Την ανάγκη για περαιτέρω ενίσχυση της πολιτικής συνοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση επισημαίνει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης, αναγνωρίζοντας ότι στήριξε την Ελλάδα στην πιο επώδυνη κρίση της.
Σε τηλεφωνική συνέντευξή του στο Euractiv.com ο υπουργός τονίζει ότι τα κράτη μέλη της Ένωσης πρέπει να παραμείνουν ενωμένα στη διατήρηση ή και ενίσχυση της πολιτικής συνοχής στο επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, καθώς όπως εξηγεί δεν είναι απλώς ένα χρηματοδοτικό εργαλείο, αλλά μια ολοκληρωμένη στρατηγική σύγκλισης, ένα μέσο για την άμβλυνση περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων, τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και της επιχειρηματικότητας και τη δημιουργία των θέσεων εργασίας, αναφέρει το newmoney.gr.
«Υπάρχουν δυστυχώς φωνές οι οποίες με αφορμή γεγονότα όπως το Brexit μιλούν για συρρίκνωση αυτής της πολιτικής. Εμείς λέμε ότι είναι ταυτοτικό στοιχείο της ΕΕ η πολιτική συνοχής. Πρέπει και σε επίπεδο χρηματοδοτικό και σε επίπεδο, διαδικασιών, σχεδιασμού και υλοποίησης πολιτικών να αναβαθμιστεί την επόμενη περίοδο»αναφέρει χαρακτηριστικά, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι υπάρχει σημαντικός βαθμός συναίνεσης σε αυτή την κατεύθυνση.
Ο κ. Χαρίτσης υπογραμμίζει πως στην κρίση η πολιτική συνοχής και η συνεργασία που με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές υπηρεσίας λειτούργησαν ως στήριγμα για τη χώρα, θυμίζοντας ότι η Ελλάδα ανέβηκε στην κορυφή των σχετικών πινάκων απορρόφησης των κονδυλίων.
Όσον αφορά στην επομένη της λήξης του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, σημειώνει πως «οι προκλήσεις είναι ακόμα μεγαλύτερες για την αξιοποίηση των πόρων για αυτό και σχεδιάζονται προγράμματα τα οποία μοχλεύουν τους διαθέσιμους πόρους και με ιδιωτικά κεφάλαια για να δημιουργηθεί ένα μεγαλύτερο επενδυτικό ρεύμα τώρα που η κατάσταση στην ελληνική οικονομία βελτιώνεται».
Ο κ. Χαρίτσης εκφράζει επίσης την αντίθεση της Ελλάδας στην πρόταση να χρησιμοποιθούν χρήματα των περιφερειακών ταμείων, προκειμένου να ενισχυθούν άλλες προτεραιότητες, όπως το μεταναστευτικό και η ασφάλεια. «Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση» να γίνεται κάτι τέτοιο σημειώνει, υπενθυμίζοντας ότι πριν από λίγες εβδομάδες η ελληνική κυβέρνηση παρουσίασε 10 θέσεις για την πολιτική συνοχής στο επόμενο διάστημα. Αυτές, όπως αναφέρει, περιλαμβάνουν συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς μπορούν να αντληθούν νέοι χρηματοδοτικοί πόροι, κονδύλια, ώστε να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα.
Σχετικά με την άποψη που υπάρχει για λιγότερα περιφερειακά και περισσότερο ιδιωτικό χρήμα μέσω του Σχεδίου Γιούνκερ, ο αναπληρωτής υπουργός είπε ότι αυτή είναι μια προσέγγιση που έχει υπάρξει σε ευρύτερους κύκλους και στις Βρυξέλλες, αλλά η θέση της χώρας μας είναι ότι αυτό που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή και το επόμενο διάστημα είναι η πλήρης αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πηγών.
«Τα κράτη μέλη, οι περιφέρειες και οι τοπικές αρχές είναι αυτές που δείχνουν καλύτερα από τον καθένα ποιες είναι οι πραγματικές τους ανάγκες σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Χρειαζόμαστε ενίσχυση των περιφερειακών κονδυλίων άρα της πολιτικής συνοχής. Από εκεί και πέρα αυτό θα πρέπει να συμπληρωθεί και με την αξιοποίηση κονδυλίων από το σχέδιο Γιούνκερ και άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα τα οποία έχουν τη δυνατότητα να μοχλεύσουν και ιδιωτικούς πόρους σε αυτή την κατεύθυνση και τη προσέγγιση περισσότερων επενδύσεων. Δεν τα βλέπουμε αυτά αντιπαραθετικά, αντιθέτως τα βλέπουμε απολύτως συμπληρωματικά μεταξύ τους» αναφέρει, προσθέτοντας ότι δεν είναι τυχαίο πως η Ελλάδα, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων τον Φεβρουάριο του 2018 είναι στη 1η θέση της αξιοποίησης των πόρων του σχεδίου Γιούνκερ. «Αυτό έχει να κάνει ακριβώς με το γεγονός ότι προσπαθούμε και το επιτυγχάνουμε να αξιοποιούμε αυτούς τους πόρους συμπληρωματικά μαζί και με τους πόρους των διαρθρωτικών ταμείων» τονίζει.
Για την προληπτική γραμμή
Ο αναπληρωτής υπουργός αναφέρει ότι έχει ξεπεραστεί προ πολλού σε ευρωπαϊκό επίπεδο η συζήτηση περί της προληπτικής γραμμής στήριξης, σημειώνοντας: «Νομίζω ότι αφορά πλέον μόνο σε κάποιους κύκλους στο εσωτερικό της χώρας που εξυπηρετούν δικές τους σκοπιμότητες και όχι, σε αυτή τη φάση, το συμφέρον της χώρας που είναι μια ασφαλής έξοδος από το πρόγραμμα». Αυτός είναι ο στόχος που εξυπηρετούμε, συνεχίζει, προσθέτοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε πρωτοβουλία και πρότεινε η ίδια στις ευρωπαϊκές αρχές την εκπόνηση ενός ολιστικού αναπτυξιακού στρατηγικού σχεδίου.