Σε καμμία περίπτωση η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει εύκολα και απλά στις αγορές, γιατί δεν υπάρχει εμπιστοσύνη.
Η 20η Αυγούστου (υποτίθεται ότι) ήταν μία ιστορική μέρα. Η Ελλάδα έβγαινε από την οκταετή διαδικασία των «προγραμμάτων διάσωσης» (bail-out programmes) καθώς και την διαδικασία της επιτήρησης μέσω της τρόικας (θεσμών) που τα συνόδευαν. Αλλά αντίθετα απ’ ό,τι διατείνεται η κυβέρνηση, ούτε «καθαρή έξοδο» έχουμε ούτε επιστροφή στην κανονικότητα.
Του Παναγιώτη Κ. Ιωακειμίδη*
Ένα τέταρτο, προαποφασισμένο ήδη αν και άτυπο, μνημόνιο με εξόχως αυστηρά μέτρα (περικοπή συντάξεων κ.ά.) εφαρμόζεται ήδη από την 21η Αυγούστου, η ενισχυμένη εποπτεία θα συνεχισθεί (μέχρι την αποπληρωμή του 75% του χρέους – καν. 472/13), τα capital controls επίσης θα συνεχισθούν, έστω και πιο ήπια, ενώ η χώρα φαίνεται ότι δεν θα επιστρέψει σύντομα και εύκολα στις αγορές.
Μέσα στα χρόνια των μνημονίων έχουν βέβαια επιτευχθεί ορισμένα σημαντικά θετικά πράγματα, οικονομικού κυρίως περιεχομένου, με πρώτη απ’ όλα την δημοσιονομική προσαρμογή, αν και με τεράστιο κοινωνικό κόστος (λόγω και των λαθών των εταίρων μας).
Αλλά και αν ακόμη υποθέσουμε ότι βγήκαμε από τα μνημόνια, αυτό σημαίνει ότι τελείωσε και η κρίση; Φοβάμαι ότι κάθε άλλο παρά αφήνουμε πίσω μας την κρίση και ιδιαίτερα τα βαθύτερα, δομικά της χαρακτηριστικά. Χαρακτηριστικά που κατά βάθος είναι πολιτικά και με την ιδιαίτερη πολιτική κουλτούρα υποβάθρου που τα στηρίζει.
Γιατί, αντίθετα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος) που βρέθηκαν σε προγράμματα διάσωσης, η κρίση στην Ελλάδα υπήρξε πρωτίστως πολιτική, ενώ στις άλλες χώρες πρωτίστως οικονομική. Και αυτό εξηγεί γιατί οι χώρες αυτές βγήκαν σχετικά σύντομα και εύκολα από τα μνημόνια, ενώ η Ελλάδα όχι.
Στην Ελλάδα, τα συμπτώματα της οικονομικής κρίσης με την μορφή του υψηλού χρέους, του υψηλού ελλείμματος στον προϋπολογισμό, του υψηλού ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών υπήρξαν πολιτικό επιφαινόμενο. Οφείλονται κυρίως στην αποτυχία του πολιτικού συστήματος. Γιατί, παρά τα τεράστια επιτεύγματά του (εδραίωση δημοκρατίας, ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βελτίωση ευημερίας, κ.ά.), το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα απέτυχε να διαμορφώσει ένα σταθερό, διαφανές, χρηστό σύστημα διακυβέρνησης της χώρας, παρά τις προσπάθειες που έγιναν κυρίως την περίοδο 1996-2004 (διακυβέρνηση Κ. Σημίτη).
Και εδώ έγκειται το μεγαλύτερο δομικό πολιτικό έλλειμμα της χώρας: η απουσία αποτελεσματικού συστήματος διακυβέρνησης. Απουσία που εγείρει και το θεμελιακό ερώτημα: Κυβερνάται η Ελλάδα;
Το σύστημα διακυβέρνησης είναι κάτι πολύ ευρύτερο της κυβέρνησης, διοίκησης και κράτους. Σύμφωνα με τους καθηγητές J. Pierre και B.G. Peters (Governance, Politics and the State), η έννοια της διακυβέρνησης περιλαμβάνει το σύνολο των συνταγματικών και πολιτικών θεσμών, σχέσεων και διαδικασιών για την διοίκηση μίας χώρας, από την κυβέρνηση, δημόσια διοίκηση, ανεξάρτητους πολιτικούς θεσμούς, δομές και αρχές μέχρι την Τοπική Αυτοδιοίκηση και το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει την λειτουργία τους για την παραγωγή πολιτικής, την διαχείριση κρίσεων και την επίλυση προβλημάτων αλλά και την κουλτούρα που διαμορφώνει την διακυβέρνηση.
