«Η Αθήνα θα βγει στο τέλος Αυγούστου από το τρίτο ευρωπαϊκό πρόγραμμα βοήθειας, αλλά θα παραμείνει υπό επιτήρηση μέχρι την πλήρη αποπληρωμή του χρέους», γράφει χαρακτηριστικά ο Ζαν Κατρεμέρ σε άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα «Liberation».
«Το τέλος του εφιάλτη για την Ελλάδα και τους εταίρους της έρχεται σύντομα. Στις 21 Αυγούστου η Αθήνα ολοκληρώνει το τρίτο ευρωπαϊκό πρόγραμμα βοήθειας αν σκεφθεί κανείς ότι χρεοκόπησε την Άνοιξη του 2010. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συναντήθηκαν την Πέμπτη το βράδυ στο Λουξεμβούργο και υποσχέθηκαν να απελευθερώσουν την τελευταία δόση της οικονομικής βοήθειας και να προσπαθήσουν να ελαφρύνουν το βάρος του
χρέους (178% του ΑΕΠ)… Αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τα δώρα που έλαβε η Αθήνα: θα παραμείνει υπό παρακολούθηση για πολλά χρόνια, μέχρι την επιστροφή του τελευταίου ευρώ», προσθέτει ο Γάλλος αρθρογράφος, σύμφωνα με το protothema.
Για τον Ζαν Κατρεμέρ, «η Ελλάδα είναι μια μοναδική περίπτωση στην ιστορία της Ευρωζώνης, αφού είναι η πρώτη χώρα που επωφελείται από ένα σχέδιο βοήθειας των εταίρων της και η τελευταία χώρα που την αφήνει. Πράγματι, η Ιρλανδία (μπήκε το 2010 και βγήκε το 2013), η Πορτογαλία (μπήκε το 2011 και βγήκε το 2014) και η Κύπρος (μπήκε το 2013 και βγήκε το 2016) κατάφεραν να ανακάμψουν εντός της προθεσμίας, δηλαδή σε τρία χρόνια. Όλοι επέστρεψαν γρήγορα στην ανάπτυξη, στη Λισαβόνα επέστρεψαν ακόμα και στην πολυτέλεια, το 2016 με την άφιξη της αριστεράς στην εξουσία, βάζοντας τέλος στη λιτότητα που υποστηρίζουν οι Βρυξέλλες, με αποτέλεσμα την πλήρη αναγέννηση της οικονομίας της».
Πολλές αποτυχίες
«Η αποτυχία της Ελλάδας να απομακρυνθεί γρήγορα από την κηδεμονία των Βρυξελλών έχει πολλές αιτίες», επισημαίνει το επίμαχο άρθρο. «Ο πρώτος είναι ο ευρωπαϊκός: η Ελλάδα δεν έπρεπε ποτέ να εισέλθει στην Ευρωζώνη τον Ιανουάριο του 2001: όχι μόνο η οικονομία της ήταν εντελώς απροετοίμαστη για κάτι τέτοιο αλλά είπε ψέμματα και για το πραγματικό της δημόσιο έλλειμα, κάτι το οποίο παραδέχθηκε η ίδια το 2004, χωρίς να έχει καμία επίπτωση. Δεύτερον, αντί να ολοκληρωθεί τo νομισματικό οικοδόμημα, η Ένωση απλώς έζησε το κεκτημένο της Συνθήκης του Μάαστριχτ του 1992. Ως εκ τούτου, η χρηματοπιστωτική κρίση για την περίοδο 2007-2008 μετατράπηκε σε κρίση χρέος στη ζώνη του ευρώ, δεν είχε στη διάθεσή της κανένα μέσο για να το διαχειριστεί. Συνεπώς, έπρεπε να ταρακουνηθεί σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, κάτι που ήταν ιδιαίτερα πολύπλοκο κυρίως επειδή η Γερμανία ήταν ιδιαίτερα απρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα. Αλλά οι αποτυχίες ήταν πολυάριθμες, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα δεν ήταν προετοιμασμένα να διαχειριστούν την οικονομίας μιας χώρας».
Για τον Γάλλο αρθρογράφο, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έδειξαν απόλυτη άγνοια για το τι μπορεί να δώσει η σύγχρονη Ελλάδα, το «λίκνο της δημοκρατίας».
«Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα ζει με χρέος επί δέκα χρόνια, εκμεταλλευόμενη τα χαμηλά επιτόκια που προσφέρει το ευρώ, ένα εύκολο χρήμα που εξυπηρετεί μόνο την κατανάλωση και όχι τις επενδύσεις στην πραγματική οικονομία. Επιπλέον, οι Βρυξέλλες δεν ήθελαν να δουν ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν διεφθαρμένη, ότι είχε πελατειακό σύστημα… Στα τέλη του 2009, όταν η νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση αναγνώρισε ότι οι συντηρητικοί προκάτοχοί της του είχαν χωρίσει στα τρία το πραγματικό έλλειμμα, ήταν πολύ αργά για να σταματήσει ο πανικός των αγορών», σχολιάζει το επίμαχο άρθρο.
Ανύπαρκτο κράτος
«Παρ’ όλα αυτά»,υποστηρίζει Ζαν Κατρεμέρ, «οι Ευρωπαίοι συνέχισαν να εμπιστεύονται ένα ανύπαρκτο κράτος σε μεγάλο βαθμό ότι θα εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις. Οι Έλληνες πολιτικοί έχουν από καιρό αρνηθεί να δουν τη σοβαρότητα της κατάστασης στη χώρα τους, καθυστερώντας στο μέγιστο τις μεταρρυθμίσεις με στόχο να διατηρήσουν την εκλογική τους πελατεία. Έτσι, ήταν ο Συντηρητικός πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, που εκτροχίασε την έξοδο της Ελλάδα από το δεύτερο πακέτο βοήθειας στα μέσα του 2014, αρνούμενος να ακολουθήσει τις μεταρρυθμίσεις που περιελάμβαναν περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Αυτή είναι η διαφορά με την Ιρλανδία, την Πορτογαλία ή την Κύπρο».
Το άρθρο ολοκληρώνεται με την αποτίμηση του έργου της σημερινής κυβέρνησης.
«Τέλος, ο Αλέξης Τσίπρας, ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, ενός κόμματος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς που έγινε σοσιαλδημοκρατικό, ανέβηκε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 κι έδειξε ότι είναι ο καλύτερος μαθητής των Βρυξελλών…Σήμερα,η (ελληνική) οικονομία λειτουργεί καλά. Η αύξηση του ΑΕΠ έφθασε το 1,4% το 2017 και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω φέτος (1,9%) και το επόμενο έτος (2,3%). Η ανεργία μειώνεται. Αλλά η χώρα δεν έχει βγει από την κρίση…Από το 2023 η Ελλάδα θα πρέπει να αρχίσει να αποπληρώνει το τεράστιο χρέος που έχει συνάψει με τους εταίρους της… Ακόμα κι αν η Γερμανία εξακολουθεί να αρνείται να το παραδεχτεί, μία ημέρα η Ευρωζώνη πρέπει να πάρει πίσω τα όσα έχασε εάν θέλει να απαλλαγεί από το “ελληνικό βάρος” μια για πάντα».