Τελικά ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στις ύβρεις, τα υπονοούμενα και τις μαγκιές του Τούρκου ισλαμιστή προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, του απάντησε με την ελληνική ρήση «πίσω έχει η αχλάδα την ουρά».
Σε μια φάση γεωπολιτικών ανακατατάξεων όπου ο Ερντογάν το έπαιζε μέγας σκακιστής και στρατηγός, η ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία είναι γι’ αυτόν γροθιά που μόνον ο αείμνηστος ισλαμιστής επίσης μποξέρ Κάσιους Κλαίη ήξερε να δίνει. Τι είναι αυτό όμως που κάνει αυτή τη συμφωνία σημαντική αλλά και από πολλές πλευρές ιστορική ταυτοχρόνως; Είναι για παράδειγμα το εξοπλιστικό της πρόγραμμα; Όχι.
Είναι η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης η οποία ενεργοποιείται; Μάλλον ναι, αλλά γιατί; Διότι πολύ απλά, είναι πολύ πιθανό σε περίπτωση τουρκικής και όχι μόνον επίθεσης κατά της χώρας, η Γαλλία να θέσει και το πυρηνικό της οπλοστάσιο στην αμυντική συνδρομή της προς την Ελλάδα. Και από την άποψη αυτή, ας μην μας διαφεύγει ότι η Γαλλία είναι μία από τις εννέα πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη και έχει περισσότερα πυρηνικά όπλα από τη Βρετανία, ερχόμενη τρίτη σε αριθμό πυρηνικών κεφαλών μετά τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία.
Στο επίπεδο αυτό λοιπόν, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής αναφέρεται στο Άρθρο 2 της συμφωνίας:
«…..“Τα Μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών”.
Η αναφορά «με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους» εννοεί ή εξαιρεί τα πυρηνικά όπλα της Γαλλίας; Αυτό είναι ένα πολύ καλό ερώτημα, το οποίο όμως δεν πρέπει να απασχολεί την Ελλάδα, ούτε τους Έλληνες «Πουαρό» της δημοσιογραφίας. Ας αφήσουμε να ταλανίζει τον Τούρκο πρόεδρο και την αυλή του.
Ο Τούρκος πρόεδρος που ονειρεύεται μία Τουρκία πυρηνική δύναμη -με πακιστανικές πυρηνικές κεφαλές, ρωσικούς αντιδραστήρες και κινεζική πυραυλική τεχνολογία· πρέπει να προβληματιστεί πολύ πάνω σε αυτό και να αναλογιστεί εάν η Τουρκία βρίσκεται εντός του βεληνεκούς των γαλλικών πυρηνικών πυραύλων….», αναφέρει ο γεωπολιτικός αναλυτής κ.Στέφανος Μυτιλιναίος στην επιθεώρηση «Οικονομική Ασφαλιστική» και σίγουρα φέρνει στο προσκήνιο ένα εξόχως σοβαρό θέμα.
Και όπως επισημαίνουν οι ελληνικές διπλωματικές πηγές, στην συμφωνία, το σημαντικότερο σημείο αποτελεί η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης εναντίον της επικράτειας ενός εκ των δύο συμβαλλομένων μερών, η οποία περιλαμβάνει και τη χρήση στρατιωτικών μέσων (ένοπλης βίας), σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ, το οποίο αναφέρεται στο δικαίωμα στην αυτοάμυνα.
Πρόκειται για την πρώτη φορά που τέτοια ρήτρα περιέχεται σε διμερή συμφωνία της Ελλάδας με Ευρωπαίο εταίρο ή σύμμαχο στο NATO. Αντίστοιχη ρήτρα υπάρχει στη συμφωνία που υπέγραψε πριν από περίπου ένα χρόνο ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, με τον ομόλογο του των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, σεΐχη Αμπντουλάχ μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν. «Η συμφωνία είναι καθαρά αμυντικής φύσης και δεν στρέφεται εναντίον κανενός», επεσήμανε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Αλέξανδρος Παπαϊωάννου.
Με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Γαλλία η Ελλάδα σύναψε διμερείς «επιμαχίες». Επιμαχία – όπως εξηγεί ο Θουκυδίδης – ονομάζεται η αμυντική συνθήκη μεταξύ δύο κρατών για αμοιβαία βοήθεια σε περίπτωση που το ένα από τα δύο δεχθεί εχθρική επίθεση. Μία συμμαχία μπορεί να είναι και επιθετική, για αυτό και οι πρόγονοι είχαν διαφορετική λέξη για την αμυντική συμμαχία, την έλεγαν επιμαχία: «…τι δε διαφέρει συμμαχία επιμαχίας αυτός Θουκιδίδης διδάσκει· ή η μεν ξυμμαχία εστί το τους αυτούς φίλους και εχθρούς τω ξυμμαχομένω έχειν επιμαχία δε τώ συμμαχώ μόνω αδικουμένω συμπράττειν, αμύνοντα μόνον ει τις ίησιν επ’ αυτόν (ή επί τούς συμμάχους αυτού)….».
Βέβαια όλα τα παραπάνω, για κάποιους βαρύγδουπους αναλυτές, αποτελούν «επικοινωνιακά παιχνίδια» και μας λένε ότι η Τουρκία έχει πολύ πιο ισχυρό γεωπολιτικό βάρος από την Ελλάδα.
Μα ακριβώς γι’ αυτό το λόγο δεν συζητήθηκε και υπεγράφη η συμφωνία με τη Γαλλία;