Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης και ανακαίνισης του πρώην Δημόσιου Καπνεργοστασίου – Βιβλιοθήκη και Τυπογραφείο της Βουλής των Ελλήνων, από τον Οργανισμό ΝΕΟΝ. Το αναμορφωμένο κτίριο θα φιλοξενήσει το Πολιτιστικό Πρόγραμμα Σύγχρονης Τέχνης 2021, από τις 12 Ιουνίου έως το τέλος Δεκεμβρίου 2021.
Οι εργασίες στο κτίριο του πρώην Καπνεργοστασίου πραγματοποιήθηκαν με χρηματοδότηση του ΝΕΟΝ, με σκοπό να αναδειχθεί σε έναν σύγχρονο πολιτιστικό και κοινωνικό χώρο, ανοιχτό σε όλους, που θα αποτελέσει ένα δυναμικό κέντρο συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών.
Από τα συνολικά 19.000 τ.μ. του κτιρίου, μεγάλο μέρος καταλαμβάνει σήμερα η Βιβλιοθήκη και το Τυπογραφείο της Βουλής. Η αναμόρφωση από τον ΝΕΟΝ αφορά στην ισόγεια βόρεια-βορειοδυτική πτέρυγα, το αίθριο και το κτίριο του πρώην τελωνείου, συνολικής επιφάνειας περίπου 6.500 τ.μ., χώροι οι οποίοι μέχρι πρόσφατα παρέμεναν κλειστοί.
Οι παρεμβάσεις στο τμήμα του κτιρίου έχουν στόχο την ολοκλήρωση της επισκευής των χώρων αυτών και τη λειτουργική τους επανεκκίνηση. Εκπονήθηκαν αρχιτεκτονικές μελέτες και συμβουλευτικές εκθέσεις για τις υποδομές του κτιρίου, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Βουλής και τα αρμόδια τμήματά της, και πραγματοποιήθηκαν οικοδομικές εργασίες (επισκευή τοιχοποιών, δαπέδων και κουφωμάτων, βαφές, επίπλωση) και εργασίες ανάπτυξης και επέκτασης δικτύων υποδομής (ηλεκτρικό, υδραυλικό, εκθεσιακός φωτισμός, επικοινωνία/internet, open WiFi, κλιματισμός, συστήματα ασφάλειας και πυρανίχνευσης, αναβατόρια ΑΜΕΑ), που αποτελούν συνέχεια των εργασιών που είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια στους υπόλοιπους χώρους του κτιρίου.
Το κόστος της αναβάθμισης ανήλθε σε περίπου 1,2 εκατ. ευρώ και χρηματοδοτήθηκε εξ ολοκλήρου από τον ΝΕΟΝ και τον ιδρυτή του Δημήτρη Δασκαλόπουλο. Ο χώρος παραμένει στη διαχείριση της Βουλής των Ελλήνων για τη φιλοξενία και διοργάνωση πολιτιστικών και κοινωνικών εκδηλώσεων.
Όπως αναφέρει ο κ. Παναγιώτης Πολυχρονόπουλος, Μηχανολόγος Μηχανικός ΕΜΠ, MBA και Προϊστάμενος Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Βουλής των Ελλήνων, «Συνεργαστήκαμε άψογα με τους ανθρώπους του ΝΕΟΝ όλους αυτούς τους μήνες για να δημιουργήσουμε ένα χώρο που θα συμβάλλει στην πολιτιστική αναβάθμιση της περιοχής. Μετά το πέρας του Προγράμματος Σύγχρονης Τέχνης 2021, το σύνολο του εξοπλισμού και οι υποδομές παραμένουν ως δωρεά στο κτίριο και οι χώροι αυτοί, σε συνδυασμό με τη λειτουργία τμημάτων της Βιβλιοθήκης της Βουλής, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ανάλογα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά προγράμματα και δρώμενα. Με την ολοκλήρωση, δε, του έργου της ενίσχυσης, αποκατάστασης και διαρρύθμισης του συνόλου του κτιρίου του πρώην Καπνεργοστασίου, θα αποδοθεί στην περιοχή και στο κοινό ένα σύγχρονο Κέντρο Πολιτισμού, με άξονες τις κοινοβουλευτικές δραστηριότητες και τη διάχυση του πλούσιου ιστορικού αρχείου της Βουλής των Ελλήνων».
