Μόνιμα και συνεχώς αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα (43 δισ. σωρευτικά ως το 2022) τα οποία -όπως έλεγε πριν τέσσεαρ ακριβώς χρόνια ο Ευκλείδης Τσακαλώτος- καμία χώρα δεν πέτυχε (πλην της Νορβηγίας που έχει πετρέλαια) και αποδεικνύουν το «καθεστώς Μνημονίου» μετά το Μνημόνιο, προβλέπει το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που εισάγεται προς ψήφιση στη Βουλή με το Πολυνομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση, αναφέρει το protothema.
Μέχρι τώρα όλοι γνώριζαν πως τα μέτρα του 2019 θα κόψουν 1,8 δισ. ευρώ από συντάξεις (1% του ΑΕΠ) και άλλα τόσα από τη μείωση στο αφορολόγητο. Το Μεσοπρόθεσμο όμως αποκαλύπτει ότι ο επαναϋπολογισμός των παλαιών συντάξεων θα αφαιρέσει τελικά 2,555 δισ. ευρώ (1,121 δισ. με αναπροσαρμογή των κύριων συντάξεων του Δημοσίου και 1,434 των κύριων συντάξεων των υπολοίπων Ταμείων). Άλλα 232 εκατ. ευρώ θα κοπούν από τις επικουρικές συντάξεις. Επιπλέον, από την μείωση στο αφορολόγητο η κυβέρνηση προβλέπει αφαίμαξη 1,920 δισ. ευρώ.
Κόβουν 3 συντάξεις, δίνουν 1
Το πολυνομοσχέδιο επιβεβαιώνει ότι τα νέα μέτρα, συνδυαστικά, αφαιρούν ακόμη και τρεις συντάξεις το χρόνο από το εισόδημα των συνταξιούχων. Ιδού πώς:
Οι περικοπές στις συντάξεις φτάνουν το 18% σε κύριες και επικουρικές και αυτό σημαίνει αυτομάτως ότι χάνονται 2,16 από τις 12 συντάξεις το χρόνο. Ταυτόχρονα χάνουν μισή σύνταξη ακόμα ή περίπου 400-500 ευρώ, αφού από 1.1.2019 καταργείται το οικογενειακό επίδομα συζύγου (περίπου 30- 40 ευρώ το μήνα για όσους συνταξιούχους δεν είναι χήροι ή χήρες). Άλλη μισή σύνταξη –έως 650 ευρώ- χάνουν το 2020 και από τη μείωση του αφορολογήτου ορίου, από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ το χρόνο.
Το νέο στοιχείο, μετά την αποτυχία της προσπάθειας να μην εφαρμοστούν ή να αναβληθούν τα μέτρα, είναι ότι η κυβέρνηση κλείνει το μάτι για παροχές όπως η «13η σύνταξη» χωρίς όμως να εξηγεί τι σημαίνει. Τα περί «13ης σύνταξης» μπερδεύουν τους συνταξιούχους καθώς ακόμη κι αν δοθεί στο τέλος του έτους θα είναι εφάπαξ ως διανομή του υπερ-πλεονάσματος, κάτι που όντως προβλέπεται στο πολυνομοσχέδιο (και συγκεκριμένα στο Μεσοπρόθεσμο) από την υπέρβαση του πλεονάσματος κατά 111 εκατ. ευρώ φέτος και 866 εκατ. ευρώ το 2019. Κανείς δεν εγγυάται ότι θα δίνεται κάθε χρόνο ενώ οι απώλειες ακόμη και τριών συντάξεων από τα μέτρα είναι μόνιμες.
Το τέλος των Μνημονίων φέρνει δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα 42,9 δισ. ευρώ σωρευτικά στην προσεχή πενταετία. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αναλογούν επιπλέον βάρη ύψους 7.000 ευρώ κατά μέσο όρο μέχρι το 2022, για τα 6 εκατομμύρια νοικοκυριά της χώρας που θα «χρηματοδοτήσουν» τα πλεονάσματα ύψους 43 δισ. ευρώ, με μέτρα όπως μόνιμες μειώσεις παροχών και συντάξεων έως 18%, αλλά και με συνεχείς αυξήσεις φόρων (κατά 6,1%), την ίδια ώρα που για τις επιχειρήσεις προβλέπονται φοροελαφρύνσεις.
Νέος ΕΝΦΙΑ
Τα πιο δύσκολα μέτρα έρχονται μετά το 3ου Μνημόνιο. Το κτύπημα για τους πολίτες θα είναι τριπλό:
– 1 εκατομμύριο ιδιοκτήτες θα δουν άμεσα, από τον Αυγουστο φέτος, αυξήσεις στα κκαθαριστικά ΕΝΦΙΑ από περίπου 20 ευρώ οι περισσότεροι, έως και 100 ευρώ. Οι αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ αναμένεται να αποκαλυφθούν σήμερα ή αύριο, με τροπολογία που θα καταθέσει η κυβέρνηση. Ωστόσο οι αυξήσεις στον ΕΝΦΙΑ «μονιμοποιούνται» καθώς οι αντικειμενικές θα αλλάζουν πλέον ανά πάσα ώρα και στιγμή και όχι μια φορά τον χρόνο για όλη την Ελλάδα όπως γινόταν ως τώρα, μέσω ενός μηχανισμού υπολογισμού της τρέχουσας αξίας των ακινήτων, ο οποίος δημιουργείται με ειδική διάταξη στο πολυνομοσχέδιο.
– 1 εκατομμύριο συνταξιούχοι θα δουν μόνιμες περικοπές έως 18% στην κύρια σύνταξη από τον Δεκέμβριο του 2018.
