Από το 2010 μέχρι σήμερα η διαχείριση του ελληνικού χρέους από τους δανειστές έγινε με γνώμονα τις σκοπιμότητες των μεγάλων χωρών και τα συμφέροντα των τραπεζών τους, ενώ οι επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία αγνοήθηκαν.
Το αρχικό έγκλημα έγινε το 2010 και βαρύνει το ΔΝΤ, που χορήγησε δάνειο στην Ελλάδα χωρίς να απαιτήσει αναδιάρθρωση χρέους (κούρεμα), όπως προέβλεπε το καταστατικό του, το οποίο μάλιστα τροποποίησε για τον σκοπό αυτό. Εξυπηρετήθηκαν έτσι οι μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης, οι οποίες είχαν τον χρόνο να μεταφέρουν τα ελληνικά ομόλογα στην ΕΚΤ, αναφέρει σε άρθρο του το newmoney.
Τα σπασμένα τα πλήρωσε η Ελλάδα, η οποία έκτοτε δεν έχει βγει από την κρίση.
Το 2012 το ίδιο λάθος επαναλήφθηκε, καθώς η αναδιάρθρωση των ελληνικών ομολόγων (PSI) μετέφερε το χρέος στα χέρια των ευρωπαϊκών κρατών, ωστόσο δεν ήταν επαρκής για να το καταστήσει βιώσιμο.
Σήμερα, καθώς ο κόμπος φτάνει πάλι στο χτένι, διαγράφεται και πάλι ο κίνδυνος οι δανειστές να καταλήξουν σε μια διευθέτηση με την οποία θα μεταθέσουν το πρόβλημα στο μέλλον.
Το ΔΝΤ απαιτεί πλέον δραστικά μέτρα για το χρέος επειδή έχει εκτεθεί για τους χειρισμούς του στο παρελθόν.
Η γερμανική πλευρά δεν θέλει να παραχωρήσει ελαφρύνσεις στην Ελλάδα αφενός γιατί θα έχει πολιτικό κόστος εν όψει εκλογών, αλλά και επειδή δεν θέλει να ελευθερώσει την Ελλάδα από το άγος του χρέους έτσι ώστε οι δανειστές να μπορούν να επιβάλλουν τις οικονομικές πολιτικές και τις μεταρρυθμίσεις που εκείνοι επιλέγουν.
Η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί οριστικά με τις επιμηκύνσεις και τις παρεμβάσεις στα επιτόκια. Αυτά είναι απλώς μέτρα για να διευκολυνθεί η Ελλάδα έτσι ώστε να αρχίσει να δανείζεται από την ελεύθερη αγορά πουλώντας ομόλογα για να εξοφλήσει σε βάθος χρόνου τα κράτη της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ.
Στην πραγματικότητα ο στόχος είναι το χρέος να μεταφερθεί και πάλι στις τράπεζες και τους επενδυτές και μάλιστα με το υψηλότερο επιτόκιο που θα έχουν τα ομόλογα σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δάνεια.
Αντικειμενικά, η διαδικασία αυτή δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συνεχιζόμενη στήριξη της Ελλάδας και για τον λόγο αυτό φαίνεται ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επαναφέρει την πρόταση του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος έστω και ως παρακαταθήκη για το μέλλον.
Το ΕΝΣ θεωρείται ένα «εργαλείο» το οποίο θα μπορεί να παρέχει χρηματοδότηση σε χώρες με προβλήματα χρέους, με αυστηρούς όρους ανάλογους με εκείνους του ΔΝΤ, χωρίς όμως να υπάρχει η πολιτική παρέμβαση του τελευταίου, το οποίο επηρεάζεται σημαντικά από τους Αμερικανούς.
Επιπλέον, η ανάθεση της εποπτείας των χωρών σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο θα σημάνει τη μεταφορά της συγκεκριμένης αρμοδιότητας από την Κομισιόν, την οποία ο κ. Σόιμπλε θεωρεί ότι είναι ευάλωτη σε πολιτικές πιέσεις και τηρεί πιο χαλαρή στάση απέναντι στα κράτη-μέλη αντί να επιμένει στην «τήρηση των κανόνων».
Γι’ αυτό και επιμένει στη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου που θα συνδυάζει το γερμανικό DNA με την αυστηρότητα του ΔΝΤ.