Ο Πάνος Μαυρίδης εξηγεί γιατί και πως το πολιτικό εφεύρημα ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί τις δυνάμεις του.
Και παρά την αποδεδειγμένη κυβερνητική του ανεπάρκεια, παρά τις ψευδείς υποσχέσεις και τα καταστροφικά αποτελέσματα, δεν καταρρέει.
Του Πάνου Μαυρίδη
Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει την μάχη στο πεδίο που γνωρίζει πολύ καλά. Το ιδεολογικό. Με ανορθόδοξο τρόπο και αδιαφορώντας για την έννοια του καλώς εννοούμενου εθνικού συμφέροντος. Αλλά πάντα έτσι έκανε η Αριστερά…
Ανέκαθεν αυτό το 20-25% της εκλογικής δύναμης που φαίνεται να συντηρεί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, έδινε μάχη χαρακωμάτων απέναντι σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας. Κάποτε το συναντούσες στις τάξεις του “πατριωτικού ΠΑΣΟΚ”, της “έξαλλης Αριστεράς” και της “πράσινης ΝΔ”. Σήμερα απολαμβάνει την πολιτική θαλπωρή του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλο τόσο, ίσως και μεγαλύτερο ποσοστό, εκφράζεται δια της συμπάθειας ή της ανοχής.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η στρατηγική της δήθεν ιδεολογικής αντιπαράθεσης δεν άλλαξε. Ό,τι γινόταν στο παρελθόν, γίνεται και σήμερα. Λιγότερο από το πεζοδρόμιο και με περισσότερη επιρροή στο κράτος, σε σχέση με το παρελθόν… Αλλά με μια καταλυτική διαφορά!
Το πολιτικό εφεύρημα ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το απόλυτο πολιτικό εφεύρημα των δυνάμεων της οπισθοδρόμησης. Είναι ο φορέας της νέας καθαρότητας που συνεχίζει την ιδεολογική μάχη χαρακωμάτων. Χωρίς όμως τα βαρίδια του παρελθόντος και τους σκελετούς στο ντουλάπι. Χωρίς τις καταλυτικές ευθύνες τους για την στασιμότητα της χώρας…
Οσάν να προέκυψε από πολιτική παρθενογέννηση, ήρθε να ανανεώσε το “ηθικό πλεονέκτημα” της Αριστεράς. Και έτσι να ταυτιστεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως το “καλό” που ήρθε να συνεχίσει την μάχη απέναντι στο “κακό”.
Στο “νέο” δικαιολογούνται διαχειριστικές και κυβερνητικές ανεπάρκειες – ακόμα και μοιραίες… Στο“καλό” δικαιολογείται κάθε θεμιττός και αθέμιττος τρόπος για να επικρατήσει του “κακού”…
Τι κι αν ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις. Μέχρι να φανεί η κόλαση οι έχοντες τις καλές προθέσεις θα έχουν εξοντώσει τους “ιδεολογικούς” τους αντιπάλους. Ακριβέστερα, εκείνους που διαφωνούν με κυβερνητικές επιλογές. Εκείνους που κριτικάρουν κυβερνητικούς χειρισμούς.
Όποιος διαφωνεί με τους κυβερνητικούς χειρισμούς στο Μακεδονικό, στιγματίζεται ως “εθνικιστής” και “ακροδεξιός”. Όποιος ασκεί κριτική στην …με “ταξικό πρόσιμο” οικονομική πολιτική (ο φερετζές του κρατισμού), στοχοποιείται ως “ακραία νεοφιλελεύθερος”. Όποιος θεωρεί το λαθρομεταναστευτικό μείζων εθνικό κίνδυνο, αμαυρώνεται ως “ρατσιστής” και “απάνθρωπος”. Όποιος υπερασπίζεται το νόμο και την τάξη, χαρακτηρίζεται “συντηρητικός” (στη μετριοπαθή εκδοχή του) έως “φασίστας” (στην ακραία). Ανάλογα την επιλογή στοχοποίησης.
Ό,τι (εξ)υπηρετεί την προπαγάνδα
Ευλόγως αποκρύπτεται το περιεχόμενο των εννοιών. Ποιος είναι ο “εθνικιστής”, ο “ακροδεξιός”, ο “νεοφιλελές”, ο “ρατσιστής”.
Η αποσαφήνιση των εννοιών δεν υπηρετεί τον εξωραϊσμό της πραγματικότητας. Η σαφήνεια των εννοιών δεν υπηρετεί την προπαγάνδα. Συνειδητά, ο διάλογος γίνεται με συνθήματα, όχι επιχειρήματα. Ιδιοτελώς, εξαντλείται σε διαχωρισμούς τύπου “αυτοί ή εμείς”, “τους τελειώνουμε, ή μας τελειώνουν”.
Πάντα έτσι δινόταν η “ιδεολογική μάχη” από την Αριστερά. Προέκρινε το διχασμό (ή με μας ή απέναντι σε μας). Απέφευγε το νοητικό. Στόχευε στο θυμικό.
