Τα θετικά και τα αρνητικά σημεία της ελληνικής οικονομίας επισημαίνει ο οίκος αξιολόγησης Fitch σε νέα έκθεσή του για τη χώρα μας, ο οποίος τονίζει ότι στα βασικά προβλήματα της Ελλάδας συγκαταλέγεται ο μεγάλος αριθμός κόκκινων δανείων και το υπέρογκο δημόσιο χρέος.
Όπως λέει, η αξιολόγηση «ΒΒ-» της Ελλάδας στηρίζεται σε υψηλά επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος, σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών με ίδια αξιολόγηση, ενώ η διακυβέρνηση είναι επίσης σημαντικά ισχυρότερη από ό, τι στις περισσότερες χώρες με παρόμοια βαθμολογία. Παράλληλα, ο οίκος αναφέρει ότι το προφίλ του χρέους γενικής κυβέρνησης είναι εξαιρετικά ευνοϊκό και οι πρόσφατες δημοσιονομικές επιδόσεις είναι ισχυρότερες σε σχέση με αυτές των άλλων χωρών ίδιας αξιολόγησης, αναφέρει το newmoney.
Τα θετικά της ελληνική οικονομίας
– Το κατά κεφαλήν εισόδημα αν και ανερχόταν στα 20.284 δολάρια το 2018, από 31.700 δολάρια ΗΠΑ το 2008, εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από το μέσο όρο των χωρών με αξιολόγηση “ΒΒ” και “ΒΒΒ” (6.852 δολ. και 10.704 δολ. αντίστοιχα).
– Πάνω από τα δύο τρίτα του εξωτερικού χρέους της συνολικής οικονομίας κατέχονται από τους επίσημους πιστωτές και το ευρωσύστημα, συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση της εξυπηρέτησής σε ένα βιώσιμο επίπεδο του 12% του ΑΕΠ.
– Πάνω από το 80% του χρέους της γενικής κυβέρνησης σταθερού επιτοκίου, πράγμα που σημαίνει ότι δεν επηρεάζεται σημαντικά από τις διακυμάνσεις των επιτοκίων.
– Το 2018 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας διαμορφώθηκε στο 1,9% του ΑΕΠ το οποίο είναι χαμηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών με αξιολόγηση “ΒΒ” (2,6% του ΑΕΠ).
– Η οικονομική κρίση και η ύφεση της Ελλάδας έχουν αναδείξει τις αδυναμίες στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, ασκώντας σοβαρές πιέσεις στην πολιτική και κοινωνική σταθερότητα. Η διακυβέρνηση ωστόσο, εξακολουθεί να είναι σημαντικά ισχυρότερη από ό, τι στις χώρες με παρόμοια αξιολόγηση όπως η Ελλάδα “ΒΒ-“).
Τέσσερις σημαντικές προκλήσεις
Όπως προειδοποιεί η Fitch. το υπέρογκο δημόσιο χρέος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των των ελληνικών τραπεζών (45% του ΑΕΠ), η χαμηλή ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά και η δυσκολία προσέλκυσης επενδύσεων και πραγματοποίησης ιδιωτικοποιήσεων είναι οι τέσσερις αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας.
Συγκεκριμένα
– Παρά την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους τα τελευταία χρόνια, το δημόσιο χρέος (181% του ΑΕΠ το 2018) και το καθαρό εξωτερικό χρέος (141% του ΑΕΠ) είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο.
– Τα NPLs των ελληνικών τραπεζών φτάνουν το 45% του ΑΕΠ της χώρας και είναι επίσης υψηλά σε σχέση με τα κεφάλαιά τους.
– Η τάση της ανάπτυξης στο μεσοπρόθεσμο διάστημα είναι αναιμική (1,2%) οδηγούμενη από τα αδύναμα δημογραφικά στοιχεία και την χαμηλή παραγωγικότητα της αγοράς εργασίας.
-Το ιστορικό των ιδιωτικοποιήσεων και προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων είναι αδύναμο, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί πρόσφατα και αυτό επιβαρύνει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Παρά τα θετικά στοιχεία, οι δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά των συνταξιούχων και των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι δικαιώθηκαν στα δικαστήρια της χώρας, καθώς και ο μεγάλος αριθμός των κόκκινων δανείων, υπάρχει κίνδυνος χρηματοπιστωτικής αστάθειας εάν η οικονομική προσαρμογή εκτροχιαστεί, ενώ δεν αποκλείεται ο κίνδυνος επιβολής αυστηρότερων ελέγχων κεφαλαίου
Οι προβλέψεις
Η ανάκαμψη της επενδυτικής ζήτησης, η μείωση του ποσοστού ανεργίας, το αυξανόμενο διαθέσιμο εισόδημα και η μέτρια δημοσιονομική χαλάρωση έχουν ως στόχο την υποστήριξη της εγχώριας ζήτησης και θα αντισταθμίσουν την αρνητική συμβολή του ΑΕΠ από το καθαρό εμπόριο. Μετά την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,0% το 2018, η Fitch αναμένει ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα επιταχυνθεί στο 2,3% το 2019 και στο 2,2% το 2020. Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την ιδιωτική κατανάλωση ενισχύονται περαιτέρω από την πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού στο πλαίσιο της αύξησης της κατανάλωσης, προσθέτει ο οίκος.
Στο πλαίσιο των δυναμικών προβολών χρέους, το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 111% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2040, σύμφωνα με τη Fitch. Γι’ αυτό υποθέτει τη χρήση από το ταμειακό απόθεμα (2,4% του ΑΕΠ) την περίοδο 2019-2020 και καμία χρήση έπειτα, ενώ παράλληλα ο οίκος εκτιμά ότι θα υπάρξουν 300 εκατομμύρια ευρώ έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις το 2019-2023.
Τέλος, ο οίκος σημειώνει ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης θα είναι χαμηλές για παρατεταμένη χρονική περίοδο, παρέχοντας ένα σημαντικό εμπόδιο έναντι των κινδύνων χρηματοδότησης.