Αντιμέτωπη με ολόκληρο πακέτο απαιτήσεων των δανειστών βρίσκεται αντιμέτωπη η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση για τα εργασιακά. Περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μεικτό σύστημα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, μειώσεις αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, δυνατότητα απασχόλησης με μειωμένα ωράρια και κατάργηση της μονιμότητας υπαλλήλων ΔΕΚΟ και οργανισμών που ιδιωτικοποιούνται
Επίσης, επανέρχεται το θέμα του 13ου και 14ου μισθού στη βάση της προαιρετικής και όχι της υποχρεωτικής καταβολής τους αλλά και ανατροπές στο καθεστώς των απολύσεων, των υπερωριών και στα συνδικαλιστικά προνόμια
Το μεικτό σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού θα λειτουργεί με βάση επιστημονικά δεδομένα -ανεργία, πορεία οικονομίας και κλάδων ευρωπαϊκές τάσεις κ.λπ. – και θα καθορίζει τα όρια μέσα στα οποία θα μπορούν να συζητούν οι κοινωνικοί εταίροι για τον κατώτατο μισθό.
Στα«non paper» με τις προτάσεις των δανειστών γίνεται αναφορά στην κατάργηση των δώρων και αντικατάσταση τους σε προαιρετική βάση με χρηματικά μπόνους, ανεξάρτητα από το αν στο σύνολό τους οι μισθοί του έτους θα είναι 12 ή 13 ή και 14.
Αλλαγές δρομολογούνται και για τις ΔΕΚΟ, για τους υπαλλήλους τους, αλλά και άλλων κρατικών οργανισμών που ιδιωτικοποιούνται καθώς και η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος από το κράτος στους ιδιώτες επενδυτές θα επιφέρει αυτόματη κατάργηση της μονιμότητας.
Το μεικτό σύστημα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού προκρίνεται και από μέλη της επιτροπής για τα εργασιακά, που θα παραδώσει πόρισμα στο τέλος του μήνα. Δεν απορρίπτεται από το υπουργείο Εργασίας ως εναλλακτική διέξοδος στη νομοθετημένη πρόβλεψη να καθορίζει το βασικό μισθό το κράτος.
Το σύστημα αυτό, όπως αποκαλύπτει το δημοσίευμα, προσιδιάζει στη λεγόμενη «Low Pay Comission» (μοντέλο Αγγλίας) που καθορίζει ένα εύρος εξέλιξης του κατώτατου μισθού, προς τα πάνω ή και προς τα κάτω, εντός του οποίου θα μπορούν να διαπραγματεύονται εργοδότες και εργαζόμενοι μέσα από τις οργανώσεις τους.
Και αυτό γιατί είναι δεδομένη η άρνηση των δανειστών να επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στο επίπεδο που ήταν προ Μνημονίου και επίσης είναι δεδομένο ότι δεν υφίσταται θέμα επαναφοράς της επεκτασιμότητας και της υποχρεωτικότητας των συλλογικών συμβάσεων για τους εργοδότες που δεν εκπροσωπούνται στις διαπραγματεύσεις.
Ανάμεσα στις προτάσεις (που μελετά και το υπουργείο Εργασίας) είναι και νομοθέτηση της μείωσης των ωρών εργασίας, ώστε, αντί οι εργαζόμενοι να υπογράφουν συμβάσεις εκ περιτροπής απασχόλησης (δουλειά για 2 ή 3 μέρες την εβδομάδα), να επιτραπεί με νόμο η εργασία για λίγες ώρες κάθε μέρα χωρίς σύμβαση μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας! Στην ουσία προτείνονται μισθοί με την ώρα και όχι με το μήνα.
Το μικτό σύστημα, θα λειτουργεί με επιστημονικά δεδομένα (ανεργία, πορεία οικονομίας και κλάδων, ευρωπαϊκές τάσεις κ.λπ.) και θα καθορίζει τα όρια μέσα στα οποία θα μπορούν να συζητούν οι κοινωνικοί εταίροι για τον κατώτατο μισθό. Η επιτροπή θα μπορεί να απαρτίζεται από πρόσωπα κύρους (επιστήμονες της εργασίας, νομικούς, καθηγητές) και θα έχει στην ουσία την αρμοδιότητα να βάζει «κόφτη» σε αυξήσεις που θα διεκδικούν οι εργαζόμενοι αλλά και σε μειώσεις που θα επιδιώκει η εργοδοτική πλευρά για τον κατώτατο μισθό.
Το εύρος, για παράδειγμα, των διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό μπορεί να είναι είτε μέχρι 2%, 3% αύξηση είτε και μέχρι 2%, 3% μείωση ανάλογα με συνθήκες οικονομίας.
Η επιτροπή, για παράδειγμα, θα μπορεί να κρίνει ότι ο μισθός των 586 ευρώ δεν θα μπορεί να μειωθεί κάτω από τα 560 ευρώ, όπως και ότι δεν θα μπορεί να αυξηθεί πάνω από τα 600 ευρώ. Μέσα στα όρια αυτά θα μπορούν να κινηθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και το αποτέλεσμά τους θα είναι δεσμευτικό για όλες τις πλευρές.
Στο πόρισμα θα προτείνεται ακόμη, η κατάργηση των Ενώσεων Προσώπων που συστήνονται ακόμη και από 3 εργαζομένους (ανάλογα με το μέγεθος μιας επιχείρησης) και οι συμφωνίες τους με την εργοδοτική πλευρά δεσμεύουν πολύ περισσότερους. Στις τουριστικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα, που συνήθως απασχολούν πολλούς εποχικούς εργαζομένους, οι συμβάσεις και οι όροι εργασίας καθορίζονται ερήμην τους από Ενώσεις Προσώπων, η διαπραγματευτική ισχύς των οποίων δεν είναι αποτελεσματική.