Η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές, η μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική πορεία της χώρας, αλλά και τα προαπαιτούμενα που ζητούν οι θεσμοί, αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο της οικονομικής επικαιρότητας την τρέχουσα εβδομάδα.
Έτσι, το συνέδριο του Economist που θα πραγματοποιηθεί την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα, Τρίτη και Τετάρτη 27 και 28 Ιουνίου αντίστοιχα, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ελληνική πλευρά να ξαναβάλει στο κάδρο το χρέος και το QE.
Αυτό διότι θα βρεθούν στην Αθήνα προκειμένου να μιλήσουν στην 21η Συζήτηση Στρογγυλής Τραπέζης του Economist με την Κυβέρνηση της Ελλάδας, ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, ο Ντέκλαν Κοστέλο (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), ο Φραντσέσκο Ντρούντι (ΕΚΤ) και ο ΝικόλαΤζιαμαρόλι (ESM). Η Ντέλια Βελκουλέσκου του ΔΝΤ θα μιλήσει στο συνέδριο μέσω τηλεσύνδεσης από την Ουάσιγκτον, αναφέρει το ependisinews.
Άλλωστε το ίδιο το θέμα της στρογγυλής τράπεζας του Economist, «Επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές», προσφέρεται για νέες πιέσεις μετά το «ψαλίδισμα» των προσδοκιών για συνολική λύση από τους Ευρωπαίους εταίρους.
Η χρονική στιγμή που διοργανώνεται το συνέδριο θεωρείται ιδανική για την Αθήνα, η οποία περιμένει τις εκθέσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) από τους δανειστές έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την ποσοτική χαλάρωση και εν συνεχεία για τις αγορές.
Στις 27 Ιουλίου, οπόταν συνεδριάζει το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, θα μάθουμε νεότερα για τη «συμφωνία επί της αρχής» και των κεφαλαίων έως 2 δισ. ευρώ που θα λάβει σε μεταγενέστερη φάση -και εφόσον τα έχει ανάγκη – η Αθήνα από το Ταμείο.
Μετά την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s η προσοχή εστιάζεται στις κινήσεις προετοιμασίας για την έξοδο της Ελλάδος στις αγορές, κάτι που ο Κλάους Ρέγκλινγκ έχει τοποθετήσει ακόμη και εντός του 2017. Στο συνέδριο του Economist αναμένεται να επεκταθεί επί του συγκεκριμένου θέματος.
Στο πλαίσιο του συνεδρίου οι Ρέγκλινγκ, Κοστέλο, Ντρούντι και Τζιαμαρόλι αναμένεται να ερωτηθούν και για την πρόβλεψη του πρόσφατου Eurogroup ότι η Ελλάδα θα πρέπει από το 2023 έως το 2060 να καταγράφει πρωτογενή πλεονάσματα ίσα ή μεγαλύτερα του 2% του ΑΕΠ.
Την ατζέντα των εργασιών θα πλαισιώσουν ευρύτερα διεθνή ζητήματα, όπως η πορεία υλοποίησης του Brexit στον απόηχο των βρετανικών εκλογών, η συνεργασία του γαλλογερμανικού άξονα μετά την εκλογή Μακρόν και πριν από τις γερμανικές εκλογές, καθώς και οι διατλαντικές εμπορικές και γεωπολιτικές σχέσεις στην εποχή του Ντόναλντ Τραμπ.