Υπάρχουν δύο είδη επαναϋπολογισμών των συντάξεων. Ο πρώτος αφορά τις κύριες συντάξεις και θα γίνει με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης αλλά και την πορεία του ΑΕΠ και του πληθωρισμού και ο δεύτερος τις επικουρικές συντάξεις και θα γίνει με βάση τα δημογραφικά δεδομένα και την πορεία των εσόδων από εισφορές.
Και οι δύο επαναϋπολογισμοί θα ξεκινήσουν άμεσα, φέρνοντας τα πάνω –κάτω στο επίπεδο των συντάξεων, σε πρώτη φάση των επικουρικών και σε δεύτερη των κύριων.
Το σενάριο της νέας μείωσης των συντάξεων θα επαληθευτεί σε περίπτωση που συνεχιστεί η οικονομική ύφεση και δεν ανακάμψουν αποφασιστικά τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές, μιας και η αναπροσαρμογή των συντάξεων εξαρτάται ευθέως από την πορεία του ΑΕΠ των «ιδίων εσόδων» των ασφαλιστικών ταμείων.
Πιο αναλυτικά:
1. Πως θα γίνει ο επαναϋπολογισμός των κύριων συντάξεων
Ο πρώτος επαναϋπολογισμός αφορά τον επαναϋπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης τα οποία ισχύουν μετά τη δημοσίευση του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή από τις 12.5.2016 και έπειτα.
– Με υπουργική απόφαση προβλέπεται πως ο επαναϋπολογισμός των κύριων συντάξεων που καταβάλλονταν μέχρι και την 12.5.2016 θα ξεκινήσει άμεσα και θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι την 30.9.2017.
– Μέχρι την 31.12.2018, όμως, οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις παραμένουν αμετάβλητες, μιας και ο επαναϋπολογισμός των συντάξεων θα είναι καθαρά «λογιστικός», δηλαδή ενώ θα έχει πραγματοποιηθεί δεν θα εφαρμοστεί.
– Από την 1.1.2019 θα γίνει η αναπροσαρμογή των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων με βάση τα αποτελέσματα του επαναϋπολογισμού τους με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης (ο οποίος θα έχει ολοκληρωθεί έως 30.9.2017).
-Αν το επίπεδο των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων είναι μεγαλύτερο από εκείνο από εκείνο που προκύπτει από τον επαναϋπολογισμό τους με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης, τότε αυτή η αρνητική «προσωπική διαφορά» συμψηφίζεται με την αύξηση των κύριων συντάξεων που θα έφερνε η αναπροσαρμογή τους με βάση τη «ρήτρα » ΑΕΠ και Δείκτη Τιμών Καταναλωτή
Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος Κατρούγκαλου προβλέπει πως από 1.1.2017 οι κύριες συντάξεις αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις μεταβολές του ΑΕΠ και του πληθωρισμού. Αν προκύπτει αύξηση του ΑΕΠ , θα αυξάνονται οι συντάξεις (και αντίστροφα). Με βάση τις διατάξεις του νόμου, οι αυξήσεις αυτές δεν θα δοθούν κατ΄έτος στις συντάξεις προκειμένου και μέχρι να εξαλειφθεί έμμεσα η αρνητική «προσωπική διαφορά».
Για παράδειγμα (εντελώς τυχαίο), αν μία ήδη καταβαλλόμενη σύνταξη ανερχόταν στις 12.5.2016 στα 1500 ευρώ και πέσει με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης στα 1300 ευρώ, προκύπτει μία αρνητική » προσωπική διαφορά» 200 ευρώ.
