Υπάρχει ιδεολογικός προσανατολισμός στο κέντρο, ή μήπως έχουν εκλείψει οι λόγοι ύπαρξής του μετά την κατάργηση της Βασιλείας και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ;
Του Χάρη Παυλίδη
Η απάντηση δόθηκε εν μέρει στις εκλογές αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας και λίγο πριν από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. O κατακερματισμός του κέντρου του ήρθε σχεδόν φυσιολογικά. Ένα μέρος του, το φιλελεύθερο πολιτικά, απορροφήθηκε από τη Νέα Δημοκρατία.
Η αριστερή του πτέρυγα εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ. Παραδόξως, κι αυτό έχει τη σημασία του, μερικά από τα συντηρητικότερα στελέχη του βρέθηκαν στις τάξεις του κυβερνητικού πλέον ΠΑΣΟΚ. Κάπου εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έκλεισε το κεφάλαιο “κέντρο”.
Τα χρόνια που ακολούθησαν οι ιδέες του μπόλιασαν εν μέρει τη Νέα Δημοκρατία, αλλά σ’ ένα βαθμό και το ΠΑΣΟΚ μέσω της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατικής του τάσης. Στο πολιτικό λεξιλόγιο η καταχώρηση των εννοιών “κεντροδεξιά” και “κεντροαριστερά” ήταν γεγονός.
Παρ’ όλα αυτά τόσο στον ένα χώρο όσο και στον άλλον, η κεντρώα άποψη δεν κατάφερε ποτέ να καταστεί πλειοψηφούσα. Στο ΠΑΣΟΚ λειτούργησε με ιστορικούς όρους, προκειμένου το παρελθόν της κεντρώας παράταξης του Γεωργίου Παπανδρέου να χρησιμεύει ως γέφυρα με τον σοσιαλισμό του Ανδρέα Παπανδρέου.
Στη Νέα Δημοκρατία, κατά κανόνα, εξυπηρετούσε προεκλογικούς σχεδιασμούς με σκοπό την άντληση ψήφων από τη μεγάλη δεξαμενή των μετριοπαθών ψηφοφόρων.
Το προδικτατορικό κέντρο δεν είχε λόγο ύπαρξης στη μεταπολίτευση, ενώ το μεταδικτατορικό δεν κατάφερε να βρει το δικό του αφήγημα, με αποτέλεσμα να λειτουργεί συμπληρωματικά μέσα από τις δύο μεγάλες παρατάξεις.
Τουλάχιστον μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’90, όπου ο “Τρίτος Δρόμος” του Κώστα Σημίτη επανέφερε τη κεντρώα λογική στην άσκηση της εξουσίας. Γρήγορα ο μηχανισμός του ΠΑΣΟΚ φρόντισε να αποκαταστήσει τις ισορροπίες.
Το ίδιο χρονικό διάστημα το “μοντέλο” Αβραμόπουλου στο Δήμο Αθηναίων, ο συναινετικός πολιτικός λόγος και το κλίμα συνεννόησης, έβαζαν από την πίσω πόρτα της κεντροδεξιάς τη κεντρώα λογική της σύνθεσης.
Αυτό το κλίμα αξιοποίησε ο Κώστας Καραμανλής, που εν τω μεταξύ είχε αντιληφθεί τις νέες τάσεις που δημιουργούσε στην αστική παράταξη το “μοντέλο” Αβραμόπουλου, ώστε να βάλει το “μεσαίο χώρο” από την κύρια είσοδο στη Νέα Δημοκρατία. Ουσιαστικά τότε άρχισε στους κόλπους της κεντροδεξιάς ο σοβαρός προβληματισμός για τη μετεξέλιξη της σ’ ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα με κεντρώο προσανατολισμό.
Ατυχείς συγκυρίες και λάθη, σε συνδυασμό μ’ ένα στελεχικό δυναμικό προσκολλημένο στο παλιό και αντιμεταρρυθμιστές υπουργούς σε κρίσιμους τομείς, ακύρωσαν στην πράξη αυτό που με πολύ κόπο είχε χτιστεί από το 2000 μέχρι το 2004.
Ο κυβερνητισμός της Νέας Δημοκρατίας δεν επέτρεψε στον Κώστα Καραμανλή να αφήσει το αποτύπωμά του στη κοινωνία. Κυρίως να υλοποιήσει τα σχέδια του για την επανίδρυση κράτους και κόμματος. Προσπάθησε κάτω από αντίξοες συνθήκες και αποχώρησε αξιοπρεπώς.
Ο “μεσαίος χώρος” πάντως, ποτέ δεν έγινε κέντρο. Και σ’ αυτό σχετική ευθύνη έχει και ο Αντώνης Σαμαράς που αυτοπαγιδεύθηκε υιοθετώντας το στόχο της μεγίστης κομματικής συσπείρωσης, προεξοφλώντας τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές, έναντι του αιτήματος της κοινωνίας για επανίδρυση του κόμματος, μέχρι και αλλαγή στην ονομασία του.
Τελικά, η Νέα Δημοκρατία όχι μόνο δεν επανιδρύθηκε, όχι μόνο πήρε αποστάσεις από τον “μεσαίο χώρο”, αλλά επιπλέον απώλεσε και τον χαρακτήρα που διατηρούσε ως κόμμα εξουσίας, δηλαδή να είναι τουλάχιστον κόμμα- εκλογικός μηχανισμός.
Σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης με αποφασιστικότητα επανέφερε στο προσκήνιο τον κεντρώο προσανατολισμό της Νέας Δημοκρατίας. Προχώρησε μάλιστα ένα βήμα παραπάνω, αψηφώντας τις γκρίνιες και υπερβαίνοντας αντιλήψεις και στερεότυπα, μιλώντας για πολιτικό κέντρο έναντι του απροσδιόριστου “μεσαίου χώρου”.
Παρ’ όλα αυτά διατρέχει τον ίδιο κίνδυνο με τους προκατόχους του, εν όψει ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων, να καταστεί “όμηρος” μιας αντίληψης που θέλει “τάξη και ηρεμία” λόγω ουσιαστικής εισόδου σε… προεκλογική περίοδο.
Η κλιμάκωση της αντιπολιτευτικής τακτικής, απολύτως εύλογη λόγω της εικόνας που εμφανίζει η κυβέρνηση, ελλοχεύει τον κίνδυνο να αλλάξουν οι προτεραιότητες και η διεύρυνση να ανακόψει ταχύτητα. Επί της παρούσης κάτι τέτοιο δεν είναι ορατό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ένα κυβερνητικό “ατύχημα” δεν θα επαναφέρει στο προσκήνιο μια ακραία ρητορική που σε κάθε περίπτωση είναι απωθητική για τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του κέντρου.
Και κάτι τελευταίο που οφείλει να το λάβει σοβαρά υπ’ όψιν της η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Η μετακίνηση στο κέντρο δεν πρέπει να καταντήσει ανέκδοτο, αντίστοιχο εκείνου της “ανάπτυξης”. Και έχουμε την εντύπωση ότι στη Νέα Δημοκρατία περιμένουν να έρθει το κέντρο σ’ αυτούς, αντί αυτοί να πάνε στο κέντρο.
ΠΗΓΗ: http://news247.gr/