Ξεκινώντας από τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, ο κ. Γιάννης Ρέτσος, ανέφερε χθές ότι οι επιτυχίες του κλάδου τα τελευταία χρόνια έρχονται σε ένα περιβάλλον υπερφορολόγησης και αβεβαιότητας: «Το τελευταίο δωδεκάμηνο αποτελεί για τον ελληνικό τουρισμό μια χρονιά με επιτυχίες, προκλήσεις αλλά και σημαντικά προβλήματα. Επιτυχίες, γιατί ο τουρισμός καταφέρνει να παραμείνει για ακόμα μια χρονιά ο πρωταγωνιστής στη μεγάλη προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Προκλήσεις, γιατί ο ανταγωνισμός αυξάνεται, οι καιροί απαιτούν διαρκείς προσαρμογές και η στρατηγική μας οφείλει να εξελίσσεσαι διαρκώς. Και τέλος προβλήματα, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι οι μεγάλες επιτυχίες του ελληνικού τουρισμού γίνονται σε ένα περιβάλλον υπεροφορολόγησης, αβεβαιότητας, με πολλά διαρθρωτικά ή θεσμικά ζητήματα που διαχρονικά θέτουμε προς την πολιτεία και πολλά από αυτά παραμένουν άλυτα. Ο ΣΕΤΕ έχει θέσει στους αρμόδιους φορείς τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, για να παραμείνει σε αναπτυξιακή τροχιά ο ελληνικός τουρισμός τα επόμενα χρόνια και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του. Οι προϋποθέσεις αυτές συνοψίζονται στη διατήρηση της οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας, στη διαμόρφωση ενός ρεαλιστικού και σταθερού φορολογικού πλαισίου, στη λειτουργία ενός ευέλικτου χρηματοπιστωτικού συστήματος, στη δημιουργία εθνικού χωροταξικού πλαισίου και στη διασφάλιση της αρχής της ασφάλειας δικαίου», ανέφερε ο κ. Ρέτσος.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΑEGEAN κ. Ευτύχης Βασιλάκης ανέφερε ότι υπάρχουν φυσικά πολλά θέματα στα φορολογικά, «αλλά ένα πράγμα το οποίο πρέπει να μπει στη βάση του τι πρέπει να γίνει για τον τουρισμό- αφού όλοι μιλάμε για την επιμήκυνση της περιόδου- είναι η λογική της εποχικότητας στις χρεώσεις, ο,τι χρεώσεις και αν είναι αυτές, απασχόλησης, εισφορών, ΙΚΑ, χρεώσεις αεροδρομίων, χρεώσεις μουσείων, ακόμα ενδεχομένως και εστιάζοντας σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές. Ισως αυτό να διευκολύνει κάποιες μειώσεις να γίνουν πιο γρήγορα, αν, δημοσιονομικά, δεν είναι εύκολο να γίνουν από την αρχή. Μην ξεχνάμε ότι αυτό είναι ο μεγαλύτερος συντελεστής που επιβαρύνει την απόδοση των επενδύσεων, η αξιοποίησή τους για μεγαλύτερο κομμάτι του χρόνου, επομένως η όποια φορολογική πολιτική, σε όποιο επίπεδο, με όποια κατανομή, πρέπει να ακουμπάει εκεί».
Ο κ. Βασιλάκης μίλησε χθές και για τη φορολογία στην εργασία: « «Οι εργοδοτικές οργανώσεις πρέπει να συμφωνήσουν ότι αν γίνει κάτι στη φορολογία, το πρώτο που πρέπει να γίνει, είναι μείωση στη φορολογία εργασίας. Και όταν λέω φορολογία εργασίας, εννοώ τρία πράγματα που αφορούν την εργασία: Το ένα είναι ο φορολογικός συντελεστής που πολύ γρήγορα πάει στο 45%. Επιπλέον, υπάρχει μια έκτακτη εισφορά η οποία έρχεται και πηγαίνει στο 6%, στο 7% στο 8%, έως και το 10% που πάλι αφορά την εργασία. Δεν είναι δυνατόν να αφορά η έκτακτη εισφορά την εργασία και δεν μπορεί να το πιστεύει κανείς αυτό ιδεολογικά, ούτε αναπτυξιακά. Και τρίτον, φυσικά η ανταποδοτικότητα των των ασφαλιστικών εισφορών, η οποία έχει χειροτερέψει πολύ. Οι νέοι εργαζόμενοι σε όλα τα επίπεδα πληρώνουν για το παρελθόν και όχι για το μέλλον και βέβαια αυτό οδηγεί στην επιβάρυνση και της συμμόρφωσης και της ανάπτυξης. Αυτά τα πράγματα είναι καίρια και για τον τουρισμό και κυρίως για την ανάπτυξη του τουρισμού σε πιο οργανωμένο επίπεδο. Για να γίνουν οι μικρές, μεσαίες επιχειρήσεις θέλουν στελέχη. Για να γίνουν οι μεσαίες, μεγαλύτερες θέλουν στελέχη, για να ανταγωνιστούν οι μεγάλες φυσικά θέλουν στελέχη. Άρα νομίζω ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό να είναι κοινή, πρώτη προτεραιότητα στα φορολογικά όλων των εργοδοτικών οργανώσεων για τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα».
