Για την πραγματοποίηση ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης 2,7% το 2017, που προαπαιτείται για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος προσαρμογής για τα φορολογικά έσοδα και το πρωτογενές πλεόνασμα, θα πρέπει να ενισχυθεί η επενδυτική δαπάνη στην ελληνική οικονομία, αναφέρει στην εβδομαδιαία έκθεσή της για την οικονομία η Alpha Bank.
Όπως σημειώνει η τράπεζα, η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος, η διασφάλιση της δέσμευσης για τη μορφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων διευθέτησης του χρέους και επακόλουθα η συμπερίληψη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ αποτελούν τους καταλύτες για την αύξηση των επενδύσεων το 2017 καθώς και για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που θα έχει πολλαπλασιαστική επίδραση στην καταναλωτική δαπάνη και των επομένων ετών. Η καθυστέρηση στην υλοποίηση των ανωτέρω θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο τη δυναμική της ανάκαμψης αλλά και τη δυνατότητα επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων.
Καταλύτες Ανάπτυξης: Πώς βοηθούν και γιατί πρέπει να επισπευσθούν.
Μία ασθενική ανάκαμψη είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε λιγότερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα και περισσότερες από τις αναμενόμενες κοινωνικές μεταβιβάσεις. Παράλληλα, σύμφωνα με την τράπεζα, διακρίνονται ήδη ορισμένοι κίνδυνοι που καθιστούν την επίσπευση της αξιολόγησης άκρως απαραίτητη.
Πρώτον, οι αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες στο πρώτο εννεάμηνο του νέου έτους σε συνδυασμό με την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού μπορεί να φέρουν σε δεύτερο πλάνο το ζήτημα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους. Δεύτερον, η διαφαινόμενη ενίσχυση των πληθωριστικών τάσεων στη Ζώνη του Ευρώ, αν και οφείλεται περισσότερο στις τιμές ενέργειας, οι οποίες σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ θα αυξηθούν κατά 19,9% το 2017 (έναντι πτώσης 15,9% το 2016), μπορεί να μειώσουν την πιθανότητα επέκτασης του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης μετά το τέλος του έτους, περιορίζοντας τα οφέλη από τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων ιδιαίτερα εάν υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση.
Όσο ταχύτερα λοιπόν τεθούν σε λειτουργία οι ανωτέρω καταλύτες τόσο ευχερέστερη είναι η επίτευξη του αναπτυξιακού σκοπού του προγράμματος για τους εξής λόγους.
Πρώτον, η βελτίωση των δεικτών εμπιστοσύνης και η αποκλιμάκωση των περιθωρίων επιτοκίων (spread ελληνικού γερμανικού) – ως αποτέλεσμα της συμμετοχής στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – σε επίπεδο που επιτρέπει την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές εκτιμάται (Alpha Bank Research, Δελτίο 2.12.2016) ότι μπορεί να συμβάλει κατά μία περίπου εκατοστιαία μονάδα στο ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ το 2017.
Δεύτερον, η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων σύμφωνα με το τρίτο πρόγραμμα θα επιφέρει σημαντική άνοδο των επενδύσεων, τόσο άμεσα στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής συναλλαγής, όσο και έμμεσα μέσω των δαπανών στη φάση υλοποίησης των σχετικών επενδυτικών σχεδίων (πχ. προμηθευτές, πρώτες ύλες, κατασκευαστές).
Τρίτον, η εισαγωγή των απαιτούμενων νομοθετικών παρεμβάσεων που συνδέονται με την δεύτερη αξιολόγηση για την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (μεταξύ άλλων διασαφήνιση του καθεστώτος αναδιαρθρώσεως δανείων με την εισαγωγή νέων εργαλείων, υιοθέτηση φορολογικών κινήτρων, οριστικοποίηση κανόνων για εξωδικαστικούς συμβιβασμούς) θα οδηγήσει σε μία αναδιάταξη του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας που αφενός θα προσελκύσει νέους επενδυτές και αφετέρου θα εξυγιάνει, όπου αυτό είναι εφικτό, αρκετές επιχειρήσεις ώστε να σχεδιάσουν εκ νέου την επιχειρηματική τους στρατηγική.