Τι συμβαίνει στην Ελληνική Κοινωνία, όπου η Κεντροαριστερά ήταν πάντα το πλειοψηφικό πολιτικό ρεύμα;
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καθηλωθεί δημοσκοπικά και η Κυβέρνηση παρά τα λάθη της δεν φθείρεται; Προσοχή στις παγίδες του λαϊκισμού!
Τι συμβαίνει λοιπόν στην ελληνική κοινωνία, όπου η κεντροαριστερά ήταν πάντα το πλειοψηφικό πολιτικό ρεύμα; Τουλάχιστον από τις εκλογές του 1977 και μετά.
Γράφει ο Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό, για να είναι σοβαρή, πρέπει να δοθεί με βάση νέες πραγματικότητες όπου οριοθετούν την εποχή μας και οι οποίες για να τύχουν έγκυρης ερμηνείας απαιτούνται νέα εργαλεία. Ως φαίνεται δε, αυτά τα τελευταία, λείπουν απελπιστικά από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ακόμα χειρότερα το κόμμα του κ. Αλέξη Τσίπρα δεν έχει καν την πρόθεση να τα αναζητήσει. Έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουν τα στελέχη του, ο ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνεται από την ελληνική κοινωνία και θεωρεί ότι αυτή η τελευταία παραμένει ακίνητη όπως και ο ίδιος.
Για παράδειγμα, εσχάτως, ο Αλέξης Τσίπρας προτείνει 800 ευρώ κατώτερο μισθό και 35 ώρες εργασίας, αφήνοντας στην άκρη ουσιαστικά προβλήματα που αφορούν τη φύση της εργασίας. Η λαϊκιστική πρόταση είναι πιο εύπεπτη κατά τη γνώμη του από μια πιο επεξεργασμένη λύση. Να όμως που το νέο πολυσύνθετο πρόβλημα δεν λύνεται έτσι.
Από την άλλη μεριά, η κεντροαριστερά θα πρέπει να εξετάσει και να αναλύσει σε ποιους απευθύνεται, ποιες είναι οι ηλικίες τους και τι επιδιώξεις έχουν στη σημερινή και αυριανή ζωή τους. Μια «ανανεωτική κεντροαριστερά» για να είναι όντως «νέα», χρειάζεται πλήρη απόρριψη – και όχι αναδιάρθρωση – των παραδοσιακών αριστερών προτύπων.
Αυτά τα πρότυπα – η «μαύρη» θέαση του κόσμου, η εξύμνηση της βίας, η μεγάλυνση των αξιών του ηρωισμού και του ασκητισμού, ο πουριτανισμός, η μονολιθικότητα, ο αφανισμός της ατομικότητας- δημιούργησαν έναν σημαίνοντα αλλά βαθιά συντηρητικό πολιτικό χώρο που παρέσυρε την Ελλάδα σε αφύσικα για την ιστορία της μονοπάτια. Η ανανεωτική κεντροαριστερά πρέπει να αποσυνδεθεί από αυτή την παράδοση· αν δεν συμβεί αυτό δεν έχει λόγο ύπαρξης: παλαιοαριστερά κόμματα υπάρχουν, δεν χρειάζονται άλλα.
Μια νέα κεντροαριστερά θα έχει λόγο ύπαρξης αν ξαναφέρει στην πολιτική της βασικές μεταρρυθμιστικές αρχές, προτείνοντας στον ψηφιακό κόσμο μας νέες σχέσεις αλληλεγγύης, κοινωνικής συμβίωσης και προόδου. Υπό αυτή την έννοια απαιτείται ριζική επαναθεώρηση της κεντροαριστερής κοσμοθεωρίας, αναγνωρίζοντας που πέτυχε και που απέτυχε.
Η σημερινή κλίση μιας κάποιας αριστεράς προς τον πολιτικό φονταμενταλισμό και μια μορφή θρησκευτικού φανατισμού την φέρνει πιο κοντά στην ακροδεξιά παρά στις απαιτήσεις μιας σύγχρονης δημοκρατίας.
