Ο ΕΝΦΙΑ… φεύγει, ένας νέος φόρος ακίνητης περιουσίας έρχεται αλλά μετά το 2019. Ο νέος φόρος θα υπολογίζεται όχι μόνο με βάση την αξία της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει κάθε φορολογούμενος αλλά και με βάση και τα ετήσια εισοδήματά του, αναφέρει η Ημερησία.
Το σχέδιο αυτό, αυτό που επιχειρεί η κυβέρνηση να το εμφανίσει ως «γλυκαντικό» στην δραστική περικοπή του αφορολογήτου ορίου θα τεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές οι οποίοι επιστρέφουν στην Αθήνα την ερχόμενη Τρίτη. Οι συζητήσεις θα ξεκινήσουν από την Τετάρτη και το πρώτο θέμα που θα βρεθεί στην ατζέντα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα είναι το μαχαίρι στο αφορολόγητο όριο και τα αντίμετρα εφόσον υπάρξει υπεραπόδοση στον στόχο για το πλεόνασμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, που διαρρέονται από το Μαξίμου, στις σκέψεις του οικονομικού επιτελείου είναι η απόσυρση του ΕΝΦΙΑ ο οποίος αποδίδει έσοδα της τάξης των 2,65 δισ. ευρώ ετησίως από ένα φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας ο οποίος θα είναι μικρότερης απόδοσης σε σχέση με τον ΕΝΦΙΑ κατά 35% – 40%. «Μπούσουλας» για το σχεδιασμό του νέου φόρου αναμένεται να αποτελέσει το ηλεκτρονικό Περιουσιολόγιο στο οποίο θα αποτυπώνεται το σύνολο των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων 8,5 εκατομμυρίων φορολογούμενων και αναμένεται να λειτουργεί πλήρως από τον Οκτώβριο του 2018. Επίσης «κλειδί» στη διαμόρφωση του νέου φόρου περιουσίας θα είναι και η προσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων στα επίπεδα των τιμών που επικρατούν στην αγορά.
ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Ο νέος φόρος ακίνητης περιουσίας που έχει αρχίσει να σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο θα έχει μια εντελώς διαφορετική φιλοσοφία και δομή σε σχέση με τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Ο υπολογισμός του φόρου θα στηρίζεται όχι μόνο στην συνολική αξία των ακινήτων όπως ισχύει σήμερα αλλά και στα εισοδήματα που αποκτούν οι φορολογούμενοι. Από το συνδυασμό των δυο αυτών κριτηρίων θα προκύπτει το τελικό ύψος της επιβάρυνσης για κάθε ιδιοκτήτη ακινήτου.Με άλλα λόγια, για την επιβολή του φόρου σε κάθε φορολογούμενο που διαθέτει εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητα θα λαμβάνεται υπόψη η εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση συνδυαστικά δηλαδή η φοροδοτική του ικανότητα. Το ύψος της ακίνητης περιουσίας αλλά και τα εισοδήματα που αποκτά κάθε φορολογούμενος θα προσδιορίζουν το τελικό ύψος της φορολογικής επιβάρυνσης.
Σύμφωνα με το σχεδιασμό θα γίνει πλήρη ανακατανομή των επιβαρύνσεων ώστε ο νέος φόρος περιουσίας να είναι προοδευτικός ανάλογα με το συνδυασμό εισοδήματος και αξίας ακινήτων.
Ανακατανομή επιβαρύνσεων
Οσο πιο μεγάλη είναι η ακίνητη περιουσία αλλά και τα εισοδήματα που διαθέτει ένας φορολογούμενος τόσο πιο υψηλός θα είναι ο φόρος που θα καλείται να πληρώσει. Αντίθετα οι έχοντες πολύ χαμηλά εισοδήματα και παράλληλα μικρή ακίνητη περιουσία ενδεχομένως να απαλλάσσονται από το φόρο ή να πληρώνουν μικρά ποσά.
Σύμφωνα με τα σενάρια που επεξεργάζονται στη κυβέρνηση, ο νέος φόρος που θα αντικαταστήσει τον ΕΝΦΙΑ θα έχει μικρότερη απόδοση κατά 35% – 40% σε σχέση με το σημερινό φόρο που βαρύνει τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Πρόκειται για μια απώλεια εσόδων της τάξης του 1 δισ. ευρώ η οποία θα αντικατασταθεί από την ανακατανομή των βαρών και τη μεταφορά των επιβαρύνσεων από τους μικρούς ιδιοκτήτες και τους οικονομικά αδύναμους στους μεγαλοϊδιοκτήτες με υψηλά εισοδήματα. Ενισχυτικά στο φόρο αναμένεται ότι θα είναι η διεύρυνση της φορολογητέας βάσης με την ένταξη όλων των ακινήτων χωρίς εξαιρέσεις καθώς και με την κατάργηση φοροαπαλλαγών ή ειδικών καθεστώτων που ισχύουν σήμερα στον ΕΝΦΙΑ.
Σύμφωνα με τα σενάρια που εξετάζονται, θα υπάρξουν νέες κλίμακες και συντελεστές υπολογισμού του φόρου οι οποίοι θα συνδέονται άμεσα με το εισόδημα και
την συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας κάθε φορολογούμενου.
Το νέο καθεστώς θα διαμορφωθεί μετά την ευθυγράμμιση των αντικειμενικών αξιών στις εμπορικές τιμές των ακινήτων, η οποία θα φέρει τα πάνω – κάτω στην κτηματαγορά καθώς θα υπάρξουν περιοχές με σημαντική μείωση των τιμών έως και 30% – 40% ενώ σε άλλες περιοχές η αύξηση των τιμών θα φθάνει ακόμη και το 100% κυρίως για αγροτεμάχια ? φιλέτα εκτός σχεδίου πόλης και ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που οι αντικειμενικές αξίες σήμερα υπολείπονται κατά πολύ των εμπορικών τιμών.