Η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάνρτ προσπάθησε σήμερα να πείσει τους δικαστές ότι δεν επέδειξε αμέλεια υπογράφοντας την καταβολή ενός ποσού ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ από το γαλλικό κράτος προς έναν μεγαλοεπιχειρηματία το 2008.
Η Λαγκάρντ, 60 ετών, αντιμετωπίζει κατηγορίες για αμέλεια που οδήγησε σε κατάχρηση δημόσιου χρήματος όταν ενέκρινε, ως υπουργός Οικονομικών, έναν σπάνιο εξωδικαστικό διακανονισμό με τον μεγιστάνα Μπερνάρ Ταπί έπειτα από μια πολύχρονη διαμάχη.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου, Μαρτίν Ρακτ-Μαντού, ρώτησε ειδικότερα τη Λαγκάρντ γιατί δεν υπέβαλε περισσότερες ερωτήσεις για τα 45 εκατομμύρια ευρώ που επιδικάστηκαν ως αποζημίωση στον διακανονισμό ενώ η αρχική συμφωνία για την επιδίωξη διαιτησίας δεν περιελάμβανε την καταβολή αποζημιώσεων.
“Είναι γροθιά στο στομάχι, δεν σας κάνει να αντιδράτε;”, αναρωτήθηκε η Μαντού κατά τη δεύτερη ημέρα της δίκης, συγκρίνοντας την εντολή να καταβληθούν στον Ταπί αποζημιώσεις με τα 30.000-50.000 ευρώ που επιδικάζονται συνήθως στους γονείς ως αποζημίωση για τον θάνατο ενός παιδιού.
Η Λαγκάρντ επέμεινε ότι είχε “σοκαριστεί, αιφνιδιαστεί, μείνει έκπληκτη” από την απόφαση της διαιτησίας, είπε όμως επίσης πως η υπόθεση ήταν μακράν το μοναδικό πιεστικό θέμα το οποίο είχε να αντιμετωπίσει καθώς ξεσπούσε η παγκόσμια οικονομική κρίση.
“Η εμμονή μου εκείνη την εποχή ήταν η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που μας απειλούσε”, δήλωσε στο δικαστήριο, προσθέτοντας πως αποφάσισε να μην αμφισβητήσει την απόφαση ώστε να μην αυξηθούν περαιτέρω τα νομικά έξοδα και να κλείσει μια διαμάχη που κράτησε πάνω από 15 χρόνια.
Η Λαγκάρντ αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να της επιβληθεί ποινή φυλάκισης ενός έτους και πρόστιμο 15.000 ευρώ, αν καταδικαστεί. Η επιβολή της μεγαλύτερης ποινής θα μπορούσε να προκαλέσει ερωτήματα για την ικανότητά της να ηγείται του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, όπου ο προκάτοχός της Ντομινίκ Στρος-Καν παραιτήθηκε το 2011 έπειτα από ένα σκάνδαλο σεξουαλικής επίθεσης.
Η υπόθεση εκδικάζεται από ειδικό δικαστήριο που εξετάζει υποθέσεις πρώην ή εν ενεργεία υπουργών. Το δικαστήριο αποτελείται από 15 δικαστές, στους οποίους περιλαμβάνονται και 12 νομοθέτες και από τα δύο σώματα του Κοινοβουλίου.
Η Λαγκάρντ υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολιτικά κίνητρά πίσω από την υπόθεση, σημειώνοντας ότι βουλευτές της αντιπολίτευσης προσέφυγαν εναντίον της. Ωστόσο αρνήθηκε ότι οι αποφάσεις της ήταν πολιτικά υποκινούμενες αν και ο Ταπί ήταν φίλος και υποστηρικτής του συντηρητικού τότε προέδρου Νικολά Σαρκοζί.
“Δεν έλαβα ποτέ οποιεσδήποτε οδηγίες, είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλον”, είπε.
Η δίκη αναμένεται να διαρκέσει έως τις 20 Δεκεμβρίου.