Ήταν οι πρώτες μέρες μετά την επιβολή της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών (21 Απριλίου 1967).
Άρθρο του Παναγιώτη Ν. Κρητικού*
Με ρώτησε:
– Τί κάνουμε τώρα;- Αντίσταση, του απαντώ εγώ.
– Σύμφωνοι, αλλά με τί μέσα;
– Με ό, τι βρούμε μπροστά μας και με όσα αποκτήσουμε στην πορεία. Θα ξεκινήσουμε με προκηρύξεις. Εσύ είσαι να συμμετέχεις στον αγώνα;
– Άμεσα όχι, μου απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια, δεν είμαι κατάλληλος για την πρώτη γραμμή. Έμμεσα ναι.
– Τι εννοείς, του λέω.
– Εννοώ οικονομικά. Και σας παραχωρώ και ένα μικρό διαμέρισμα στο Κολωνάκι, αλλά σε λίγες μέρες γιατί τώρα μένει η μάνα μου αλλά θα τη στείλω στα Χανιά. Θα σε πάρω τηλέφωνο, πότε θα αδειάσει, αλλά πάρε τα κλειδιά από τώρα.
Χαρά εγώ. Από το πουθενά εξασφαλίσαμε στέκι (γιάφκα). Αφού πήρα τα κλειδιά η πρώτη μου δουλειά ήταν να το επιθεωρήσω. Πήγα λοιπόν στη Μαρασλή 44 (εκεί ήταν το διαμέρισμα).
Αν θυμάμαι καλά, στο δεύτερο όροφο. Ήταν ένα δυάρι επιπλωμένο. Την ίδια μέρα κάλεσα αρκετά στελέχη της ΕΔΗΝ, κυρίως γραμματείς των δήμων της Αττικής για να οργανώσουμε τον αγώνα. Φυσικά με όσους συμφώνησαν. Ώρα συνάντησης στις 9 το βράδυ, στην οδό Μαρασλή 44. Από όσους τηλεφώνησα, και ήταν αρκετοί, ήλθαν γύρω στους 13-14.
Ο καθένας τους μπαίνοντας είχε και ένα αγωνιστικό επιφώνημα «Θα τους φάμε», «Αντίσταση μέχρι τέλους», «Αγώνα», «Θα τους γκρεμίσουμε» και άλλα παρόμοια.
Μαζευτήκαμε στο σαλόνι και εκεί τους μίλησα γύρω από τον αγώνα, λέγοντάς τους περίπου τα εξής:
Ο Αγώνας θα έχει όλες τις μορφές πάλης, από προκηρύξεις, βόμβες, δελτία τύπου για το εξωτερικό, εμπρησμούς δημοσίων κτιρίων μέχρι και ένοπλο αγώνα με τα όπλα που θα έλθουν από το εξωτερικό. Ο Αγώνας, όπως αντιλαμβάνεστε, θα έχει κόστος. Κόστος ελευθερίας και κόστος ζωής. Για να είμαι σαφής κόστος θανάτου.
Γι’ αυτό όσοι διαφωνούν, να το δηλώσουν τώρα, δεν είναι ντροπή, είναι θέμα ψυχραιμίας και αποφασιστικότητας. Εκείνη τη στιγμή και πριν πάρουν θέση, σβήστηκαν τα φώτα του διαμερίσματος και αμέσως ακούγονταν ποδοβολητά στη σκάλα.
Σκέφθηκα ότι είχαμε προδοθεί και είπα μέσα μου: Να πάμε άκλαυτοι, πριν ρίξουμε μια ντουφεκιά! Ωστόσο πήγα προς τη σκάλα και στον τοίχο, μέσα στο σκοτάδι, ψηλαφούσα να βρω το διακόπτη. Τον βρήκα. Ήταν από αυτούς τους παλαιούς διακόπτες, τους μαύρους.: Τον έστριψα και άναψαν τα φώτα. Αλλά οποία έκπληξη!
Από τους 13 συναγωνιστές, είχαν μείνει μόνο τέσσερις, οι υπόλοιποι, όταν άκουσαν «αγώνας μέχρι θανάτου», την είχαν κοπανήσει με πρώτον αυτόν που έσβησε το φως. Είχαν μείνει ο Κώστας Ανδρουτσόπουλος, ο Σταύρος Πετροπουλάκος, ο Ανδρέας Βαλυράκης, γραμματέας Ε.ΔΗ.Ν Αγίας Παρασκευής, και ο Γιάννης Λαμπρόπουλος, γραμματέας Ε.ΔΗ.Ν Νέου Ψυχικού. Τους Μηδίσαντες δεν τους μνημονεύω.
*Ο Παναγιώτης N. Κρητικός υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΠΑ.ΣΟ.Κ και πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής.