Με καθυστέρηση που ξεπερνά τους 6 μήνες και έχει ήδη κοστίσει την απώλεια σημαντικού ύψους φορολογικών εσόδων, προωθεί για ψήφιση στη Βουλή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών σημαντικές διατάξεις για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής που διαπράττεται μέσω της μη έκδοσης αποδείξεων και άλλων φορολογικών στοιχείων.
Η περίφημη τροπολογία με τις διατάξεις που προβλέπουν την ηλεκτρονική διασύνδεση των ταμειακών μηχανών και των λοιπών ηλεκτρονικών φορολογικών μηχανισμών των επιχειρήσεων με τις πληροφοριακές υποδομές της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του υπουργείου Οικονομικών,καθώς επίσης και την υποχρέωση των επιτηδευματιών που δεν έχουν ταμειακές μηχανές ή άλλους φορολογικούς μηχανισμούς να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στην Γ.Γ.Π.Σ. τα δεδομένα των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων, θα περιληφθεί τελικά στο νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου προϊόντων καπνού, το οποίο θα κατατεθεί τις προσεχείς ημέρες στη Βουλή.
Η τροπολογία αυτή ήταν έτοιμη από τον Ιανουάριο αλλά η κατάθεσή της είχε «παγώσει» με απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών και των δανειστών.
Στο νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καπνικών προϊόντων θα ενταχθεί εξάλλου και μια άλλη διάταξη με την οποία θα αυξάνεται από 10 σε 30 μέρες το χρονικό περιθώριο για τη δήλωση μεταβολών στο Μητρώο του TAXIS (αλλαγή έδρας επιχείρησης, έναρξη, μεταβολή ή λήξη επαγγελματικής δραστηριότητας κ.λπ.).
Πιθανή και η άμεση επαναφορά των προστίμων για τις αποδείξεις
Πληροφορίες αναφέρουν εξάλλου, ότι στο ίδιο νομοσχέδιο εξετάζεται να ενταχθούν και οι ρυθμίσεις που θα προβλέπουν την επαναφορά των προστίμων για τη μη έκδοση ή την ανακριβή έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων.
Όμως το εάν τελικά θα συμβεί αυτό ή εάν οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις θα ενταχθούν σε επόμενο φορολογικό νομοσχέδιο (π.χ. στο σχέδιο νόμου για το «πλαστικό χρήμα») θα εξαρτηθεί από το εάν θα προλάβει το υπουργείο Οικονομικών να οριστικοποιήσει σύντομα ή όχι το ύψος των νέων προστίμων. Υπενθυμίζεται ότι τα πρόστιμα για τη μη έκδοση αποδείξεων καταργήθηκαν από τα μέσα Οκτωβρίου του 2015, με τις διατάξεις του ν. 4337/2015.
Αναλυτικά, οι επιπλέον διατάξεις που είναι ήδη έτοιμες και θα ενταχθούν από το υπουργείο Οικονομικών στο νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καπνικών προϊόντων προβλέπουν τα εξής:
1) Υποχρεωτική ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων στη Γ.Γ.Π.Σ. μεταξύ των άλλων και με διασύνδεση των ταμειακών μηχανών και των λοιπών ηλεκτρονικών φορολογικών μηχανισμών με τις πληροφοριακές υποδομές της Γ.Γ.Π.Σ.:
α) Όλα τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς επίσης και όλα τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες θα υποχρεούνται να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στις πληροφοριακές υποδομές της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών τα δεδομένα όλων των φορολογικών στοιχείων που εκδίδουν (π.χ. των παραστατικών που σχετίζονται με χονδρικές ή λιανικές συναλλαγές), ανεξάρτητα από τον τρόπο έκδοσής τους (ηλεκτρονικά ή χειρόγραφα).
β) Με απόφαση του υπουργού Οικονομικών θα καθοριστούν η έκταση εφαρμογής και οι ειδικότερες υποχρεώσεις των συναλλασσομένων (φυσικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματικές δραστηριότητες, νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων), η διαδικασία και οι τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση, την ασφάλεια και την επεξεργασία των δεδομένων καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη διαβίβασή τους.
γ) Υπεύθυνη για τη διαβίβαση, την επεξεργασία, τη διαχείριση και τη διάθεση των δεδομένων των συναλλαγών, είναι η Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (Δ.ΥΠ.ΗΛ.Υ.) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
δ) Για κάθε συναλλαγή για την οποία ο υπόχρεος δεν διαβιβάζει τα δεδομένα της θα επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ.
ε) Το νομοθετικό κενό που είχε δημιουργηθεί από την 1η-1-2015, με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 4308/2014 για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (με τις οποίες καταργήθηκαν οι εξουσιοδοτικές διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 26 του ν. 3943/2011, με συνέπεια να μην είναι δυνατή πλέον η έκδοση υπουργικής απόφασης για την ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών από τις ταμειακές μηχανές στον εξυπηρετητή (server) που βρίσκεται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων & Διοικητικών Υπηρεσιών) καλύπτεται με επαναφορά της εξουσιοδοτικής διάταξης.
Όπως αναφέρουν πηγές από το υπουργείο Οικονομικών, οι διατάξεις αυτές έχουν ως στόχο να καταστήσουν υποχρεωτική την ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων όλων των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων στη ΓΓΠΣ και ταυτόχρονα να δώσουν τη δυνατότητα στο υπουργείο Οικονομικών να αποφασίζει ευθέως για τον τρόπο διαβίβασης των δεδομένων όλων των συναλλαγών, ώστε το μέτρο αυτό να «δέσει» με μια εξίσου σημαντική διαρθρωτική παρέμβαση που ετοιμάζεται για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, την καθιέρωση της υποχρέωσης διενέργειας συναλλαγών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των οποίων και με «πλαστικό χρήμα».
Επιπλέον, με την ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων των εκδιδόμενων παραστατικών στη Γ.Γ.Π.Σ. ακόμη και οι επιτόπιοι φορολογικοί έλεγχοι θα γίνονται πιο αποτελεσματικοί, καθώς θα δίνεται η ευχέρεια άμεσου εντοπισμού συναλλαγών για τις οποίες είτε δεν έχουν εκδοθεί φορολογικά στοιχεία είτε έχουν εκδοθεί αποδείξεις από αδήλωτες ταμειακές μηχανές είτε έχουν εκδοθεί πλαστά τιμολόγια. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις παραβάσεων ο καταλογισμός φόρων και προστίμων θα γίνεται άμεσα και με αξιόπιστο τρόπο.
2) Αύξηση του χρονικού περιθωρίου για τη δήλωση στο Μητρώο του συστήματος ΤΑΧΙS των μεταβολών φορολογικών δεδομένων των ατομικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων που έχουν τη μορφή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων.
Η προθεσμία για την υποβολή οποιασδήποτε δήλωσης μεταβολής στο Τμήμα Μητρώου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. από επιχείρηση ή ελεύθερο επαγγελματία θα αυξηθεί από τις 10 στις 30 μέρες.
Ουσιαστικά, οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα υποχρεούνται πλέον να ενημερώνουν τη Φορολογική Διοίκηση, για τις μεταβολές που αφορούν στην επωνυμία, το διακριτικό τίτλο, τη διεύθυνση των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, την έδρα ή το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους καθώς και για τις μεταβολές στις λοιπές πληροφορίες, που δήλωσαν κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, εντός 30 – κι όχι εντός 10 – ημερών, από το χρόνο που έγιναν οι μεταβολές ή από το χρόνο έκδοσης της ανακοίνωσης του Γ.Ε.ΜΗ., όπου απαιτείται.