H καθυστέρηση στην δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος, σε συνδυασμό με την περίπλοκη πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, το γεμάτο εκλογικό ημερολόγιο στην Ευρώπη και την έλλειψη συναίνεσης σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μεταξύ των πιστωτών, συνέβαλαν στην αστάθεια και τη διεύρυνση των ελληνικών spreads, όπως σημειώνει η Goldman Sachs σε νέα εκθεσή της με τίλο “Πολιτικά σύννεφα πάνω από την ανάκαμψη των ελληνικών τραπεζών”.
Όπως σημειώνει, οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων αυξήθηκαν πάνω από 50 μ.β μετά από μία σύντομη πτώση κάτω από το επίπεδο του 7% των Ιανουάριο, ενώ οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών μειώθηκαν έως και 20% κατά την ίδια περίοδο και διαπραγματεύονται 17% -43% κάτω από τα επίπεδα της ανακεφαλαιοποίησης του 2015.
Όπως τονίζει, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών παραμένουν εξαιρετικά ασταθής. Το 2016 έχασαν περίπου το 60% της κεφαλαιοποίησής τους μέχρι το Φεβρουάριο, ενώ στη συνέχεια σχεδόν τριπλασιάστηκαν έως το Μάιο του 2016, ενώ ακολούθησε νέα πτώση κατά 50% μέχρι τον Ιούλιο του 2016. Το 2017 μέχρι σήμερα οι τράπεζες σημειώνουν μέτριες απώλειες ύψους 11%.
Η GS δίνει σύσταση buy στην Alpha Bank με τιμή στόχο τα το 2,60 ευρώ και περιθώριο ανόδου 56%, για την Εθνική Τράπεζα δίνει τιμή στόχο το 1,30 ευρώ, σύσταση neutral και περιθώριο ανόδου 32%, για την Τράπεζα Πειραιώς δίνει επίσης σύσταση neutral, τιμή στόχο το 0,25 ευρώ και περιθώριο ανόδου 42%, ενώ για την Eurobank δίνει περιθώριο ανόδου 49%, σύσταση neutral και τιμή στόχο τα 0,85 ευρώ.
Η διεύρυνση των αποδόσεων έχει περιορισμένο αντίκτυπο στα κεφάλαια των τραπεζών, καθώς οι θέσεις τους σε ελληνικούς τίτλους διαμορφώνονται στα € 5,5 δισ. (κάτω του 2% του συνόλου του ενεργητικού). Η αύξηση των spreads από την αρχή του έτους συνεπάγεται με μια μέτρια απώλεια € 70 εκατ.
Αν και αυτή δεν θα είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό πρόγραμμα πλήττεται από καθυστερήσεις και οι ελληνικές τράπεζες προετοιμάζοντας να αντιμετωπίσουν τη βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα, ωστόσο μία παρατεταμένη κλιμάκωση της πολιτικής έντασης θα μπορούσε και πάλι να διαταράξει την ακόμη εύθραυστη ανάκαμψη του τραπεζικού τομέα, όπως σημειώνει η Goldman Sachs η οποία και επικεντρώνεται στα εξής τρία σημεία:
(1) Ρευστότητα: Οι καταθέσεις αργούν να επιστρέψουν με τον ELA και την ΕΚΤ να παραμένουν κρίσιμα για τη ρευστότητα των τραπεζών.
Οι ελληνικές τράπεζες έχασαν πάνω από € 40 δισ. καταθέσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2015 πριν από την επιβολή των capital controls. Από τον Ιούλιο του 2015, ο κλάδος έχει δει μέτριες καθαρές εισροές (€ 7 δισ.) και ενώ η εξάρτηση από τον ELA μειώθηκε από τη μέγιστη τιμή των € 126 δισ. σε € 68 δισ. σήμερα, παραμένει μια κρίσιμη πηγή χρηματοδότησης (άνω του 20% του ενεργητικού)
(2) Ποιότητα ενεργητικού: Το απόθεμα των NPEs είναι σταθερό ενώ τα σχέδια μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν έχουν δοκιμαστεί ακόμη.
Οι εισροές των NPEs στην Ελλάδα έχουν σταθεροποιηθεί αλλά διαμορφώνονται στα 115 δις και στο 50% των ακαθάριστων δανείων και άνω του 60% του ΑΕΠ.
Το πλαίσιο μείωσης των NPEs έχει εγκριθεί από την ΕΚΤ και την ΤτΕ και προβλέπει πτώση των αποθεμάτων κατά € 40 δις (-38%) από το 2019. Αυτά τα σχέδια δεν έχουν δοκιμαστεί και στηρίζονται σε περαιτέρω νομικές μεταρρυθμίσεις και υποστηρικτικές λειτουργικές συνθήκες.
(3) Κεροδοφορία: Οι τράπεζες αναμένεται να ισοσκελίσουν τον ισολογισμό τους το 2016.
Η GS αναμένει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα ισοσκελίσουν τον ισολογισμό τους ακόμη και το 2016, μετά τις συνολικές ζημιές ύψους € 3,5 δισ. και € 8,7 δισ. το 2014 και το 2015, αντίστοιχα. Η αύξηση της κερδοφορίας σε βιώσιμα επίπεδα θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο ωστόσο, όπως προειδοποιεί.