Παράλληλα, όπως παλαιότερα είχε προτείνει η έγκριτη συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου, μεταξύ των ζητημάτων που πρέπει να επανεξετάσει μια σύγχρονη κεντροαριστερά, είναι και αυτό της ελληνικής ιστορίας. Ιδιαίτερα δε σήμερα, 200 χρόνια μετά το 1821. Στο επίπεδο αυτό έχουν γίνει ανοσιουργήματα στην Ελλάδα. Από ιστορικής πλευράς, τόσο η εκδοχή της «επίσημης» παραδοσιακής αριστεράς, όσο και της δεξιάς, είναι ψευδεπίγραφες και επιβαρύνουν τον ελληνικό πληθυσμό με ψέματα και απάτες.
Το χρονικό του σταλινισμού, η εξιδανίκευση της ρωσικής επανάστασης, η αυθαίρετη εξισορρόπηση σταλινισμού-μακαρθισμού (δυο φαινόμενα χωρίς καμιά ποσοτική ή ποιοτική αναλογία), η μυθοποίηση του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας και του εμφυλίου πολέμου ανήκουν στο παλαιοαριστερό παρελθόν που δημιούργησε ένα σκοταδιστικό παρόν.
Στο πλαίσιο της ιστορίας τίθεται το περιέργως ανοικτό πρόβλημα της αρχαίας Ελλάδας, την οποία, με τη συνηθισμένη τους δύσνοια, οι περισσότεροι «αριστεροί» παραβλέπουν ή αγνοούν.
Παρότι κάθε έθνος αποτελεί τεχνητή οντότητα, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο υπάρχει· ο χωρισμός σε έθνη δεν ανατρέπεται εύκολα- είναι αργά- η ιστορία έχει προχωρήσει: έτσι, η ιστορία του κάθε έθνους, ειδικά όταν πρόκειται για κάτι τόσο θαυμαστό, θα έπρεπε να μελετάται, να ερευνάται και να χρησιμοποιείται για την ερμηνεία και τη βελτίωση του παρόντος.
Έτσι, η κέντρο αριστερά πρέπει να αποκαταστήσει τον σεβασμό και τη γνώση για ό,τι ωραίο έχει συμβεί μέσα και γύρω από την ελληνική γλώσσα και γεωγραφία: η περιφρόνηση, η υποτίμηση ή η άγνοια είναι βαρβαρικό χαρακτηριστικό και δεν δικαιολογείται ούτε με την τετριμμένη απόρριψη της «συντηρητικής» παιδείας, ούτε με την απόδοση της
αρχαίας ελληνικής γραμματείας στον πολιτικό λόγο και την κληρονομιά της εθνικιστικής δεξιάς.
Παραλλήλως, η Κεντροαριστερά πρέπει να αποβάλει έναν ψευδεπίγραφο πατριωτισμό της που συνιστά στοιχείο ευτελούς λαϊκισμού και δημαγωγίας. Η Κεντροαριστερά σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, πρέπει να ανακαλύψει ξανά μια νέα οικουμενική αντίληψη για τον άνθρωπο και την ιστορική του πορεία. Οι αντιδυτικές κορώνες και τα αντιφιλελεύθερα ξόρκια, είναι πολύ απλά, τα πνευματικά εργαλεία ενός νέου ολοκληρωτισμού.
Υπάρχουν μέθοδοι και δεδομένα ώστε να εκτιμήσει κανείς με σχετική ακρίβεια τον ρόλο των παγκόσμιων ηγεσιών και φαινομένων στην πολιτική: η δαιμονοποίηση – όπως συνηθίζουμε να λέμε – άλλων λαών, ομάδων και φυλών ανήκει, δυστυχώς για όλους μας, στην ψυχολογία και στο λεξιλόγιο της άκρας δεξιάς.
Ήταν μέγα προνόμιο των ναζί!! Μέσα από αυτό το πρίσμα η αριστερά πρέπει να επανατοποθετηθεί «στρατηγικά», επιλέγοντας νέες συνεργασίες, πέρα από γνωστά στερεότυπα.
Μπορεί όλα αυτά να ηχούν περίεργα στα αυτιά μερικών. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με κάποια εκατομμύρια Έλληνες, που αν κάτι δεν αλλάξει στον τόπο είναι έτοιμοι να ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους.