Την απόφαση της κυβέρνησης να νομοθετήσει τα «μέτρα ελάφρυνσης» σχολίασε ο Υπουργός Οικονομικών στη Συνέντευξη Τύπου μετά και τη… φιέστα παροχολογίας Τσίπρα στο Ζάππειο.
«Μπορεί να είμαι πιο σύντομος από ό,τι είχα σχεδιάσει, από ό, τι φαίνεται τα οικονομικά του Αλέξη βελτιώνονται πιο γρήγορα από τα ελληνικά τα δικά μου. Νομίζω ότι όταν οι ιστορικοί του μέλλοντος θα εξετάσουν τις δυο 4ετίες του ΣΥΡΙΖΑ 2015 – 2019 και 2019 – 2023, θα πούνε ότι η χρονική στιγμή καμπής ήταν το καλοκαίρι του 2017 στο Eurogroup της Μάλτας, αναφέρει το moneypress.gr.
Εκεί είναι που φάνηκε ότι μπορεί να αλλάξει η ελληνική οικονομία, ότι μπορεί να πάρει κάτι για το χρέος, ότι υπήρχε καθαρός διάδρομος εξόδου από αυτή την κρίση. Όπως είπε ο Πρωθυπουργός δουλέψαμε με σχέδιο, με τεκμηρίωση και με συμμαχίες. Με αυτά τα τρία βγήκαμε στην αγορά αμέσως μετά από τη Μάλτα, τον Ιούλιο του 2017 και τώρα έχουμε βγει πρόσφατα στις αγορές και με 5ετές και με 10ετές ομόλογο.
Με τεκμηρίωση και συμμαχίες κάναμε αναδιάρθρωση του χρέους και με αυτό τον τρόπο έχουμε 15 χρόνια καθαρό διάδρομο για να σχεδιάσουμε την αναπτυξιακή μας πολιτική και όχι μόνο με αυτά τα μέτρα, αλλά και με μικρά μέτρα για το χρέος, όπως έχουμε αλλάξει ένα μεγάλο τμήμα του χρέους μας από κινούμενα επιτόκια σε σταθερά επιτόκια που έχει πολύ μεγάλο κέρδος.
Με σχέδιο και τεκμηρίωση και συμμαχίες δεν μειώθηκαν οι συντάξεις και από ότι φαίνεται και από την αποδοχή που ακούσατε και σήμερα, αλλά και προηγούμενα από τον Πιερ Μοσκοβισί, αλλά και τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν για το αφορολόγητο.
Συζητάμε σήμερα για τα μέτρα του 2019 και του 2020. Και συζητάμε στην ουσία το πρόβλημα της υπεραπόδοσης που είχαμε αυτά τα χρόνια στα δημοσιονομικά μας. Έχει γίνει πάρα πολύ μεγάλη συζήτηση για ποιους λόγους είχαμε αυτή την υπεραπόδοση. Υπάρχουν πάρα πολλοί λόγοι, αλλά μόνο ένας λόγος δεν υπήρχε. Ότι το σχεδιάσαμε και το είχαμε ως στόχο. Θα ήταν ανεπίτρεπτο και χωρίς οικονομική λογική να έχουμε στόχο την υπεραπόδοση.
Το μόνο θετικό σε αυτή την υπεραπόδοση είναι ότι δημιουργήσαμε αξιοπιστία. Αυτό που εξήγγειλε τώρα ο κ. Πρωθυπουργός είναι μια στρατηγική που βασίζεται σε αυτή την αξιοπιστία. Η Ν.Δ. μας λέει: να κερδίσω τις εκλογές, να δημιουργήσω αξιοπιστία και κάποτε θα μπορέσω να μειώσω τα πρωτογενή πλεονάσματα. Εμείς κερδίσαμε την αξιοπιστία και γι’ αυτό μπορούμε να παρουσιάσουμε αυτά τα έργα. Και μπορούμε να τα παρουσιάσουμε αυτά τα έργα γιατί έχουμε τις συμμαχίες και τα επιχειρήματα για ποιο λόγο αυτά τα σχέδια είναι θετικά για όλους.
Να ξεχωρίσω την παρέμβασή μου για τα μέτρα του 2019 και του 2020. Τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός για το 2019 είναι μια αλλαγή πλεύσης από τα προηγούμενα χρόνια. Εντός του μνημονίου ήμασταν πολύ περιορισμένοι -παρά το ότι βλέπαμε ότι δημιουργείται υπερβολικό πλεόνασμα- για να το ξοδέψουμε αυτό εκ των προτέρων. Και γι’ αυτό γινόταν το 2016, το 2017 και το 2018 μια πληρωμή εκ των υστέρων, στο τέλος του χρόνου με το κοινωνικό μέρισμα που βεβαίως ήταν θετικό, που βεβαίως βοήθησε πάρα πολλές και πάρα πολλούς συμπολίτες μας, αλλά συγχρόνως δεν είναι η άριστη αντιμετώπιση της οικονομικής πολιτικής.
Άρα η διαφορά σήμερα είναι, ότι αυτά τα μέτρα τα λαμβάνουμε εκ των προτέρων και μπορούμε να τα λάβουμε εκ των προτέρων, γιατί έχουμε δημιουργήσει αυτό το χώρο ώστε να μπορούμε το Μάη να τα νομοθετήσουμε.
Πάω τώρα στο 2020. Εδώ έχουμε μια κατάσταση που νομίζουμε ότι οδηγεί σε ένα win – win. Γιατί είναι win – win; Εμείς λέμε με τα επιχειρήματά μας που θα παρουσιάσουμε και στους θεσμούς και στα κράτη μέλη, ότι εσείς παραμένετε στα συμφωνηθέντα. Είναι προφανές σε μένα και νομίζω ότι θα είναι και προφανές σε πάρα πολλούς υπουργούς Οικονομικών στην ευρωζώνη, ότι το 3,5% δεν ήταν μια τιμωρία για την ελληνική οικονομία, δεν ήταν κάτι εκδικητικό, ήταν η δική μας συνεισφορά στην απομείωση του χρέους.
Άρα η δική μας συνεισφορά στην απομείωση του χρέους ήταν 3,5% κάθε χρόνο. Το 2020, το 2021 και το 2022. Θα πηγαίνανε 3,5% από τα πλεονάσματά μας προς το χρέος. 3,5% υποσχεθήκαμε, 3,5% θα πάρουμε. Είτε θα το πάρουμε από τον ειδικό λογαριασμό, είτε θα το πάρουμε γιατί έτσι και αλλιώς πάλι θα έχουμε υπεραπόδοση με την ενισχυμένη ανάπτυξη που περιμένουμε από το πακέτο των μέτρων, αλλά εάν δεν υπάρχει αυτό, είναι κλειδωμένα αυτά τα λεφτά, είναι η εγγύησή μας.
Άρα έχουμε ένα πλαίσιο που η ελληνική οικονομία και κοινωνία είναι πολύ καλύτερα, γιατί μπορούμε να σπρώξουμε την ανάπτυξη, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για τα επόμενα δυο χρόνια και για την πραγματική οικονομία και για τους πολίτες και για τις τράπεζες για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που έχουν.
Και συγχρόνως να μπορέσουμε να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας. Θεωρώ δηλαδή ότι όπως πήγαμε για τις συντάξεις και όπως πάμε με το αφορολόγητο με πολύ σαφή επιχειρήματα, με πολύ μεγάλη τεκμηρίωση, μπορούμε, όταν είναι η ώρα, να συζητήσουμε και το θέμα των πλεονασμάτων.
Άρα αυτή η στρατηγική που σας παρουσίασε ο Πρωθυπουργός είναι μια στρατηγική που δεν βασίζεται στον αέρα. Δεν βασίζεται σε ελπίδες. Δεν βασίζεται σε ευχές, αλλά σε μια στρατηγική που τη δημιουργήσαμε από το καλοκαίρι του 2017, για να μπορέσουμε όταν βγούμε από την κρίση και από τα μνημόνια, να αλλάξουμε την εικόνα της χώρας.
Δεν έχω το χρόνο να πω περισσότερα και είμαι σίγουρος ότι θα έχετε ερωτήματα. Μόνο θα ήθελα να ξέρετε ότι αυτό που παρουσιάσαμε τώρα είναι δημοσιονομική πολιτική. Βέβαια το μέλλον της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται και από την αναπτυξιακή μας στρατηγική που είναι πολύ σύνθετη και δημοσιευμένη και μπορείτε να τη διαβάσετε από το site του υπουργείου Οικονομικών. Είναι επίσης και το πώς αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα που κληρονομήσαμε για το εσωτερικό χρέος είτε είναι προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία, είτε είναι προς τη φορολογία (όπως τα εξηγήσαμε με την υπουργό εργασίας στη συνέντευξη τύπου την Κυριακή στο υπουργείο Οικονομικών() Είναι και το πώς αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα που κληρονομήσαμε για τις τράπεζες με τα κόκκινα δάνεια. Αυτή η αναπτυξιακή ροπή θα βοηθήσει και τις τράπεζες.
Είναι δηλαδή πολλά κομμάτια του παζλ που έρχονται μαζί αυτή τη στιγμή. Και είναι σημαντικό για τον ελληνικό λαό να ξέρει ότι η αξιοπιστία που δημιουργήθηκε, κάποτε έπρεπε να κεφαλαιοποιηθεί. Και τώρα είναι που μπορούμε να την κεφαλαιοποιήσουμε με την πολιτική που έχουμε εφαρμόσει και την πολιτική που θα εφαρμόσουμε μέχρι τις εκλογές και μετά από τις εκλογές.