Ποιος ο ρολος της οικονομικης διπλωματιας σε μια περιοδο γεωστρατηγικων ανακαταταξεων και ευρυτερων μετασχηματισμων…
Του Γιώργου Κωνσταντινίδη{*]
Η πρόσφατη επαναπροσέγγιση του Ισραήλ με την Τουρκία πρέπει να προβληματίσει τους ελληνικούς διπλωματικούς και οικονομικοπολιτικούς κύκλους, ειδικά σε αυτήν την χρονική συγκυρία.
Από την επιστημονική μου ενασχόληση με το θέμα γνωρίζω ότι οι ουδέποτε υποβαθμίστηκαν αισθητά οι οικονομικές σχέσεις των δύο αυτών χωρών, ακόμη και όταν προέκυψαν σοβαρά διπλωματικά και πολιτικά προβλήματα π.χ. κρίση στο Μαβί Μαρμαρά και όλα όσα ακολούθησαν και χειροτέρευσαν σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές τους σχέσεις. Συγκεκριμένα, το διμερές τους εμπόριο έχει αυξηθεί αισθητά, κατά 19% περίπου από το 2009. Επομένως, σε εμπορικό επίπεδο οι σχέσεις τους κρίνονται θετικές, ενώ ορισμένες τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν αναλάβει σημαντικά έργα στο Ισραήλ. Γενικά, το Ισραήλ δε συνιστά έναν μεγάλο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας, αλλά είναι από τους πιο ισορροπημένους.
Ειδικότερα, η Τουρκία εξήγαγε προϊόντα αξίας 3 δισεκ. δολαρίων περίπου στο Ισραήλ το 2014 και κατέβαλε το ίδιο ποσό για εισαγωγές προϊόντων από το Ισραήλ. Επιπλέον, παρατηρούνται ενδείξεις βελτίωσης των τουριστικών ροών από το Ισραήλ προς την Τουρκία, καθώς από το 2012 έως το 2014 υπήρξε αύξηση κατά 125% περίπου. Η Τουρκία επενδύει τεράστια κονδύλια στην τουριστική της βιομηχανία και ήδη βρίσκεται στους 10 κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς, αποτελώντας άμεσο ανταγωνιστή της χώρας μας.
Κατά τη γνώμη μου η εμπορική διπλωματία έχει αναδειχθεί πλέον σε καθοριστικό παράγοντα σφυρηλάτησης σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κρατών και αυτός είναι ο βασικός λόγος που Ισραήλ και Τουρκία επανασυνδέονται πολιτικά και διπλωματικά. Ουσιαστικά ποτέ δε διέκοψαν οριστικά τις επιχειρηματικές – εμπορικές του σχέσεις. Τα αμοιβαία συμφέροντα δημιουργούν στρατηγικές συμμαχίες και συνέργειες, με αποτέλεσμα να ασκείται πίεση από οργανωμένα επιχειρηματικά λόμπυ και από τις δυο πλευρές, ώστε να παραμεριστούν τα όποια πολιτικά προβλήματα, όσο σοβαρά και αν είναι, με σκοπό να διευκολυνθούν και να αυξηθούν ακόμη οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών.
Οι στρατιωτικές συμφωνίες του 1996 ανάμεσά τους έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε επιχειρηματικές συνεργασίες σε διάφορους κλάδους της οικονομίας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης η οικονομία προηγείται της πολιτικής και έτσι κάποιες περιφερειακές προκλήσεις ασφάλειας αντιμετωπίζονται και επιλύονται. Παρόμοια παραδείγματα εντοπίζονται και μεταξύ άλλων κρατών που για χάρη της οικονομίας γεφύρωσαν τις πολιτικές διαφωνίες – προστριβές τους. Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, η φράση «It’s always the economy, stupid!, παραφράζοντας κάπως τη χαρακτηριστική ρήση του Μπιλ Κλίντον.
Στην ταραχώδη περιοχή της Μέσης Ανατολής, η Τουρκία, με την δυναμικότητα που παρουσιάζει η οικονομία της από το 2002 και μετά, επιδιώκει να παίξει το ρόλο της χώρας – πρότυπο για το μουσουλμανικό κόσμο, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικοπολιτικά οφέλη. Η Ελλάδα πρέπει να αντιπαρατάξει τα συγκριτικά και ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα με σοβαρό στρατηγικό σχεδιασμό, για να μπορέσει να ανακόψει την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή, αλλάζοντας παραγωγικό μοντέλο και επανακαθορίζοντας τη στoχοθεσία της, για να αντιμετωπίσει την «Κίνα της Μεσογείου»…
{+]Γιώργος Κωνσταντινίδης, οικονομολόγος, διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου, συγγραφέας του βιβλίου «Συσσώρευση Κεφαλαίου και Παγκοσμιοποίηση στην Τουρκία Διαχρονικά», εκδόσεις Παπαζήση.