Σύμφωνα με τον κ. Φάνη Καφαντάρη, Αρχιτέκτονα ΕΜΠ και υπεύθυνο Αρχιτεκτονικού σχεδιασμού ΝΕΟΝ, «Το απαιτητικό αυτό έργο ολοκληρώθηκε μέσα από την εποικοδομητική συνεργασία με την Τεχνική Υπηρεσία της Βουλής καθώς και με εξειδικευμένους επαγγελματίες. Ξεκινώντας από το σκοπό της παρουσίασης μιας περιοδικής έκθεσης σύγχρονης τέχνης, είμαστε περήφανοι που συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός σύγχρονου και πλήρως εξοπλισμένου εκθεσιακού χώρου στο κέντρο της πόλης, προσβάσιμου, φιλικού και ανοιχτού στους επισκέπτες. Καθοριστικό στοιχείο στην προσπάθειά μας ήταν ο σεβασμός στη διαδρομή του σημαντικού αυτού αρχιτεκτονικά και ιστορικά κτιρίου, αποτύπωμα της εγχώριας βιομηχανικής κληρονομιάς και της ανάπτυξης της πρωτεύουσας».
Από τις 12 Ιουνίου και έως το τέλος Δεκεμβρίου 2021, ο νέος αυτός χώρος πολιτισμού θα φιλοξενήσει την έκθεση σύγχρονης τέχνης Portals | Πύλη σε διοργάνωση του ΝΕΟΝ και επιμέλεια της Ελίνας Κουντούρη, Διευθύντριας ΝΕΟΝ, και της Madeleine Grynsztejn, Pritzker Director, Museum of Contemporary Art Chicago.
Η έκθεση πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Πολιτιστικού Προγράμματος Σύγχρονης Τέχνης 2021, αποτέλεσμα της συνεργασίας της Βουλής των Ελλήνων και του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, για το επετειακό έτος 2021, με σκοπό την ανάδειξη, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, της δυναμικής των δημοκρατικών θεσμών στις προκλήσεις της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας μέσα από τη διάσταση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Η συνεργασία των δύο φορέων ανακοινώθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2020, από τον Πρόεδρο της Βουλής κ. Κωνσταντίνο Τασούλα, τον ιδρυτή του ΝΕΟΝ κ. Δημήτρη Δασκαλόπουλο και τη διευθύντρια του ΝΕΟΝ κ. Ελίνα Κουντούρη, σε εκδήλωση στην αίθουσα Γερουσίας του ελληνικού κοινοβουλίου.
Το Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν ήταν το δεύτερο δημόσιο καπνεργοστάσιο της Αθήνας, εφόσον κρίθηκε ανεπαρκές το πρώτο στην οδό Αριστοτέλους, και κατασκευάστηκε από το Ελληνικό Δημόσιο. Η μελέτη για την ανέγερση του κτιρίου εκπονήθηκε από τους πολιτικούς μηχανικούς Π. Αθανασάκη και Αν. Λιγδόπουλο και η εργολαβία για την κατασκευή του ανατέθηκε στον πολιτικό μηχανικό Ν. Γαβαλά. Άρχισε να κτίζεται το 1928 και λειτούργησε το 1930. Το κτίριο, με συνολικό εμβαδόν 19.000 τ.μ και επιφάνεια ορόφου 6.500 τ.μ. περίπου, είναι διώροφο με ημιυπόγειο, στεγάζεται με δώμα και αναπτύσσεται σε τετράγωνη κάτοψη διαστάσεων 84×87 μ. Αποτελείται από τέσσερις πτέρυγες, παραταγμένες περιμετρικά του οικοδομικού τετραγώνου, οι οποίες εσωτερικά δημιουργούν μία μεγάλη τετράπλευρη υαλοσκεπή αυλή, 1000 τ.μ.
