Το καλοκαίρι του 1827 είχε φθάσει η υπόθεση της Εθνεγερσίας, στο πιο δύσκολο και επικίνδυνο σημείο. Μετά την πτώση της Αθήνας και τον θάνατο του Καραϊσκάκη και την απελπιστική εξάπλωση του Τουρκοπροσκυνήματος , ο απελευθερωτικός αγώνας είχε «φθάσει εις την τέλειαν απελπισίαν», όπως
έγραφε ο Κολοκοτρώνης προς την κυβέρνηση.
Γράφει ο Φάνης Ζουρόπουλος
Εκείνο το καλοκαίρι ο Κολοκοτρώνης βρίσκεται συνέχεια στην Αιγιάλεια γιατί στις άλλες περιοχές οι προσκυνημένοι όλο και πληθαίνουν, για αυτό κι όλο περισσότερο κινδυνεύει.
Το Τουρκοπροσκύνημα που ξεκίνησε πριν ένα χρόνο από τη Ρούμελη, τώρα έχει εξαπλωθεί στο Μοριά. Η Πάτρα με το Νενέκο έχει προσκυνήσει. Το ίδιο και πολλές γύρω περιοχές. Ο Μωριάς «τα ‘χει χαμένα».
Ο Κολοκοτρώνης φεύγει από τα Καλαβρυτοχώρια και κατεβαίνει για σιγουριά στην Αιγιάλεια, που δεν έχει προχωρήσει, τόσο πολύ, το «μίασμα του προσκυνήματος». Ο γέρος του Μοριά διάλεξε για τελευταίο, σίγουρο ταμπούρι, το χαμηλό βουνό, που είναι πάνω από το Αίγιο, και από τότε το βουνό πήρε το όνομα «Κολοκοτρώνης».
Από εκεί φρόντιζε την οργάνωση της αντίστασης. Με στήριξη και ουσιαστική βοήθεια των δύο Αιγιωτών στρατηγών, του Ανδρεά Λόντου και του Δημήτρη Μελετόπουλου, μέσα στο καλοκαίρι δόθηκαν δύο σημαντικές μάχες: Η μια έγινε ανεπιτυχώς, στις 17 Ιουλίου 1827 στον Άη –Γιάννη τον Τσετσεβό και η άλλη στις 27 Αυγούστου 1827 στην Καυκαριά, με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Μελετόπουλο. Εκείνο τον καιρό ο Κολοκοτρώνης είχε πέσει στη δυσμένεια της κυβέρνησης η οποία υποστήριζε και έστελνε εφόδια μόνο στον Ανδρέα Λόντο.
Αλλά και οι σχέσεις Κολοκοτρώνη. – Ανδρέα Λόντου και Μελετόπουλου –Λόντου, δεν ήσαν αρμονικές. Ο ένας «τρωγόταν» με τον άλλον. Αυτές οι διαμάχες στάθηκαν αφορμή να χαθεί η μάχη στον Άη –Γιάννη τον Τσετσεβό, γιατί ο Κολοκοτρώνης απαγόρευσε στον Λόντο, να τρέξει ως εκεί με τους εξακόσιους Βοστιτσάνους πολεμιστές του.
Ευτυχώς όμως που στάθηκε νικηφόρα η άλλη μεγάλη μάχη στην Καυκαριά, και έτσι με πρωτεργάτες πάλι τους Αιγιώτες πολεμιστές δόθηκε το μεγαλειώδες ιστορικό και ηρωικό επιστέγασμα της Εθνεγερσίας του Εικοσιένα.
Κατά τα τέλη Αυγούστου 1827, με ορμητήριο το «Στρατόπεδο Βοστίτσας», πολέμησαν επανειλημμένως οι Αιγιαλείας, μαζί με άλλους Μωραΐτες, εναντίον των Τούρκων και των Τουρκοπροσκυνημένων. Αλλά σπουδαιότερη από αυτές τις μάχες είναι η Μάχη της Καυκαριάς.
Είναι μια νίκη των Ελλήνων που οφείλεται, κυρίως στον Αιγιώτη στρατηγό Δημήτρη Μελετόπουλο, τον αντίπαλο τότε, του Λόντου, ο οποίος Λόντος κατατρεγμένος από τον Κολοκοτρώνη, αναγκαζότανε να παίρνει τα παλληκάρια του και να πολεμάει στη Ρούμελη, δηλαδή έξω από τα «αμπελοχώραφα» του Κολοκοτρώνη!!!