Η διαφορά αυτή διατηρείται μέχρι και την 31.12.2018 και έτσι η συγκεκριμένη σύνταξη παραμένει αμετάβλητη. Αν την 1.1.2018 και την 1.1.2019 πρέπει να δοθούν αυξήσεις πχ 50 και 40 ευρώ (λόγω της ανάπτυξης που –ας υποθέσουμε – ότι θα σημειωθεί το 2017 και το 2018) αντίστοιχα στη σύνταξη αυτή λόγω των θετικών συνεπειών της (προβλεπόμενης) ανάπτυξης , δεν θα δοθούν προκειμένου να καλυφτεί το κόστος της αρνητικής «προσωπικής διαφοράς» των 200 ευρώ.
Η διαδικασία αυτή του «συμψηφισμού» θα σταματήσει μέχρι να καλυφτεί οικονομικά όλη η αρνητική «προσωπική διαφορά» από τις αυξήσεις οι οποίες δεν θα αποδίδονται. Το αντίθετο προφανώς θα συμβεί αν το 2017 και το 2018 έχουμε ύφεση. Δηλαδή, θα πρέπει να υπάρξουν άμεσες μειώσεις σε βάρος της αρνητικής «προσωπικής διαφοράς».
-Αν από την άλλη μεριά, το επίπεδο των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεωνείναι μικρότερο από εκείνο που θα προκύψει από τον επαναϋπολογισμό τους με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης, τότε προβλέπεται σταδιακή (σε 5 έτη) αύξηση του επιπέδου των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων μέχρι αυτό να φτάσει εκείνο που έχει προκύψει με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης.
Για παράδειγμα (εντελώς τυχαίο) αν μία ήδη καταβαλλόμενη σύνταξη ανέρχεται στα 800 ευρώ και με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης πρέπει να ανέλθει στα 1000 ευρώ, τότε ο νόμος προβλέπει πως η σύνταξη αυτή θα πρέπει να αυξηθεί στα 1000 ευρώ μέσω 5 ισόποσων ετήσιων θετικών αναπροσαρμογών (40 ευρώ/έτος) μέχρι το 2023.
2. Πως θα γίνει ο επαναϋπολογισμός των επικουρικών συντάξεων
O δεύτερος επαναϋπολογισμός αφορά τις επικουρικές συντάξεις που γίνεται κάθε χρόνο με βάση τα δημογραφικά δεδομένα και το πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές (δηλ. το οποίο καθορίζεται εν τέλει με τη πορεία των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές) .
– Αν μετά τον επαναϋπολογισμό της μία επικουρική σύνταξη μαζί με την αντίστοιχη κύρια σύνταξη ξεπερνά αθροιστικά τα 1300 ευρώ, τότε η επικουρική σύνταξη αναπροσαρμόζεται προς τα κάτω, κοινώς δηλαδή μειώνεται.
– Αν, όμως, όπως αποσαφηνίζεται στην πρόσφατη υπουργική απόφαση το άθροισμα κύριων και επικουρικών ήδη καταβαλλόμενων (μέχρι και τις 12.5.2016) συντάξεων είναι μικρότερο ή ίσο των 1.300 €, η διαφορά μεταξύ της καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης και της επανυπο λογισθείσας, διατηρείται ως προσωπική διαφορά ανά συνταξιούχο.
Η προσωπική αυτή διαφορά αποσβενεται σταδιακά σύμφωνα με την ετήσια αναπροσαρμογή των επικουρικών συντάξεων (σ.σ. με βάση τα δημογραφικά δεδομένα και την πορεία των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές)».
Σύμφωνα με ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, η …θετική απόσβεση της «προσωπικής διαφοράς» στην παραπάνω περίπτωση που οι συντάξεις αθροιστικά φτάνουν μέχρι και τα 1300 ευρώ θα γίνεται εφόσον θα πρέπει να αυξηθούν οι επικουρικές συντάξεις (στο σενάριο που δημογραφικά δεδομένα και έσοδα από εισφορές βαίνουν θετικά).
Σε διαφορετική περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση που δεν βαίνουν θετικά δημογραφικά δεδομένα και εισφορές, η απόσβεση της «προσωπικής διαφοράς» θα είναι αρνητική, καθώς θα πρέπει να μειωθούν οι επικουρικές συντάξεις.