Η Ελλάδα σχεδιάζει να επιστρέψει στις αγορές σε μία προσπάθεια να ανακτήσει το στάτους της «κανονικής» χώρας.
Αξιωματούχος με γνώση του θέματος μιλώντας σε καθεστώς ανωνυμίας δηλώνει πως εάν η κυβέρνηση μπορεί να ανακοινώσει ως το τέλος του έτους το πρόγραμμα της για την έξοδο της στις αγορές το 2019, και επαναλαμβάνει αυτή την άσκηση κάθε χρόνο για το 12μηνο που θα ακολουθεί, τότε το σχέδιο θα έχει πετύχει, αναφέρει το newmoney.
Έχοντας χάσει πάνω απ’ το 25% του ΑΕΠ της τα προηγούμενα δέκα χρόνια, η πλέον υπερχρεωμένη χώρα της Ευρωζώνης προσπαθεί και πάλι να σταθεί μόνη στα πόδια της. Σύμφωνα με τον αξιωματούχο ο στόχος τώρα είναι η χώρα να εκδίδει ομόλογα, το ύψος των οποίων θα φθάνει με τα αντίστοιχα που θα ωριμάζουν κάθε χρόνο.
Για το 2019, οι ωριμάνσεις χρεογράφων είναι περίπου στα 10 με 11 δισ ευρώ, ενώ για τα επόμενα δύο χρόνια το ποσό περιορίζεται στα 5 δισ ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να προχωρήσει σε πάνω από δύο με τρεις εκδόσεις το χρόνο, και εφόσον χρειαστεί και άλλες, τότε η χώρα μπορεί να ανοίξει εκ νέου μία προηγούμενη έκδοση και να την επεκτείνει, σύμφωνα με τον αξιωματούχο.
«Ακόμα πρέπει να γίνει πολύ δουλειά προκειμένου να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να ανακτήσουμε πλήρη πρόσβαση στις αγορές», λέει ο Δημήτρης Δαλίπης, επικεφαλής του σκέλους σταθερού εισοδήματος της Alpha Trust Mutual Fund Management SA με έδρα την Αθήνα. «Ωστόσο, πρόοδος έχει σημειωθεί και η αγορά το εκτιμά αυτό, όπως προκύπτει από τις διακυμάνσεις των τιμών μετά τη συμφωνία της Ευρωζώνης της 21ης Ιουνίου», προσθέτει.
Οι αποδόσεις των ελληνικών χρεογράφων είναι ελκυστικές και για τις δύο πλευρές, με το 7ετές ομόλογο να διαπραγμάτευεται χαμηλότερα απ’ τα επίπεδα έκδοσης του τον περασμένο Φεβρουάριο, αλλά με τις αποδόσεις να παραμένουν υψηλές σε σχέση με αντίστοιχα χρεόγραφα των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης.
Το Σεπτέμβριο η νέα έκδοση;
Σύμφωνα με δεύτερο αξιωματούχο, ο ερχόμενος Σεπτέμβριος ίσως αποτελέσει μία καλή ευκαιρία για την Ελλάδα να εκδώσει το επόμενο ομόλογο της. Ωστόσο, όπως λέει, τελικές αποφάσεις ακόμα δεν έχουν ληφθεί.
Έχοντας εκδώσει ένα 7ετές ομόλογο το 2018 και ένα 5ετές το 2017, τώρα είναι ο καιρός να εξετάσουμε την πιθανότητα έκδοσης ενός 10ετούς ή ενός 3ετούς ομολόγου, λένε και οι δύο αξιωματούχοι. Όπως προσθέτουν, η Ελλάδα δεν χρειάζεται να αντλήσει σημαντικά ποσά, αφού δεν έχει την άμεση ανάγκη μετρητών.
«Οι υψηλότερες αποδόσεις στο ευρώ μπορούν να προσελκύσουν επενδυτές στην αγορά παρά το γεγονός ότι υπάρχει περιορισμένη ρευστότητα», λέει ο Δαλίπης. «Βέβαια αυτό δε σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι θα έχει αποκατασταθεί πλήρως η ομαλότητα ή η πρόσβαση της χώρας στην αγορά», προσθέτει.
