Ο λαός μίλησε. Η απόφαση της Βρετανίας να φύγει από την ΕΕ είναι το μεγαλύτερο σοκ για την Ηπειρο μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Οι επιπτώσεις θα γίνουν αισθητές στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ευρώπη και στη Δύση, αναφέρουν σε άρθρο τους για το Brexit οι Financial Times.
Πάνω από τέσσερις δεκαετίες αφού μπήκε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η Βρετανία ψήφισε να αποκοπεί, γινόμενη ακυβέρνητο σκάφος.Από το 1973 και μετά, η συμμετοχή στην ΕΕ ήταν η άγκυρα της εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής της χώρας. Η Βρετανία τώρα θα αποχωρήσει από το μπλοκ των υπόλοιπων 27 κρατών και από την εγγυημένη της πρόσβαση σε μια αγορά 500 εκατ. ανθρώπων. Είναι δύσκολο να δεις ένα δρόμο επιστροφής.
Σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας, οι Financial Times επιχειρηματολογούσαν ότι η αποχώρηση από την ΕΕ θα είναι πράξη αυτοκαταστροφής. Αυτή η ψήφος θα ζημιώσει την οικονομία και θα αποδυναμώσει τον ρόλο της Βρετανίας στον κόσμο. Αποτελεί παράλληλα ολέθριο πλήγμα για την ΕΕ.
Η Ευρώπη παλεύει ακόμη με την επιβράδυνση στην ευρωζώνη και τη σοβαρότερη μεταναστευτική κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε ολόκληρη την ήπειρο, από το Παρίσι μέχρι τη Ρώμη και τη Βαρσοβία, ο λαϊκισμός προελαύνει, το «καθεστώς» βρίσκεται σε υποχώρηση. Το δημοψήφισμα της Βρετανίας μπορεί εύκολα να μείνει στην ιστορία ως «σημείο καμπής».
Για το Ηνωμένο Βασίλειο, η ψήφος έχει μεταλλάξει εντελώς τη συμβατική λογική. Μια χώρα αναγνωρισμένη για τον
συντηρητισμό και την πολιτική της σταθερότητα, έχει κάνει ένα άλμα στο σκοτάδι. Πολλοί θα κατηγορήσουν την αδέξια καμπάνια Remain για έλλειψη πάθους και διότι υποτίμησε το μέγεθος της πικρίας απέναντι στην αστική ελίτ. Φόβοι σχετικά με τη μετανάστευση και του αντίκτυπού της στις τοπικές κοινότητες -πιο βάσιμοι απ’ ό,τι πολλοί έχουν παραδεχθεί- επισκίασαν τα εθνικά οικονομικά συμφέροντα. Το σύνθημα «πάρτε πίσω τον έλεγχο» είχε απήχηση στον κόσμο, που βλέπει την Ευρώπη ως μια ήπειρο σεαποδιοργάνωση.
Η ψήφος θα οδηγήσει σε έντονη οικονομική, χρηματοοικονομική και πολιτική αβεβαιότητα. Η θέση του Ντέιβιντ Κάμερον δείχνει μη βιώσιμη, αν και θα έπρεπε βραχυπρόθεσμα να παραμείνει στη θέση του πρωθυπουργού, προκειμένου να διαχειριστεί μια εξαιρετικά απρόβλεπτη μετάβαση. Η Βρετανία χρειάζεται μια κυβέρνηση που θα αποφασίσει τους όρους της αποχώρησης από την ΕΕ και τη νέα σχέση με την Ευρώπη. Η καμπάνια Leave έχει δώσει λίγες ενδείξεις για αυτά τα δύο.
Πέραν του Ουεστμίνστερ, το διχαστικό δημοψήφισμα έδειξε ισχυρές πλειοψηφίες υπέρ της παραμονής στοΛονδίνο και στη Σκωτία. Η χώρα εμφανίζει μια ρήξη μεταξύ των μεγάλων πόλεων, των κομητειών της Αγγλίας και των κελτικών περιθωριακών περιοχών. Αυτό αναπόφευκτα θα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την εδαφική ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου. Έχει επίσης αποκαλύψει την επιπολαιότητα των δύο μεγάλων κομμάτων -των Συντηρητικών και των Εργατικών- που έχουν κυριαρχήσει στη βρετανική πολιτική εδώ και σχεδόν έναν αιώνα.
Σε όλη τη Βρετανία, επιχειρήσεις και επενδυτές εξερευνούν σήμερα ένα νέο τοπίο. Η βουτιά της στερλίνας και η κατάρρευση στις αποδόσεις των ομολόγων είναι προάγγελοι της αναταραχής που αντιμετωπίζει η Βρετανία εν μέσω απώλειας σαφούς κατεύθυνσης.
Είναι ζωτικής σημασίας, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, από κεντρικές τράπεζες μέχρι φορείς χάραξης πολιτικής σε μεγάλες πρωτεύουσες, να προχωρήσουν στα απαραίτητα βήματα για την αποφυγή μιας επανάληψης της κατάρρευσης της Lehman, η οποία πυροδότησε το 2008 την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Άμεση προτεραιότητα της βρετανικής κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η σταθεροποίηση της οικονομίας. Μεσοπρόθεσμα, η χώρα θα πρέπει να βρει έναν τρόπο να μετατρέψει αυτή την κρίση σε ευκαιρία. Δεν θα είναι εύκολο. Συζητήσεις περί «μέρας ανεξαρτησίας» δεν αποτελούν αξιόπιστη στρατηγική.
Από την άλλη, οι Βρετανοί είναι ένας πολυμήχανος λαός με μια περήφανη ιστορία. Η καλύτερη ελπίδα, την οποία αυτή η εφημερίδα υιοθετεί ένθερμα, είναι το Ηνωμένο Βασίλειο να εξακολουθήσει να εμπλέκεται, να παραμείνει ανοικτό και -με την καλύτερη διάθεση- φιλοευρωπαϊκό.
Εκεί βρίσκεται το μέλλον.