Η διά συνέντευξης παρουσίαση του εργασιακού Ν/Σ και εν αναμονή της ανάρτησής του για δημόσια διαβούλευση για να δούμε αναλυτικά τις λεπτομέρειες των σχετικών διατάξεων, μάς επιτρέπει μόνο πρώτες γενικές και επί των αρχών παρατηρήσεις.
Προωθεί με «φερετζέ» τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας –που σχετίζεται με τις τακτικές (λόγω φύσης της παραγωγικής διαδικασίας) ή τις έκτακτες (λόγω ξαφνικού ή απρόβλεπτου γεγονότος) των επιχειρήσεων– την ατομική διευθέτηση η οποία όμως ουδόλως σχετίζεται με αυτήν τη διαδικασία. Η αντίληψη ότι οι εργαζόμενοι χωρίς την κάλυψη της συλλογικής εκπροσώπησης είναι ισότιμοι διαπραγματευτικά με τον εργοδότη είναι ανιστόρητη και άκρως συντηρητική.
Ιδιαίτερα στο διαμορφωμένο εργασιακό τοπίο στον ιδιωτικό τομέα, όπου επικρατούν καταστάσεις ζούγκλας, τέτοιες ρυθμίσεις θα αποτελέσουν κόλαφο για το κόσμο της Εργασίας, όταν μάλιστα το Υπουργείο Εργασίας μετατρέπει το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας σε ανεξάρτητη αρχή, αντί να το αναβαθμίσει, να το εμπλουτίσει και να το θωρακίσει. Απεκδύεται, δηλ. της πολιτικής ευθύνης ελέγχου των εργοδοτικών παραβάσεων ως «πόντιος πιλάτος». Το ΣΕΠΕ, αντί να είναι η ισχυρότερη επιτελική δομή του Υπουργείου, με πρόχειρες νομικές κατασκευές και χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με την εκπροσώπηση Εργαζομένων και Εργοδοτών, οδηγείται σε «αχαρτογράφητα» νερά σε μια περίοδο μετά την πανδημία κρίσιμη για την αγορά εργασίας. Αν η «ατομική σύμβαση» θεωρείται ιδεολογική αρχή του φιλελευθερισμού, η μετατροπή του ΣΕΠΕ σε συνήγορο της αγοράς εργασίας αποτελεί ιδεολογική ακροβασία άκρως επικίνδυνη για τους εργαζόμενους.
Η Συνομοσπονδία, έχοντας πλήρη γνώση της επικρατούσας κατάστασης, του είδους και της έκτασης των εργασιακών προβλημάτων αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τις καταγγελίες και τα αιτήματα των Οργανώσεων-μελών, θα εξαντλήσει κάθε δυνατότητα συνδικαλιστικής δημοκρατικής και αγωνιστικής δράσης ώστε:
– Να αποσυρθεί κάθε αντεργατική διάταξη του Ν/Σ που οδηγεί τη χώρα και τους πολίτες σε δημοκρατική οπισθοδρόμηση και τον κόσμο της εργασίας σε περαιτέρω εργασιακή υποβάθμιση.
– Να υιοθετηθούν στις διατάξεις του Ν/Σ όχι απλά τα κεφάλαια, αλλά και οι ουσιώδεις ρυθμίσεις που έχει επεξεργαστεί και προτείνει η ΓΣΕΕ για την τηλεργασία και το δικαίωμα Αποσύνδεσης, για την ψηφιακή κάρτα εργασίας, την επαναφορά του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, για την παρενόχληση και τη βία στην εργασία, για την Υγεία και Ασφάλεια κ.α.
Με την έναρξη της διαδικασίας Δημόσιας Διαβούλευσης η ΓΣΕΕ θα παρουσιάσει –με τη συνδρομή των νομικών και του Ινστιτούτου Εργασίας– τη λεπτομερή απάντηση στις προωθούμενες διατάξεις. Η πληρότητα αξιολόγησης και η επιστημονική τεκμηρίωση των θέσεων των συνδικάτων θα αποτελούν ισχυρή βάση διαπραγμάτευσης, αλλά και για την αγωνιστική δράση που θα προσδιορίσουν τα όργανα διοίκησης.