– 1 εκατομμύριο μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες που ζουν με 400-500 ευρώ και έμεναν ως τώρα αφορολόγητοι, θα υποστούν «για πρώτη φορά» μεγαλύτερη παρακράτηση φόρου και μείωση εισοδήματος, επειδή μειώνεται από 1.1.2020 το αφορολόγητο στα 5.600 ευρώ.
Πλεονάσματα αντί … «χαλάρωση» λιτότητας
Από το 2018 που τελειώνει το Μνημόνιο έως το 2022, το υπουργείο Οικονομικών προϋπολογίζει ότι τα μέτρα λιτότητας θα φέρουν πρωτογενή πλεονάσματα 42,86 δισ. ευρώ, αντί για 34,93 δισ. που προβλέπει η συμφωνία με τους δανειστές για να θεωρηθεί βιώσιμο το χρέος. Για να τα επιτύχει, προβλέπει νέα λιτότητα 18,5 δισ. ευρώ, ενώ τα αντίμετρα (Προνοιακά επιδόματα, σχολικά συσσίτια, βρεφονηπιακοί σταθμοί κλπ) ανέρχονται σε 14 δισ. σωρευτικά ως το 2022.
50% μεγαλύτερα πλεονάσματα!
Με την θηριώδη λιτότητα, η κυβέρνηση ακυρώνει την ρητορική της με την οποία αναδείχθηκε στην εξουσία, αλλά και τα επιχειρήματα του ΔΝΤ που υποστήριζε πως τέτοια πλεονάσματα είναι ανέφικτα ή καταστροφικά.
Ειδικά το 2022 μάλιστα, 5 χρόνια από σήμερα και το τέλος του 3ου Μνημονίου, το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει ότι η χώρα θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα 11 δισ. ευρώ, δηλαδή 50% από τα 7 δισ. ευρώ που είχε 2017! Την χρονιά εκείνη η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει χρέη 6 δισ. ευρώ. Θα μπορεί δηλαδή από τα υπερπλεονάσματα, «χωρίς δεκανίκια» και ελάφρυνση των δανειακών βαρών, η χώρα να πληρώνει τα χρέη της ή -όπως δεικτικά σχολιάζουν κάποιοι στο ελληνικό υπουργείο Οικονομικών- «ακόμα και να δανείζει την Γερμανία”!
Δεν βγαίνει ο λογαριασμός
Παρά το «πλεόνασμα» θυσιών για τα νοικοκυριά (7.000 ευρώ κατά μέσο όρο για την πενταετία ως το 2022) η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση της εσωτερικής ζήτησης και της ιδιωτικής κατανάλωσης, για να στηρίξει τις προβλέψεις της ότι θα συνεχιστεί η αύξηση του ΑΕΠ.
Η Έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, που συνοδεύει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα το οποίο φέρνει η κυβέρνηση στην Βουλή, περιγράφει ως υπερ-αισιόδοξες όλες σχεδόν τις βασικές παραδοχές της. Συγκεκριμένα διαπιστώνει:
1ον: Πολύ δύσκολοι στόχοι: «Τόσο οι προβλέψεις που αφορούν στη διαμόρφωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, όσο και αυτές που αφορούν στην εξέλιξη του πραγματικού Α.Ε.Π. είναι κατά βάση αισιόδοξες».
2ον: Οι νέες περικοπές συντάξεων είναι βέβαιες: «Η εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης μπορεί να συντελέσει στη σταθεροποίηση του απόλυτου ύψους της συνταξιοδοτικής δαπάνης σε σταθερές τιμές και το σταδιακό περιορισμό της σε χαμηλότερα επίπεδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ».
3ον: Τα νοικοκυριά θα πληρώνουν ετησίως 6,1% περισσότερους φόρους: «Η πρόβλεψη για αύξηση των εισπράξεων άμεσων φόρων εδράζεται κυρίως στην υψηλή εκτιμώμενη απόδοση άμεσων φόρων Φυσικών και Νομικών Προσώπων με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 6,1% και 5,3% αντίστοιχα την πενταετία 2018-2022. Η αύξηση των εισπράξεων φόρων Φυσικών Προσώπων ειδικά από το 2020 και μετά προβλέπεται να στηριχθεί και στη θεσμοθετημένη μείωση του αφορολόγητου ορίου».
4ον: «Πίεση» στο λαϊκό εισόδημα: «Στην Ελλάδα το ποσοστό της ιδιωτικής κατανάλωσης στη διάρθρωση του Α.Ε.Π. κυμαίνεται περί το 70%. Συνεπώς είναι το μέγεθος του οποίου η εξέλιξη έχει την πλέον ισχυρή, βραχυχρόνια επίπτωση στη μεγέθυνση (…) Ωστόσο στο ΜΠΔΣ ο «πήχυς» τίθεται πολύ ψηλά, προβλέποντας αύξηση με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,1% μεταξύ 2018 και 2022. Η πίεση που ασκούν στο διαθέσιμο εισόδημα οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις των νοικοκυριών δεν φαίνεται να στηρίζουν μια τέτοια αισιοδοξία».
5ον: “Αναιμικές” Επενδύσεις: «Οι προβλέψεις του ΜΠΔΣ για αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου καθίστανται αρκετά αισιόδοξες σε σχέση με τις προβλέψεις για τις υπόλοιπες συνιστώσες του Α.Ε.Π. (…) Ο στόχος του Υπουργείου για μέσο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων στην οικοδομή περί το 7,9% κρίνεται υπεραισιόδοξος».