Στις 26 και 27 Αυγούστου, αν και διηρημένος, εξαιτίας του Κολοκοτρώνη, ο στρατός της Βοστίτσας, αφού ο μισός τουλάχιστον αναγκαζότανε να πολεμάει μακριά από την Πελοπόννησο υπό την οδηγία του Λόντου, ο Μελετόπουλος κέρδισε τη μάχη της Καυκαριάς, περί της οποίας έγραψαν την άλλη μέρα, στις 28 Αυγούστου, ο Μελετόπουλος και οι άλλοι καπεταναίοι προς τον Αρχιστράτηγον Ριχ. Τσώρτς: -«Αφ ον καιρόν ήλθον οι Άραβες εις Πελοπόννησον, τοιαύτην παρομίαν καταστροφήν εις καμμίαν (άλλην) μάχην δεν έπαθον οι εχθροί».
Η αναφορά αυτή είναι ανέκδοτη και αντίγραφό της βρίσκεται μέσα στην κόπια του Μελετόπουλου και είναι γραμμένη με το χέρι του ίδιου και φέρει τις υπογραφές και όλων των άλλων οπλαρχηγών: Δημήτρη Πλαπούτα, Ν. Πετμεζά, Χρ. Φωτομάρα, Γ. Ροδόπουλου (Βοστιτσάνου και αυτού γνωστού), Γ. Χελιώτη κλπ…
Πρωταγωνιστής όμως φαίνεται καθαρά ότι είναι ο Μελετόπουλος. Σε ένα άλλο απόσπασμα της αναφορά τους οι στρατηγοί της μάχης γράφουν: -«… Εις τας 26 του βαδίζοντος (μηνός Αυγούστου) το πρωί, οι εχθροί εσκήνωσαν πλησίον του στρατοπέδου μας, τέσσαρες χιλιάδες πεντακόσιοι όντες (ενώ οι Έλληνες ήσαν μόνο δύο χιλιάδες όπως λέει ο Κολοκοτρώνης, στα απομνημονεύματά του).
Τότε, οι ανδρείοι Έλληνες ήρχισαν το πυρ κατ’ αυτών και εις το τέλος τους λιθοβολούν και με πέτρες εφόνευσαν αρκετούς. Μη υποφέροντες πλέον οι βάρβαροι την ανδρείαν των Ελλήνων μας, ετράπησαν εις δρομαίαν φυγήν και ως λέοντες οι ιδικοί μας επέπεσαν εις αυτούς φονεύοντας άρχι των ορίων των ταμπουρίων των…». Αλλά και ο Σπηλιάδης ένας από τους γραμματικούς του Κολοκοτρώνη γράφει:
– «…Την 27 Αυγούστου 1827 κινούνται Τούρκοι τετρακισχίλιοι περίπου και πεντακόσιοι Έλληνες Τουρκοπροσκυνημένοι, υπό την οδηγίαν του Νενέκου, ενάντιον του Πλαπούτα, όστις ήτο τοποθετημένος εις Καυκαριάν, με χίλιους Καλαβρυτινούς υπό τον Ν. Πετμεζάν, τρακοσίους Βοστιτσάνους υπό τον Δ. Μελετόπουλον και άλλους…». Τριακόσιοι λοιπόν ήσαν, τότε, στην Καυκαριά, οι Βοστιτσιάνοι.
Αλλά τριακόσιοι δεν είναι λίγοι. Είναι οι μισοί από τους μάχιμους. Εξακόσιους έβγαζε στρατιώτες η Αιγιάλεια. Τούτο προκύπτει και από την επίσημη κατάσταση του Υπουργείου Πολέμου. Η συμμετοχή αυτή της Αιγιάλειας σε στρατό ήταν πολύ μεγαλύτερη σε αναλογία με την συμμετοχή των γειτονικών επαρχιών.
Γιατί, η Αιγιάλεια με τα 34 χωριά της και τους 6000μόνο κατοίκους της έδωσε στην Καυκαριά 300 στρατιώτες. Η μάχη της Καυκαριάς θα είναι η τελευταία μεγάλη νίκη των Ελλήνων.
Ύστερα από λίγο, με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, τερματίστηκε ο Αγώνας. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η υπέροχη Εθνεγερσία των Ελλήνων, όπως άρχισε, στις 20 Μαρτίου του 1821 από το Αίγιο με τον Λόντο, έτσι και τελείωσε στις 27 Αυγούστου του 1827 με τον Μελετόπουλο, στην περιοχή μας με τη νικηφόρα μάχη της Καυκαριάς που είχε το γενικό πρόσταγμα ο δεύτερος Αιγιώτης στρατηγός, ο Δημήτρης Μελετόπουλος.
* Ο Φάνης Ζουρόπουλος είναι Επ. εκτελεστικός Πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Τ. Πρόεδρος της Ένωσης Επαρχιακού Τύπου.