Μετά τον εμφύλιο ήταν θυματοποίηση και η ηρωοποίηση των ηττημένων. Την μεταπολίτευση η μονοπώληση του αντιδικτατορικού αγώνα. Την εποχή της κρίσης η “αντισυστημικότητα” του αντιμνημονιακού αγώνα. Έτσι κι αλλιώς, το συναίσθημα υπερτερεί της λογικής. Η κάθε μορφής προπαγάνδα στο συναίσθημα επενδύει. Αυτό καλλιεργεί.
Η λογική απαιτεί, χρόνο, κόπο και γνώση. Για αυτό και δυσκολεύεται να επικρατήσει. Πόσο μάλλον όταν η λογική εκφέρεται από τους “κακούς” που δεν δικαιούνται να ομιλούν… Πολύ περισσότερο να κριτικάρουν τους “καλούς”. Και να αμφισβητούν τις “καλές προθέσεις” τους.
Και πως να δικαιούνται, στο κάτω κάτω της γραφής, όταν διαχρονικά αγνόησαν τη σημασία της ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Όταν διαχρονικά δεν μπήκαν στον κόπο να αποσαφηνίσουν τις έννοιες. Όψιμα ανακαλύπτουν τι σημαίνει φασισμός, ναζισμός, κομμουνισμός, ολοκληρωτισμός. Και ακόμα δεν τολμούν να μπουν στην μάχη. Να υπερασπιστούν το φιλελεύθερο ιδεώδες, την κριτική σκέψη, το κράτος Δικαίου. Και να εξηγήσουν γιατί αυτό είναι κοινωνικά δίκαιο, δημοκρατικό, ανθρωπιστικό, πατριωτικό.
Χρειάζεται πολύ δρόμος ακόμα. Μέχρι στιγμής, η άλλη πλευρά υπερισχύει συντριπτικά. Έχει δουλέψει διαχρονικά, συστηματικά, στρατηγικά. Έχει επηρεάσει, αν δεν έχει αλλοιώσει το DNA της κοινωνίας. Εκεί, στο κύτταρο της κοινωνίας εντοπίζεται η παθογένεια και εκφυλίζει το σώμα της. Και αντί ο εκφυλισμός να σταματήσει, συνεχίζεται. Οι δυνάμεις της οπισθοδρόμησης πρόλαβαν. Εφηύραν τον ΣΥΡΙΖΑ ως θεραπεία. Και διεύρυναν τον εκφυλισμό.
Αναζητείται νέο πολιτικό υποκείμενο
Από την άλλη, οι δυνάμεις της προόδου, της δημιουργικότητας, του ευρωπαϊκού δρόμου και του κράτους δικαίου, έμειναν στο περιθώριο. Χωρίς ιδεολογικό υπόβαθρο. Χωρίς πολιτική εκπροσώπηση. Οι αυτοπροσδιοριζόμενοι και αυτοχριζόμενοι πολιτικοί εκπρόσωποι τους δεν πείθουν για τις καλές προθέσεις τους.
Στερούνται, ακόμα και την πατίνα του “νέου”, του “φρέσκου”. Πόσο μάλλον που δεν κάνουν κάτι, έστω και να την αποκτήσουν. Απρόθυμοι να τσαλακωθούν στην ιδεολογική μάχη χαρακωμάτων. Αδύναμοι να σταθούν απέναντι στην συνειδητή διαστρέβλωση των εννοιών. Εμμένουν στις ξεπερασμένες λογικές της πολιτικής συναλλαγής. Αγνούν τη σημασία της παραγωγής πολιτικής. Χρειάζεται κόπος. Και δεν θέλουν να κοπιάσουν. Χρειάζεται γνώση. Και δεν την διαθέτουν – ούτε ενδιαφέρονται να την αποκτήσουν.
Το ποιος θα δώσει με καθαρότητα την ιδεολογική μάχη, μόνο ως αναγκαιότητα διαπιστώνεται. Και από λίγους. Το πολιτικό υποκείμενο που θα αντιταχθεί στην ιδεολογική ηγεμονία της οπισθοδρόμησης, αναζητείται. Ο φορέας που θα εμπνεύσει και θα καθοδηγήσει τις δυνάμεις της προόδου, ούτε καν συγκροτείται.
Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι υποστηρικτές του αλωνίζουν. Κάνουν ό,τι θέλουν, όπως θέλουν. Θα συνεχίσουν να παίζουν μόνοι τους στο ιδεολογικό πεδίο. Χωρίς αντίπαλο. Ο μόνος αντίπαλος ο “κακός εαυτός” τους. Τα αυτογκόλ της διαχειριστικής τους ανεπάρκειας. Και φυσικά η παρακμή των δήθεν ιδεολογικών τους προταγμάτων που δοκιμάστηκαν στην πράξη και αποδοκιμάστηκαν στη συνείδηση του προηγμένου κόσμου. Δεν αρκεί…