Το ζήτημα του χωροταξικού, των χρήσεων γής και των χρονοβόρων αδειοδοτικών διαδικασιών έθιξε από το βήμα της γενικής συνέλευσης του ΣΕΤΕ ο διευθύνων σύμβουλος της Εurobank, κ. Φωκίων Καραβίας: «Ο κλάδος έχει τη δυνατότητα να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις στη χώρα, μαζί με άλλους κλάδους όπως η ενέργεια και τα logistics, σύμφωνα και με την τελευταία ανάλυση της Eurobank» ανέφερε ο κ. Καραβίας, προσθέτοντας ότι στις πολύ σημαντικές, νέες επενδύσεις που μπορουν να στηρίξουν περαιτέρω τον κλάδο περιλαμβάνονται το αεροδρόμιο στο Καστέλι και ο Βόρειος Οδικός Άξονας της Κρήτης, τα σχέδια ανάπτυξης στην Κασσιόπη και στην Αφάντου στη Ρόδο, το μεγάλο έργο του Ελληνικού κ.α. «Ωστόσο, βιώνουμε σημαντικές καθυστερήσεις στα επενδυτικά αυτά σχέδια που καταδεικνύουν ότι το θέμα των αδειοδοτήσεων και των χρήσεων γης είναι το νούμερο 1 πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί ώστε να γίνει το αναπτυξιακό άλμα, για τον κλάδο του τουρισμού και όχι μόνο».
Τα νούμερα του κλάδου
Από πλευράς του ΣΕΤΕ, όπως αναφέρθηκε χθές από τη διοίκησή του, στόχος παραμένει η περαιτέρω ενίσχυση του ελληνικού τουρισμού, η κατάταξη του στις μεγάλες αγορές και φυσικά το αποτέλεσμα της, η ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας.
Για το 2017 η εισερχόμενη τουριστική κίνηση αυξήθηκε κατά 7,4%, αγγίζοντας τους 30,1 εκατ. τουρίστες.
Σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα μελέτης του Ινστιτούτου ΣΕΤΕ, ο ελληνικός τουρισμός παρουσίασε πέρσι αύξηση εσόδων από το εξωτερικό κατά 11,4% ή κατά 1,45 δισ. ευρώ, σε σχέση με το 2016. Η συνολική αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας εκτιμάται σε 1,56 δισ. ευρώ (από 16,7 δισ. ευρώ άμεσης συνεισφοράς στο ΑΕΠ το 2016 σε 18,3 δισ. ευρώ το 2017).
Επίσης, ο τουρισμός συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 10,3% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η άμεση και έμμεση συμβολή του εκτιμάται από 22,6% έως 27,3%.Τα αποτελέσματα της μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ, δείχνουν ότι ο τουρισμός είναι ένας τομέας με μεγάλη διάχυση ωφελειών στην οικονομία και φυσικά στην κοινωνία. Για κάθε 1 ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 έως 2,65 ευρώ.
Στις Περιφέρειες της Κρήτης, του Νοτίου Αιγαίου και των Ιονίων Νήσων, ο τουρισμός συνεισφέρει άμεσα στη δημιουργία άνω του 47,4% του ΑΕΠ των εν λόγω προορισμών.
Οι τρεις αυτές Περιφέρειες, έχουν από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα, τεκμηριώνοντας την άποψη ότι ο τουρισμός οδηγεί σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των περιοχών στις οποίες παρουσιάζει ανάπτυξη.
Παράλληλα, ο τουρισμός συμβάλλει άμεσα στην αιχμή της τουριστικής περιόδου στο 16,9% της απασχόλησης και συνολικά (άμεσα και έμμεσα) μεταξύ 37,2% και 44,8% , ενώ αποτελεί βασικό μοχλό για τη μείωση της ανεργίας.
Πηγή: Newmoney