Ο μεταλλικός σκελετός της κατασκευάστηκε από την ελληνική εταιρεία Β.Ι.Ο. Στο χώρο του Καπνεργοστασίου Αθηνών στεγάστηκαν αρκετές καπνοβιομηχανίες, βιομηχανίες κοπής και συσκευασίας καπνού, βιομηχανίες παραγωγής τσιγάρων και πούρων, ενώ λειτουργούσαν αποθήκες, τελωνείο, εστιατόρια για τους εργαζομένους, καθώς και οικία για τον φύλακα του κτιρίου. Κατά καιρούς, τμήματα του κτιρίου χρησιμοποιήθηκαν για άλλες χρήσεις όπως φυλακές, καταφύγιο προσφύγων, και στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα για στέγαση υπηρεσιών όπως το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Προεδρία της Κυβέρνησης, το Υπουργείο Οικονομικών. Το 1989 το Υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε το Δημόσιο Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον μηχανολογικό του εξοπλισμό. Από τις αρχές της δεκαετίας 1990, χώροι του κτιρίου παραχωρήθηκαν στη Βουλή των Ελλήνων για τη στέγαση τμημάτων των εκδόσεων και της βιβλιοθήκης της. Το 2000, με πράξη της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου, το κτίριο παραχωρήθηκε εξ ολοκλήρου στη Βουλή των Ελλήνων. Το 2008 ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση των εξωτερικών όψεων και το 2016 η αποκατάσταση της μεταλλικής στέγης του αιθρίου. Στο κτίριο σήμερα στεγάζονται η Διεύθυνση Εκδόσεων και Εκτυπώσεων της Βουλής και το Τμήμα Βιβλιοθήκης Πόλης και Διαχείρισης Συστημάτων Βιβλιοθήκης, το Τμήμα Διατήρησης και Συντήρησης Έντυπου Υλικού και Έργων Τέχνης και, προσωρινά, το Τμήμα Μπενακείου Βιβλιοθήκης και Συλλογών Πολιτικών Προσωπικοτήτων της Διεύθυνσης Βιβλιοθήκης της Βουλής. Με το μεγαλύτερο μέρος των συλλογών της να φυλάσσονται σε αυτό το εμβληματικό βιομηχανικό κτήριο, η Βιβλιοθήκη της Βουλής επιδιώκει με ανοιχτά αναγνωστήρια και καθημερινές δράσεις εξωστρέφειας να το μετουσιώσει σε συνεκτικό ιστό της περιοχής, κύτταρο πολιτισμού για την τοπική κοινωνία και την ευρύτερη περιοχή.
Ο Πολιτιστικός και Αναπτυξιακός Οργανισμός κοινής ωφέλειας ΝΕΟΝ ιδρύθηκε το 2013 από το συλλέκτη και επιχειρηματία Δημήτρη Δασκαλόπουλο. Ο ΝΕΟΝ φιλοδοξεί να φέρει τη σύγχρονη τέχνη κοντά στο ευρύ κοινό, αξιοποιώντας παράλληλα χώρους που συχνά παραμένουν πολιτιστικά ανεκμετάλλευτοι, σε σύμπραξη με θεσμικούς φορείς του πολιτισμού. Στρατηγική του Οργανισμού είναι να αναδείξει αυτούς τους εμβληματικούς χώρους και να τους φέρει στο προσκήνιο της πολιτιστικής δράσης, σε μια προσπάθεια να αναβαθμίσει την καθημερινότητα του σύγχρονου πολίτη μέσα από συναντήσεις με τη σύγχρονη τέχνη στον ιστό της πόλης. Ο ΝΕΟΝ έχει υλοποιήσει σημαντικά έργα υποδομής σε χώρους όπου έχει διοργανώσει εκθέσεις, με σκοπό την ουσιαστική αναβάθμιση και περαιτέρω αξιοποίηση των χώρων αυτών, όπως το Ωδείο Αθηνών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου.
Ο ΝΕΟΝ υλοποιεί τους στόχους του μέσα από εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, εκδηλώσεις και συζητήσεις, προγράμματα χορηγιών και υποτροφιών και τη δημιουργία ενός δικτύου διεθνών συνεργασιών και ανταλλαγών και ενισχύει τη δραστηριότητα δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, επιδιώκοντας να αναδείξει τον πολιτισμό ως βασικό μοχλό προόδου και ανάπτυξης.