Πιο συντηρητική πρόβλεψη για την πορεία της ανάπτυξης φέτος εκφράζει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, καθορίζοντας το ποσοστό στο 6,7%, δηλαδή ελαφρά χαμηλότερα από τις αναθεωρημένες προβλέψεις της κυβέρνησης.
Στην έκθεση που δημοσιοποίησε ο διεθνής οργανισμός, το 2022 η αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί στο 4,8% και το 2023 στο 2,9%, ενώ το ίδιο έτος, ο προϋπολογισμός θα παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα 1%.
Στην έκθεση με τις προοπτικές του 2022, ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει αφενός τη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας που θα βελτιώσει την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών ενώ το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας αναμένεται να τονώσει τη δραστηριότητα και την παραγωγικότητα μέσω επενδύσεων στην πράσινη μετάβαση, αναβάθμισης ψηφιακών υποδομών και δεξιοτήτων και υποστήριξης των επενδύσεων ιδιωτικών εταιρειών. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει αύξηση των επενδύσεων κατά 14% για φέτος 17,3% το 2022 και 10,2% το 2023. Παράλληλα προβλέπει αύξηση των εξαγωγών κατά 14,2% φέτος, 13% το 2022 και 5,1% το 2023.
Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας ενισχύει την απασχόληση και τις επενδύσεις. Η κρατική στήριξη θα συνεχίσει να ενισχύει τα εισοδήματα και την κατανάλωση μέχρι το 2022, η οποία θα υποστηριχθεί περαιτέρω από αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% στις αρχές του 2022. Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι τα μέτρα στήριξης συνέβαλαν και θα συνεχίσουν να συμβάλλουν στην περαιτέρω ανάκαμψη της απασχόλησης και της κατανάλωσης. Συγκεκριμένα τονίζεται ότι η κυβέρνηση διατήρησε έκτακτα μέτρα στήριξης καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021 ύψους 15,6 δισεκατομμυρίων ευρώ (8,8% του ΑΕΠ του 2021). Αρκετά προσωρινά μέτρα παρατάθηκαν έως το 2022 αλλά περιορίστηκαν σε μέγεθος σε 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Ως απάντηση στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, η κυβέρνηση επέκτεινε τις μεταφορές προς τα νοικοκυριά κατά 500 εκατ. ευρώ. Τα επόμενα χρόνια τα κυβερνητικά μέτρα θα στραφούν προς την υποστήριξη μιας βιώσιμης ανάκαμψης. Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας, “Greece 2.0”, προβλέπει εκταμίευση 0,6 δισεκατομμυρίων ευρώ (0,3% του ΑΕΠ 2021) το 2021, 3,2 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2022 και 3,4 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2023, χρηματοδοτούμενα από επιχορηγήσεις της ΕΕ Next Generation. Τα μέτρα περιλαμβάνουν επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις πολιτικής για τη στήριξη της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης. Ο προϋπολογισμός προβλέπεται να επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 1% του ΑΕΠ έως το 2023, σύμφωνα με τη δημοσιονομική στρατηγική της κυβέρνησης.
Κάνοντας ανασκόπηση για το 2021 η έκθεση σημειώνει ότι από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη είχε ανακάμψει στα υψηλά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση καθώς οι επιχειρήσεις άνοιξαν ξανά. Οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις τον Ιούλιο-Αύγουστο έφτασαν πάνω από το 60% της αιχμής τους το 2019, ενισχύοντας τα εισοδήματα και υποστηρίζοντας την ανάκαμψη της κατανάλωσης και της απασχόλησης. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 9,9% μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου 2021. Σε ό,τι αφορά το θέμα των κόκκινων δανείων ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι οι τράπεζες εκκαθάρισαν το 38% των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2021, μειώνοντας το μερίδιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 20,3%, ωστόσο η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας διατήρησε χαμηλούς ρυθμούς.
Στο θέμα του πληθωρισμού εκτιμά ότι τα υψηλά επίπεδα πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας πιθανότατα θα περιορίσουν την άνοδο του πληθωρισμού. όπως τονίζεται. Μάλιστα υποβαθμίζει και την πρόσφατη άνοδο σημειώνοντας ότι αν και ο ετήσιος ρυθμός του πληθωρισμού ανήλθε στο 3,4% τον Οκτώβριο, σε μεγάλο βαθμό λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας, ενώ ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε μόνο στο 0,2%.
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι η υποστήριξη των επενδύσεων που έρχονται τα επόμενα χρόνια θα απαιτήσει την επίλυση των υπολειπόμενων μη εξυπηρετούμενων δανείων και των φορολογικών πιστώσεων των τραπεζών και τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και της απόδοσης του δημόσιου τομέα. Η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για επενδύσεις με την ολοκλήρωση των προσπαθειών για την αποκατάσταση της υγείας των τραπεζών θα ενισχύσει περαιτέρω τον αντίκτυπο του Ελλάδα 2.0. Η διατήρηση της ανάκαμψης θα απαιτήσει την ενεργοποίηση των εργαζομένων και την αύξηση των δεξιοτήτων των ενηλίκων για την αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας.
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει στους κινδύνους και τον χρόνο κατά τον οποίο θα ελεγχθεί απολύτως και η υγειονομική κρίση. Όπως σημειώνεται, στην Ελλάδα τα ποσοστά νέων μολύνσεων και θανάτων από τον COVID-19 ήταν πάνω από τις περισσότερες άλλες χώρες του ΟΟΣΑ από τον Ιούλιο του 2021, αντανακλώντας τα καθυστερημένα ποσοστά εμβολιασμού, με το 61,5% του πληθυσμού να έχει εμβολιαστεί πλήρως έως τον Οκτώβριο του 2021. Πρόσφατα μέτρα, όπως η απαίτηση να υποβάλλονται σε δοκιμές από μη εμβολιασμένους για πρόσβαση σε μια σειρά από δημόσιες υπηρεσίες, μπορεί να ενθαρρύνει μεγαλύτερους εμβολιασμούς. Σημειώνεται ότι η επιδείνωση της υγειονομικής κατάστασης και οι καθυστερήσεις των επενδύσεων θα έβαζαν σε κίνδυνο την προβλεπόμενη ανάκαμψη.
Όπως τονίζεται οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να ενισχυθούν για να στηρίξουν την ανάπτυξη. Αυτό, μαζί με ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχέδιο, θα συμβάλει στη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Η καλύτερη στόχευση μέτρων στήριξης, όπως οι μειώσεις ορισμένων συντελεστών ΦΠΑ για τομείς όπως η ψυχαγωγία, θα αύξανε τον αντίκτυπό τους. Η επανεστίαση της στήριξης σε ενεργά προγράμματα και κατάρτιση στην αγορά εργασίας, με βάση τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στην επαγγελματική εκπαίδευση και την εφαρμογή σχεδίων για την αύξηση της ικανότητας της δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης και την προώθηση της κατάρτισης, θα βοηθούσε τους εργοδότες να προσλαμβάνουν εργαζομένους με τις απαραίτητες δεξιότητες. Η εφαρμογή μέτρων για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα που ορίζονται στο “Ελλάδα 2.0”, όπως η περαιτέρω πρόοδος στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και την επίτευξη της φιλόδοξης επέκτασης των δημοσίων επενδύσεων. Τέλος, η εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την προσαρμογή και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, που ήδη πλήττει την Ελλάδα, θα είναι επιτακτική για τη διατήρηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.