Τι ειπώθηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες του Eurogroup

Τεράστιο χάσμα εξακολουθεί να χωρίζει ακόμη και σήμερα το Βερολίνο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους.

Οι αποστάσεις στις θέσεις των δύο βασικών παικτών όπως αποκαλύπτονται από τα κείμενα των πρακτικών που δημοσιεύει σήμερα η ιστοσελίδα euro2day, προκύπτει ότι είναι αδύνατον να γεφυρωθούν αν δεν υπάρξει σημαντική μετατόπιση είτε από το Βερολίνο είτε από το ΔΝΤ, με αποτέλεσμα να προξενούνται πολύ σοβαρά ερωτηματικά και μεγάλη αβεβαιότητα για το αν, πότε και με ποιο τρόπο θα μπορούσε τελικά να ολοκληρωθεί αυτή η διελκυστίνδα.

Η αποτύπωση του διαφαινόμενου αδιεξόδου συνεπάγεται μεγάλες πιθανότητες να οδηγηθούμε είτε σε ακύρωση της απόφασης του Eurogroup του περσινού Μαΐου για τα βραχυπρόθεσμα-μεσοπρόθεσμα-μακροπρόθεσμα μέτρα μείωσης του χρέους και στην διαπραγμάτευσης ενός νέου “οδικού χάρτη” εφόσον υποχωρήσει ο Wolfgang Schaeuble και παρουσιάσει μια καινούρια συμφωνία στην γερμανική Βουλή, είτε στην οριστική αποχώρηση του ΔΝΤ, στην ακύρωση ακόμη και ολόκληρου του τρίτου Μνημονίου και στη διαπραγμάτευση ενός νέου προγράμματος για την Ελλάδα.

Οποιαδήποτε “μη λύση” θα οδηγήσει ταυτόχρονα σε πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα όπως ενημέρωσε τους ομολόγους του στο Eurogroup ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Σε κάθε περίπτωση, αν στο επόμενο Eurogroup της 15ης Ιουνίου δεν υπάρξει προσέγγιση, όλη η έως τώρα προσπάθεια συμφωνίας για το χρέος είναι πιθανόν ότι θα καταρρεύσει και στο καλύτερο σενάριο οι συζητήσεις θα συνεχιστούν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, με την Ελλάδα να είναι αδύνατον στο μεσοδιάστημα να ενταχθεί στην ποσοτική χαλάρωση και εκ των πραγμάτων να χάνει την ευκαιρία εξόδου στις αγορές.

Από τους διαλόγους που έγιναν στη θυελλώδη συνεδρίαση του Eurogroup προκύπτει πως δύο είναι τα βασικά εμπόδια στο δρόμο προς μια συνολική συμφωνία:

•Το πρώτο είναι οι συντηρητικές προβλέψεις του ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης και τη δυνατότητα επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων που ώθησαν τον Πωλ Τόμσεν να ζητήσει είτε πολύ περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα από την Ελλάδα, είτε πολύ μεγαλύτερη απομείωση χρέους από την ευρωζώνη σε σχέση με όσα αποφάσισε πέρυσι τον Μάιο

•Το δεύτερο είναι η θέση του Wolfgang Schaeuble ότι χωρίς έγκριση του γερμανικού κοινοβουλίου δεν μπορεί καν να διαπραγματευτεί οποιαδήποτε συμφωνία που θα οδηγεί σε μεγαλύτερη μείωση του ελληνικού χρέους από εκείνη που προβλέπει η απόφαση του Μαΐου 2016.

Schaeuble:

Όπως φέρεται σύμφωνα με τα πρακτικά να ανέφερε ο ίδιος “δεν μπορώ να διαπραγματευτώ μια καινούργια εντολή, άρα η βάση μας πρέπει να είναι αυτή (Μάιος 2016)”. Στο ίδιο πλαίσιο είπε ότι “δεν είναι αποδεκτό ότι ο ένας συμβιβασμός (2016) οδηγεί σε έναν άλλο. Δεν έχω εξουσιοδότηση. Εάν είναι αυτός ο δρόμος, τότε καλή τύχη! Δεν θα βρούμε λύση».

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έστρεψε τα βέλη του τόσο προς την ελληνική κυβέρνηση όσο και σε άλλους υπουργούς Οικονομικών ευρωπαϊκών χωρών που καλλιέργησαν προσδοκίες για λύση διαφορετική από το πλαίσιο που εγκρίθηκε πέρυσι.

Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν και θα βρούμε καλύτερη λύση από τη σημερινή. Να μάθετε το μάθημά σας, ότι πρέπει να παραμένουμε σε αυτά που έχουμε συμφωνήσει και να μην προσπαθούμε να αλλάξουμε τη ρητορική με δημόσιες δηλώσεις. Είμαι πραγματικά απογοητευμένος, γιατί μερικοί από μας μετακινήθηκαν περισσότερο από την εντολή (mandate) για να βρούμε λύση και τώρα αποτύχαμε. Λυπάμαι», είπε ο κ. Σόιμπλε.

Thomsen:

Ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Poul Thomsen που συμμετείχε στο Eurogroup ζήτησε εξ αρχής περισσότερα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους για να συμφωνήσει το ΔΝΤ.

“Δεν συμφωνήσαμε στα πρωτογενή πλεονάσματα, ούτε στις προβλέψεις για την ανάπτυξη. Θα χρειαστούμε αρκετά πιο συγκεκριμένα μέτρα, διαφορετικά δεν θα μας πείσετε να συμφωνήσουμε μαζί σας» είπε, επισημαίνοντας ότι «πρέπει να πάμε πέρα από τη δέσμη μέτρων που έχει προβλεφθεί. Αυτή (η δέσμη μέτρων ) τα βάζει σε πιο συγκρατημένο πλαίσιο».

Ο Poul Thomsen υιοθέτησε και την πρόταση απεμπλοκής που υπέβαλε ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάιζελμπλουμ για συμμετοχή του ΔΝΤ χωρίς εκταμίευση χρημάτων μέχρι να καταλήξει στη βιωσιμότητα του χρέους.

«Αυτή (να μπει χωρίς λεφτά) είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση, που μπορούμε να συζητήσουμε. Να πάμε στο ΔΣ με πρόγραμμα και να δώσουμε χρήματα αργότερα», είπε ότι υποβλήθηκε η πρόταση.

Ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος που βρέθηκε εν μέσω διασταυρούμενων πυρών και απέρριψε τις προτάσεις που έπεσαν στο τραπέζι μετά από συνεννόηση με τον Αλέξη Τσίπρα, προέβλεψε οικονομική αναταραχή και πολιτική κρίση στην Ελλάδα αν γίνονταν αποδεκτή η πρόταση για συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα σε δεύτερο χρόνο.

Χαρακτήρισε την πρόταση ως τη “χειρότερη των χειρότερων” και είπε ότι «εάν υπέγραφα αυτό τώρα, θα δημιουργούσα τεράστια πολιτική κρίση στην Ελλάδα και εάν γίνει αυτό, χρειάζομαι περισσότερο χρόνο για να σκεφτώ».

Σε άλλο σημείο εκτίμησε πως “ενώ το έγγραφο έχει αρκετά στοιχεία που μπορούν να δουλέψουν για την Ελλάδα, αν ένας από τους θεσμούς πει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, τότε δεν υπάρχει η ξεκάθαρη λύση που θέλουν οι αγορές». Σημείωσε επίσης ότι “εάν δημοσιεύσουμε αυτή την πρόταση όπως είναι, τα ελληνικά ομόλογα θα ανέβουν και η ελληνική οικονομία θα υποφέρει”, ενώ χαρακτήρισε την πρόταση

«Εάν αυτή είναι μια επιλογή, τότε είναι η χειρότερη των χειροτέρων για την Ελλάδα! Έχουμε διαπραγματευτεί ένα σκληρό πρόγραμμα με το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση ότι θα έρθει με πρόγραμμα και θα πει ότι το χρέος είναι βιώσιμο, ώστε να γυρίσουμε σελίδα. Η συμμετοχή του ΔΝΤ πρέπει να είναι βασισμένη στο ότι πρέπει να πει ότι το χρέος είναι βιώσιμο» ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος.

«Έχουμε κάνει τεράστιες προσπάθειες, αυτό το έγγραφο έχει αρκετά στοιχεία που μπορούν να δουλέψουν για την Ελλάδα, όμως εάν ένας από τους θεσμούς πει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, τότε δεν υπάρχει η ξεκάθαρη λύση που θέλουν οι αγορές» είπε ο κ. Τσακαλώτος, που πρόσθεσε ότι προσωπικά δεσμεύεται να τελειώσει τα prior actions και ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για το χρέος.

«Εάν υπέγραφα αυτό τώρα, θα δημιουργούσα τεράστια πολιτική κρίση στην Ελλάδα και εάν γίνει αυτό, χρειάζομαι περισσότερο χρόνο για να σκεφτώ», είπε ο Ελληνας υπουργός.