Από την πλευρά τους, οι καθηγητές K. Featherstone (LSE) και D. Papadimitriou (Manchester) σε μία εξαντλητική τους ανάλυση με τίτλο Οι Πρωθυπουργοί της Ελλάδας, το παράδοξο της εξουσίας (Prime Ministers of Greece, the Paradox of Power, Oxford University Press), έχουν εντοπίσει με ενδελεχή εμπειρικό τρόπο τις παθογένειες, τις αδυναμίες και τα ελλείμματα του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας.
Πρόκειται, γράφουν, για ένα κατακερματισμένο σύστημα με κανένα τμήμα του ικανό να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο και συντονισμό –ούτε ο Πρωθυπουργός, ούτε το Υπουργικό Συμβούλιο, κανένας. Τα κενά, οι αστάθειες και οι ακαμψίες υπονομεύουν την απόδοσή του. Πρόκειται για ένα σύστημα μοναδικό σε όλη την Ευρώπη.
Όλα αυτά τα ελλείμματα φάνηκαν με τον πλέον εύγλωττα δραματικό τρόπο στην πρόσφατη καταστροφή στο Μάτι. Χωρίς ένα σαφές κέντρο λήψης αποφάσεων, χωρίς συντονισμό, με επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, ένα απόλυτα χαοτικό σύστημα.
Για την αλλαγή του συστήματος αυτού (στο μέτρο που συγκροτεί σύστημα) ή την δημιουργία νέου δεν χρειάζεται «να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα». Μπορούμε, αν θέλουμε, να αντιγράψουμε τις «καλές πρακτικές άλλων κρατών».
Μεταξύ άλλων, να διδαχθούμε από την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της κατά κάποιον τρόπο κυβέρνησης της Ευρώπης, η οποία, αν και με 28 μέλη από 28 διαφορετικές χώρες με διαφορετικές κουλτούρες, ιδεολογίες κ.λπ., λειτουργεί συντονισμένα και αποτελεσματικά.
Και λειτουργεί γιατί στηρίζεται στην κουλτούρα των διαφανών κανόνων που γίνονται σεβαστοί απ’ όλους. Αλλά βέβαια κανένα σύστημα διακυβέρνησης δεν θα λειτουργήσει ποτέ αποτελεσματικά εάν δεν μετεξελιχθεί αυτογνωσιακά και η πολιτική κουλτούρα υποβάθρου που έχει στην καρδιά της ως ένα κυρίαρχο στοιχείο τον «πελατειασμό» (clientelism) αλλά και πρωτόγονες ή φαντασιακές αντιλήψεις κυρίως για τον τρόπο ή κριτήρια με τα οποία γίνονται οι πολιτικές επιλογές.
Οι πολιτικές επιλογές, το ολοκληρωτικό δόγμα του ηθικού πλεονεκτήματος, ο αναίσχυντος πελατειασμός κ.ά. της σημερινής κυβέρνησης έχουν κοστίσει πολλαπλώς για την χώρα τα τελευταία τριάμισι χρόνια σε ανθρώπινες ζωές –Μάτι, τεράστιο οικονομικό κόστος, αποσάθρωση της όποιας διακυβέρνησης και υποβάθμιση της πολιτικής αισθητικής.
Ωστόσο οι άνθρωποι που μάς κυβερνούν είτε σε κεντρικό είτε σε περιφερειακό επίπεδο «δεν έπεσαν από τον ουρανό», δεν κατέλαβαν την εξουσία με την βία. Εκλέχθηκαν από τον ελληνικό λαό. Η κάθε εκλογή έχει συνέπειες και γι’ αυτό θα πρέπει να είναι επιλογή ευθύνης.
Εν κατακλείδι, για να βγούμε από την κρίση θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να ηττηθούν εκλογικά και να αποχωρήσουν από την εξουσία οι σημερινές παρακμιακές δυνάμεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ) που μάς κυβερνούν.
Αλλά, πολύ πέρα απ’ αυτό, η χώρα θα πρέπει να προχωρήσει με έναν ευρύτερο συνασπισμό προοδευτικών, μεταρρυθμιστικών δυνάμεων στην διαμόρφωση ενός σύγχρονου λειτουργικού συστήματος διακυβέρνησης με το ευρύτερο περιεχόμενο που προαναφέραμε. Απαντώντας έτσι θετικά στο ερώτημα «εάν κυβερνάται η Ελλάδα». Έχει διακυβερνηθεί δημοκρατικά αποτελεσματικά στο παρελθόν, μπορεί και στο μέλλον…
*Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Foundation of European Progressive Studies (FEPS)