οποίο έχει υποβληθεί έστω και μία εγκεκριμένη δήλωση COVID -19, κατόπιν σχετικής επεξεργασίας από την ΑΑΔΕ, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο της από 20.3.2020 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020, όπως διαμορφώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4753/2020 (Α’ 227) και την παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 (Α’ 104), όπως ισχύουν μετά και την τροποποίησή τους με το άρθρο 54 του ν. 4758/2020 (Α’ 242), όταν προκύπτει διαφορά μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος κατά την παρ. 1 του άρθρου 30, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 31, εφόσον σωρευτικά:
(αα) τουλάχιστον σε ένα από τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν έτυχε εφαρμογής ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32, 33, 34, (ββ) δεν υπήρξε αύξηση των αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών του άρθρου 31 του φορολογικού έτους 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019 και,
(w) σε περίπτωση δαπάνης απόκτησης περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 32, η εν λόνω δαπάνη δικαιολογείται από τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 4172/2013.
β. Μη θιγομένου του άρθρου 32, αν το εισόδημα των φορολογούμενων της περ. α’ και για τα δυο προηγούμενα φορολογικά έτη, προσδιορίστηκε κατόπιν εφαρμογής του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας, σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32, 33, 34 και για το φορολογικό έτος 2020 προκύπτει προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, ως δαπάνη του άρθρου 31 για το φορολογικό έτος 2020, λαμβάνεται υπόψη το μικρότερο ποσό αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών του άρθρου 31 μεταξύ των φορολογικών ετών 2018, 2019 και 2020, εφόσον δεν υπήρξε αύξηση των αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών του άρθρου 31 του φορολογικού έτους 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019.
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται ο χρόνος κατά τον οποίο λαμβάνονται υπόψη οι εγκεκριμένες δηλώσεις COVIO – 19, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας”.