Κίνδυνοι ενόψει
Το σχέδιο για μία διατηρήσιμη επιστροφή στις αγορές αντιμετωπίζει δύο μεγάλες προκλήσεις.
Πρώτον, οι ελληνικές Αρχές πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους και να εφαρμόσουν όσα έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές ούτως ώστε να μην χάσουν την αξιοπιστία που η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος διάσωσης δημιούργησε.
Ο δεύτερος κίνδυνος είναι πολιτικός. Στις αρχές του 2019, η κυβέρνηση ίσως χάσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία της εφόσον κληθούν οι βουλευτές να εγκρίνουν τη συμφωνία για την ονομασία της πΓΔΜ.
«Ένας συνδυασμός εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων μπορούν να πλήξουν την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγοράς τους επόμενους μήνες», σχολιάζει ο Mujtaba Rahman, εκτελεστικός διευθυντής του Eurasia Group στο Λονδίνο. «Οι πολιτικές εξελίξεις γύρω απ’ τη συμφωνία για το μακεδονικό πάντα θα περιλαμβάνουν την πιθανότητα μίας κατάρρευσης της κυβέρνησης ή μίας πρόωρης εκλογικής αναμέτρησης» και την ίδια ώρα «από την Ευρώπη, η επικείμενη αντιπαράθεση μεταξύ της ΕΕ και της Ιταλίας για τον προϋπολογισμό της Ρώμης μπορεί να ενέχει κινδύνους που θα φθάσουν μέχρι την Ελλάδα», σημειώνει.
Το «μαξιλάρι»
Η προσπάθεια της κυβέρνησης εστιάζει στη διεύρυνση της βάσης των επενδυτών και όχι τόσο στην άντληση των ίδιων των Κεφαλαίων, καθώς η Ελλάδα έχει διασφαλίσει την αποπληρωμή των δανειακών της υποχρεώσεων ως το 2022. Η κεντρική ιδέα είναι ότι το νέο χρέος θα είναι πλήρως εγγυημένο με τα μετρητά απ’ το «μαξιλάρι ασφαλείας» των 24,1 δισ ευρώ που δημιουργήθηκε, σύμφωνα με τον πρώτο αξιωματούχο. Ο ίδιος εξηγεί πως τώρα η Ελλάδα πρέπει να δείξει ότι είναι ένας «συχνός εκδότης» πριν όλων των υπολοίπων.
Αν και η Ελλάδα μπορεί να μη βιάζεται για μετρητά απ’ τους διεθνείς επενδυτές, η χώρα θα ήθελε να αντλήσει κεφάλαια προκειμένου να χρησιμοποιήσει τη ρευστότητα ώστε να προχωρήσει με περαιτέρω αναδιάρθρωση του δανειακού χαρτοφυλακίου της. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω επαναγοράς του υφιστάμενου χρέους προκειμένου ένα μεγαλύτερο κομμάτι του χρέους να έχει πιο μακροπρόθεσμες ωριμάνσεις και ένα σταθερό κουπόνι.
«Η υπομονή πιθανόν να αποδειχθεί αρετή στην περίπτωση νέων εκδόσεων ομολόγων απ’ την Ελλάδα», λέει ο Πέτρος Μυλωνάς, επικεφαλής Νότιας Ευρώπης της LXM Group στο Λονδίνο. «Οι επενδυτές θέλουν να δουν ότι το χρέος της Ελλάδας είναι πολύ πιο απομονωμένο από τα τρωτά σημεία του παρελθόντος πριν η χώρα καταφέρει να απολαύσει μία διατηρήσιμη επιστροφή στις χρηματαγορές. Ο χρόνος μπορεί να αποδειχθεί ο καλύτερος σύμμαχος γι αυτό», προσθέτει.