Το ευρύτερο κοινωνικό ζήτημα που προκαλεί το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού, καθώς και η ανάγκη αντιμετώπισής του μέσω της φορολογικής σταθερότητας και της στενής συνεργασίας όλων των ενδιαφερομένων μερών ήταν το κύριο αντικείμενο των εργασιών του συνεδρίου 2nd ANTI CORRUPTION FORUM: Για μία βιώσιμη οικονομία στον κλάδο του καπνού, που πραγματοποιήθηκε χθες Τρίτη 13 Φεβρουαρίου, στο Κτίριο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς και το υποστήριξαν το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και η Γενική Γραμματεία για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ενώ συμμετείχαν εκπρόσωποι από την European Anti-Fraud Office (OLAF) και την EUROPOL.
Οι συμμετέχοντες τόνισαν την ανάγκη της στενής συνεργασίας, του συντονισμού και της ύπαρξης ενός οργανωμένου σχεδίου δράσης όλων των ενδιαφερομένων μερών, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, προκειμένου να διασφαλιστούν τα δημόσια έσοδα, η εμπορική βιωσιμότητα και οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τους σημαντικούς Έλληνες και ξένους ομιλητές και συμμετέχοντες στο συνέδριο, το λαθρεμπόριο προϊόντων καπνού πλήττει την Ελλάδα σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, θέτοντας σε κίνδυνο μεταξύ άλλων αρκετές χιλιάδες οικογένειες, οι οποίες απασχολούνται σήμερα στην εφοδιαστική αλυσίδα του καπνού.
Την επιμέλεια του συνεδρίου και το συντονισμό των συζητήσεων στις θεματικές ενότητες είχε ο δημοσιογράφος και δικηγόρος Αντώνης Παπαγιαννίδης, ενώ όλοι οι συμμετέχοντες αναφέρθηκαν αναλυτικά στο παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού, αναφέροντας τις πτυχές που το συνθέτουν, με βάση την εμπλοκή τους στην αντιμετώπισή του.
Από την πλευρά της πολιτείας, το συνέδριο χαιρέτισε ο Υφυπουργός Εξωτερικών, κ. Τέρενς Κουίκ, ο οποίος διαβεβαίωσε για την πολιτική βούληση της κυβέρνησης, ενώ σημείωσε ότι η πολιτική ηγεσία είναι ανοιχτή στο διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους και στη συνεργασία με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Παράλληλα, ο Γενικός Γραμματέας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, κ. Κωνσταντίνος Χρήστου στην ομιλία του σημείωσε πως το παράνομο εμπόριο καπνικών προϊόντων αποτελεί μείζον θέμα με πολύ σημαντικές διαστάσεις σε οικονομικό, κοινωνικό αλλά και πολιτικό επίπεδο. Τόνισε, δε, πως η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησης, γι’ αυτό και έχουν ληφθεί σημαντικές πρωτοβουλίες στη χώρα μας, δομημένες πάνω στο τρίπτυχο πρόληψη, καταστολή κι ευαισθητοποίηση. Το λαθρεμπόριο προϊόντων καπνού κατά κανόνα σχετίζεται άμεσα, όπως είπε, με το οργανωμένο έγκλημα, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και τη διαφθορά, ενώ αναφερόμενος στο θεσμό της προστασίας μαρτύρων, υποστήριξε πως η Γενική Γραμματεία για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, εργάζεται για την περαιτέρω ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου για την προστασία των μαρτύρων που βοηθούν στην αποκάλυψη εγκλημάτων διαφθοράς αλλά και λαθρεμπορίας. Στην ομιλία του, παρουσίασε νομοσχέδια, όπως η σύσταση μικτού διϋπηρεσιακού συλλογικού οργάνου, με την επωνυμία «Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο» (Σ.Ε.Κ.), το οποίο θα ενισχύει το συντονισμό για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου.
Σύμφωνα με τον Ειδικό Γραμματέα Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών, κ. Σταύρο Θωμαδάκη, οι επιπτώσεις από το λαθρεμπόριο δεν είναι μόνο οικονομικές, αλλά και κοινωνικές καθώς δεν τηρούνται τα ποιοτικά πρότυπα στα λαθραία προϊόντα ενώ σύμφωνα με έρευνα των αρμόδιων υπηρεσιών αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Παράλληλα τόνισε ότι πίσω από τη λαθρεμπορία βρίσκονται πολύ καλά δομημένες εγκληματικές οργανώσεις.
Η κα Ζέφη Νικολάου, μέλος του Δ.Σ. της οργάνωσης «Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς», υπογράμμισε πως η διαφθορά δεν αντιμετωπίζεται με ευχολόγια, κοστίζει 2 τρισ. δολάρια ετησίως σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ μόνο για το 2015 εκτιμάται ότι οι κυβερνήσεις της ΕΕ αποστερήθηκαν περισσότερα από 11 δισ. ευρώ από φορολογικά έσοδα. Για την Ελλάδα εκτιμάται ότι χάθηκαν πάνω από 600 εκατ. ευρώ, ενώ θα μπορούσε να διασφαλιστεί τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ έως το 2019 εφόσον υπάρξουν.