Λίγο πριν την έναρξη της κατάθεσης των φορολογικών δηλώσεων η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων εξέδωσε τις απαιτούμενες οδηγίες με τις αλλαγές που περιλαμβάνει το φετινό έντυπο Ε1. Μεταξύ των αλλαγών περιλαμβάνονται και οι απαλλαγές από τεκμήρια διαβίωσης που κυριολεκτικά αφορούν εκατομμύρια ιδιοκτήτες οχημάτων και πάρα πολλούς κατόχους ΙΧ με κινητήρες άνω των 1.929 κ.εκ. εξαιτίας των υπέρογκων ποσών που καλούνται να καλύψουν οι ιδιοκτήτες τους.
Ειδικότερα συγκεκριμένες κατηγορίες φορολογουμένων, οι οποίοι επλήγησαν εντός του 2020 από την πανδημία του κορωνοϊού, απαλλάσσονται εφέτος από τα τεκμήρια, υπό όρους και προϋποθέσεις όπως:
1.αν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία βάσει ΚΑΔ το 2020 χαρακτηρίστηκε ως πληττόμενη λόγω κορωνοϊού ή ανεστάλη η λειτουργία της, ανεξαρτήτως χρονικού διαστήματος αναστολής,
iii. αν η σύμβαση ναυτολόγησης, ανεστάλη κατά τη διάρκεια οποτεδήποτε εντός του 2020,
3.αν εντάχθηκαν στον μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» εντός του 2020,
4.αν είναι ιδιοκτήτες ακινήτων, που έλαβαν μειωμένο μίσθωμα εντός του 2020, για το οποίο έχει υποβληθεί έστω και μία εγκεκριμένη δήλωση COVID -19, κατόπιν σχετικής επεξεργασίας από την ΑΑΔΕ.
(α) τουλάχιστον σε ένα από τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν προέκυψε εφαρμογή τεκμηρίων, επειδή ήταν υψηλότερα από τα δηλωθέντα εισοδήματα
(β) δεν υπήρξε αύξηση των αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών το 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019 και,
(γ) σε περίπτωση δαπάνης απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, η εν λόγω δαπάνη δικαιολογείται από τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά.
Αντιθέτως, χωρίς να επηρεάζεται η εφαρμογή του άρθρου 32 (δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), εάν το εισόδημα των φορολογουμένων αυτών και για τα δυο προηγούμενα φορολογικά έτη, προσδιορίστηκε κατόπιν εφαρμογής του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας, και για το φορολογικό έτος 2020 προκύπτει προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, τότε ως δαπάνη για το φορολογικό έτος 2020, λαμβάνεται υπόψη το μικρότερο ποσό αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών μεταξύ των φορολογικών ετών 2018, 2019 και 2020, υπό τον όρο ότι δεν υπήρξε αύξηση των αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών το 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019. Η διαφορά που προκύπτει στην περίπτωση αυτή, θα φορολογηθεί, λαμβανομένων υπόψη των κατηγοριών των επιμέρους εισοδημάτων του φορολογικού έτους 2020.