Η αποστολή του κ. Νίκου Δένδια στην Άγκυρα, προσώρας τουλάχιστον ολοκληρώθηκε. Το πρόγραμμά της, η ‘εμβόλιμη’ προσθήκη, αλλά και τα όσα δημόσια υποστηρίχθηκαν, οδηγούν στην άμεση συναγωγή συμπερασμάτων, παραδοχών και διαπιστώσεων.
Του Πολύκαρπου Αδαμίδη*
Η επίσκεψη αυτή καθεαυτή έλαβε χώρα, μέσα σε ένα τεταμένο, από τις σταθερές και διαρκείς προκλήσεις της Άγκυρας, κλίμα. Και μόνο η αποδοχή της πρόσκλησης εν μέσω των Τουρκικών μεθοδεύσεων, ήταν και είναι ένα ρίσκο, ως προς τις συνέπειές του και την εκ των πραγμάτων συνδιαλλαγή σε υψηλό επίπεδο με τον διεθνή παραβάτη που λέγεται Τουρκία.
Από κει και πέρα, μια απόρριψη της πρόσκλησης και της συνάντησης, θα έδινε πρόσχημα στους Τούρκους και τους ακούσιους και εκούσιους συμπαραστάτες τους, να μιλήσουν για δική μας ‘αλλεργία΄ στον διάλογο. Αιτίαση ανεδαφική και προσχηματική, όταν μάλιστα συνεχίζουμε τις διερευνητικές. Συγχρόνως όμως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη σύγχρονη διεθνή πραγματικότητα.
Αυτή που λέει ότι η Τουρκία είναι πολύτιμη για να μη ξαναζήσουν οι Βόρειο Ευρωπαίοι τον εφιάλτη του καλοκαιριού και του Φθινοπώρου ρου 2015 με τα εκατομμύρια των μεταναστευτικών ορδών. Είναι και η κρίση που σοβεί στην Ουκρανία και η έγνοια να παραμείνει η Τουρκία στο Δυτικό στρατόπεδο. Στο πλαίσιο αυτό έχει βάση η απόφαση για τη συνάντηση στην Άγκυρα.
Ο Τούρκος Πρόεδρος δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Αναβάθμισε πολιτικά και σημειολογικά τον επισκέπτη, καθιστώντας τον συνομιλητή του. Γνωρίζει την Ελληνική πολιτική σκηνή και το παιχνίδι των εντυπώσεων, στη διαδρομή υλοποίησης των σχεδιασμών του. Μια ακόμα επιβεβαίωση για τις αστειότητες, όσων ισχυρίζονται ότι έχουν προνομιακές σχέσεις με τον Ερντογάν. Από σήμερα μπορούν να απευθύνονται στον κ. Δένδια για να του στέλνουν μηνύματα.
Από το σημείο αυτό και πέρα, ξεκινούν τα προβλήματα. Ο Ερντογάν, μπορεί να ισχυρίζεται ότι κατέβαλε κάθε προσπάθεια και ότι πρότεινε ακόμα και διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο για να λυθούν τα θέματα με τη χώρα μας. Φτάσανε οι Τούρκοι να ξεδιπλώσουν όλη τη βεντάλια των αξιώσεών τους.
Αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, τα 10 μίλια του εθνικού εναέριου χώρου, τη μειονότητα στη Θράκη. Η απάντηση που πήραν ήταν απορριπτική. Στο τέλος όμως της ημέρας ο ισχυρισμός τους, που με μεθοδικότητα προωθούν σε βάθος χρόνου, είναι ότι τα θέματα υπάρχουν. Και εντάσσονται στην ατζέντα.
Η ασφαλέστερη για αυτούς απόδειξη δεν είναι άλλη, από την απόρριψή τους. Δεν απορρίπτεις κάτι που δεν υφίσταται. Μην ξεχνάμε ότι για αυτόν τον λόγο υπάρχουν οι διερευνητικές.
Ακόμα και εάν κάτι ειπωθεί, είναι σα να μην ειπώθηκε εάν δε συμφωνήσουν διαφορετικά οι συνομιλητές.
Αλλά και η πρόταση για τη διάσκεψη είναι παγίδα. Εις ότι τουλάχιστον αφορά την προσπάθεια της Τουρκίας, να τη χρησιμοποιήσει ως forum για τη διευθέτηση των διαφορών μας.
Η οποία είναι μία και μόνο, αυτή δηλαδή της υφαλοκρηπίδας. Και που μπορεί να λυθεί μόνο με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Κάθε εναλλακτική πρόταση, όπως αυτή για τη Διάσκεψη ευνοεί, αυτόν που δε θέλει να εφαρμόσει το Δίκαιο και τους κανόνες.
Κι αυτή είναι η Τουρκία. Που θα ζητήσει λύση όχι με βάση τον νόμο, το Δίκαιο δηλαδή της Θάλασσας, αλλά με βάση τις ισορροπίες στην περιοχή. Κι όταν είναι μόνο αυτή που προβάλλει αξιώσεις, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, πως εννοεί την ισόρροπη ικανοποίηση.
Προσοχή όμως χρειάζεται και για τη συνέχεια. Η Ιστορία έχει δείξει πως η Τουρκία χρησιμοποιεί το στάδιο των δήθεν συζητήσεων σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας, ως διαδικαστική προυπόθεση για να προσφύγει στη βία. Να αποδείξει ότι αυτή εξάντλησε τα περιθώρια.
Η ιστορία του φιάσκου της Κεσσάνης το 1967, που είχε ως κατάληξη την εκβιαστική αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο πρέπει να είναι διδακτική. Σε μια τέτοια εξέλιξη η όξυνση δε θα εξαντληθεί στα μικρόφωνα.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, LL.M (Harvard’ 95), ΔΝ, αναπληρωτής Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου, Προμηθειών και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων