Οι επενδύσεις αποτελούν το “κλειδί” για επιστροφή στην ανάπτυξη, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, όπως τονίζουν, στο τελευταίο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο, οι αναλυτές της Alpha Bank.
Η ταχύτητα της αναμενόμενης εξόδου από την ύφεση στο δεύτερο εξάμηνο του 2016, θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα της χώρας να κινητοποιήσει εθνικούς πόρους και διεθνή κεφάλαια προς τις επενδύσεις, επισημαίνει, συγκεκριμένα, η ανάλυση, από όπου προκύπτει μια σειρά από παράγοντες που θα κρίνουν τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος – για την ακόλουθη προσέλκυση των ξένων επενδύσεων.
Ειδικότερα, κομβικής σημασίας, σύμφωνα με την Alpha Bank, είναι:
Η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων, η επιτάχυνση της διαδικασίας για τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος, αλλά και η σταθεροποιητική πορεία των δημοσίων οικονομικών – χωρίς να αποσπά τους πόρους για την ανάπτυξη – παράλληλα με την ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελαφρύνσεως των δαπανών εξυπηρετήσεως του δημοσίου χρέους.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το οικονομικό δελτίο της Alpha Bank:
H ενεργός ζήτηση στην ελληνική οικονομία διαμορφώνεται από την υποτονική εγχώρια ιδιωτική κατανάλωση ως αποτέλεσμα της μακροχρόνιας υφέσεως και των αυξημένων φορολογικών επιβαρύνσεων στην προσπάθεια δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς και από την ανθεκτικότητα του ελληνικού τουρισμού. Δεδομένου ότι οι βασικοί παράγοντες που διαμορφώνουν αυτό το σκηνικό, δεν αναμένεται να μεταβληθούν στο επόμενο έτος, καθίσταται σαφές ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας δύναται να προέλθει κυρίως μέσω της εκκινήσεως νέων επενδυτικών σχεδίων και της προσελκύσεως κεφαλαίων από την αλλοδαπή έτσι ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Σε δεύτερο χρόνο, η αυξημένη απασχόληση θα οδηγήσει σε αύξηση της ιδιωτικής καταναλώσεως ενεργοποιώντας εκ νέου την εγχώρια ζήτηση.
Η ταχύτητα συνεπώς της αναμενόμενης εξόδου από την ύφεση στο δεύτερο εξάμηνο του 2016, θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα της χώρας να κινητοποιήσει εθνικούς πόρους και διεθνή κεφάλαια προς τις επενδύσεις.
Οι επενδύσεις σε κατοικίες, που αποτελούσαν ιστορικά μία από τις ατμομηχανές του ελληνικού αναπτυξιακού μοντέλου, έχουν καταρρεύσει. Η υψηλή ανεργία, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθεσίμου εισοδήματος και την υψηλή σε σχέση με το παρελθόν φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας περιορίζει τις δυνατότητες ανακάμψεως των επενδύσεων σε κατοικίες στο βραχύ χρονικό ορίζοντα. Η περιστολή των δημοσίων επενδύσεων στα χρόνια τις κρίσεως αποτέλεσε συχνά πρόσθετο μηχανισμό “ύστατης προσφυγής” για την επίτευξη των τεθέντων δημοσιονομικών στόχων. Παρά τη σχετική σταθεροποίησή τους τα τελευταία χρόνια, τα περιθώρια ουσιαστικής ανάκαμψής τους είναι περιορισμένα δεδομένων των δημοσιονομικών στόχων που προβλέπει το νέο πρόγραμμα προσαρμογής.
Κατά συνέπεια, οι ιδιωτικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου εκτός κατοικιών, συνιστούν το βασικό πεδίο στο οποίο δύναται να διαμορφωθεί ισχυρή δυναμική ανακάμψεως στην παρούσα φάση. Η εξάλειψη της αβεβαιότητας και η επιστροφή της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία είναι κομβικής σημασίας για τούτο.
Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών, μετά την καθίζηση που υπέστη πέρυσι το καλοκαίρι, έχει επιστρέψει στα επίπεδα του μέσου όρου της περιόδου 2000- 2016 και είναι κατά πολύ υψηλότερος αυτού που επικράτησε στα χρόνια της κρίσης 2008- Ιούλιος 2016. Η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων και κυρίως η επιτάχυνση της διαδικασίας για τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος, που αναμένεται να ξεκινήσει το φθινόπωρο, μπορεί να τονώσει έτι περαιτέρω το οικονομικό κλίμα διαμορφώνοντας τις συνθήκες για την συμμετοχή των κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλαρώσεως της ΕΚΤ.
Παράλληλα, η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για την επανένταξη των ελληνικών κρατικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις, σε συνδυασμό με την τρέχουσα χαλαρή νομισματική πολιτική διευκολύνσεως που ακολουθεί η ΕΚΤ, επιδρά θετικά τόσο στη δυνατότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος να στηρίξει χρηματοδοτικά τον ιδιωτικό τομέα όσο και στην ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Καθοριστικής σημασίας είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τραπέζης της Ελλάδος, το 2016 θα επιτευχθεί η πλήρης και ταυτόχρονη άρση των βασικών δίδυμων ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας αφού η χώρα θα έχει επιτύχει πλεόνασμα τόσο στο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο όσο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η σταθεροποιητική πορεία των δημοσίων οικονομικών μπορεί να αποτελέσει θετικό σήμα για το επενδυτικό κοινό υπό την προϋπόθεση ότι δεν αποσπά τους πόρους για την ανάπτυξη. Για αυτό η αξιοποίηση του ανωτέρω αποτελέσματος, θα πρέπει να συνδυασθεί με την ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελαφρύνσεως των δαπανών εξυπηρετήσεως του δημοσίου χρέους – τουλάχιστον για την επόμενη πενταετία – που διατυπώθηκαν στο Eurogroup του περασμένου Μαΐου, έτσι ώστε να έχει σημαντική θετική επίδραση στην προσέλκυση του διεθνούς επενδυτικού ενδιαφέροντος. Θα διασφαλίζεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο ότι η αναπτυξιακή δυναμική δεν θα υπονομεύεται από την απόσπαση πόρων για την αποπληρωμή υψηλών βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων.