Το πλέον σκληρό πρόσωπό τους έδειξαν οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, κάτι που είχε ως συνέπεια πολλές μικρομεσαίες, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις που προσπαθούσαν με τα δόντια να κρατηθούν ανοικτές, λόγω της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης, να κατεβάσουν οριστικά ρολά και χιλιάδες εργαζόμενοι να μείνουν στο δρόμο, ενισχύοντας την ανεργία.
Η αυξημένη 7μελής σύνθεσης του Δ΄ Τμήματος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με πρόεδρο τον Δημοσθένη Πετρούλια (συνταξιοδοτήθηκε) και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Διομήδη Κυριλλόπουλο έκρινε (με μειοψηφία μόνο του συμβούλου Επικρατείας Ηλία Μάζου) ότι είναι συνταγματική η υπουργική απόφαση που προβλέπει την επιβολή των υπέρογκων προστίμων των 10.549,44 ευρώ και 9.197,10 ευρώ στους εργοδότες για κάθε ένα αδήλωτο εργαζόμενο που «συλλαμβάνεται» να έχει από τους επιθεωρητές εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), αναφέρει το protothema.
Η απόφαση (2151/2017) του Δ΄ Τμήματος είναι πιλοτική (νόμος 3900/2010) και υποχρεωτικά θα την ακολουθήσουν πιστά πανελλαδικά όλα τα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας, όπου εκκρεμούν χιλιάδες υποθέσεις εργοδοτών που ζητούν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικά και αντίθετα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τα υπέρογκα πρόστιμα που τους έχουν επιβληθεί για μαύρη εργασία.
Ειδικότερα, η υπ΄ αριθμ. 27397/122/19.8.2013 υπουργική απόφαση για την «επιβολή διοικητικών κυρώσεων για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας», η οποία ισχύει από 15.9.2013, προβλέπει ότι όταν οι επιθεωρητές εργασίας του ΣΕΠΕ σε ελέγχους που κάνουν σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα διαπιστώσουν τη μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού που τηρείται από τους εργοδότες (αδήλωτη εργασία), επιβάλλουν πρόστιμα χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή των εργοδοτών για παροχή εξηγήσεων.
Να σημειωθεί ότι οι εργοδότες, σύμφωνα με το νόμο 2874/2000 έχουν την υποχρέωση να αναρτούν σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας πίνακα των απασχολούμενων σε αυτούς μισθωτών με πλήρες περιεχόμενο των στοιχείων των εργαζομένων (ονοματεπώνυμο, ονοματεπώνυμο πατέρα και μητέρας, οικογενειακή κατάσταση, ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης, κ.λπ.).
Σύμφωνα με την επίμαχη υπουργική απόφαση για κάθε αδήλωτο υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών, ο οποίος λαμβάνει μηνιαίο μισθό 568,08 ευρώ προβλέπεται επιβολή προστίμου σε βάρος του εργοδότη ύψους 10.549,44 ευρώ (568,08 Χ 18 μήνες εργασίας), ενώ για κάθε αδήλωτο υπάλληλο ηλικίας κάτω των 25 ετών, ο οποίος λαμβάνει μισθό 510,95 ευρώ το πρόστιμο ανέρχεται σε 9.197,10 ευρώ (510,95 Χ 18 μήνες εργασίας). Οι εν λόγω κατώτεροι μισθοί καθορίστηκαν με το νόμο 4093/2012.
Τώρα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι η επιβολή των επίμαχων προστίμων «υπαγορευθεί από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, η οποία αφενός μεν παραβιάζει τα βασικά δικαιώματα των εργαζομένων, με συνέπεια να μεταπίπτει η εργασία από κοινωνικό λειτούργημα σε αντικείμενο εμπορίας, αφετέρου δε στερεί από τα ασφαλιστικά ταμεία, σημαντικά έσοδα, με συνέπεια την αποδυνάμωση του ασφαλιστικού συστήματος, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα».
Κατόπιν αυτών, το Δ΄ Τμήμα έκρινε «δεν αντίκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητος». Και αυτό γιατί «δεν θεσπίζεται κύρωση προδήλως απρόσφορη, ούτε η προβλεπόμενη κύρωση υπερακοντίζει τον επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τον οποίο αποβλέπει να εξυπηρετήσει, δηλαδή την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, δεδομένου ότι με το σοβαρό ύψος του προβλεπόμενου προστίμου επιδιώκεται τόσον ο αυστηρός κολασμός του συγκεκριμένου παραβάτη, όσο και η αποτροπή της παράνομης πρακτικής της αδήλωτης εργασίας από τους λοιπούς εργοδότες».
Έτσι, συνεχίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας τα επίμαχα πρόστιμα δεν μπορεί να θεωρηθούν ως προδήλως δυσανάλογα για την επίτευξη του σκοπού του δημοσίου συμφέροντος, «εν όψει της σπουδαιότητος του διακυβευόμενου αγαθού της καταπολέμησης του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, με τις σοβαρότατες για τους εργαζόμενους, το ασφαλιστικό σύστημα και τα δημόσια έσοδα δυσμενείς συνέπειες».
Αντίθετα, ο κ Μάζος (μειοψηφία) υποστήριξε ότι η επιβολή των επίμαχων προστίμων αποτελεί πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος σκοπού της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας.
Όμως, συνεχίζει ο κ. Μάζος, ο καθορισμός, του ύψους των προστίμων, για τον αδήλωτο εργαζόμενο (πολλαπλασιασμός 18 μηνών εργασίας επί το μισθό), «αντίκειται στην αρχή της εν στενή εννοία αναλογικότητος, λαμβανομένων υπ’ όψιν των συνεπειών της επιβολής του προστίμου σε μικρές επιχειρήσεις», δοθέντος μάλιστα ότι η επιλογή των 18 μηνών εργασίας, ως στοιχείου υπολογισμού του προστίμου, δεν τεκμηριώνεται και παρίσταται, ως εκ τούτου, αυθαίρετη.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Σύμφωνα με την δικογραφία σε εταιρεία της Μακεδονίας, κατόπιν ελέγχου επιβλήθηκε πρόστιμο (δελτίο ελέγχου πράξης επιβολής προστίμου) ύψους 21.601 ευρώ. Το πρόστιμο επιβλήθηκε καθώς: 1) κατά τους ισχυρισμούς των ελεγκτών δυο εργαζόμενοι στην εταιρεία δεν ήταν καταγεγραμμένοι στον πίνακα προσωπικού (δηλαδή δεν ήταν ασφαλισμένοι) και για το λόγο αυτό επιβλήθηκε πρόστιμό 10.550 ευρώ για τον καθένα από τους δύο αδήλωτους εργαζόμενους και 2) πρόστιμο ύψους 500 ευρώ για μη τήρηση πίνακα προσωπικού.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Λαμίας απέστειλε προδικαστικό ερώτημα (νόμος 3900/2010) στο ΣτΕ, καθώς η εταιρεία υποστηρίζει ότι η ισχύουσα νομοθεσία που προβλέπει τα υψηλά πρόστιμα είναι αντισυνταγματική, παράνομη και αντίθετη στην ΕΣΔΑ.
Και αυτό γιατί δεν τηρήθηκε η σχετική νομοθετική διάταξη του άρθρου 20 του Συντάγματος και η αντίστοιχη το Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που προβλέπει ότι πριν την επιβολή της ποινής-προστίμου πρέπει να καλείται ο παραβάτης σε ακρόαση προκειμένου να παρέχει εξηγήσεις.
Ακόμη, επισημαίνει ότι τόσο ο νόμος 4255/2014 όσο και η από 2.6.2014 υπουργική απόφαση που καθορίζει τα πρόστιμα είναι αντισυνταγματική για τον πρόσθετο λόγο ότι παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 Συντάγματος), καθώς τα πρόστιμα είναι δυσανάλογα με το αδίκημα.
Παραβιάζουν όμως και την ΕΣΔΑ αφού η επιβολή προστίμων στην πραγματικότητα υποκρύπτει ποινική κύρωση, χωρίς τις εγγυήσεις της δικαστικής κρίσης, ενώ το μεγάλο ύψος των προστίμων απειλεί ακόμη να επιφέρει οικονομική βλάβη στην εταιρεία.
Από την πλευρά της η εταιρεία υποστήριξε ότι ο ένας από τους αδήλωτους εργαζόμενους ηλικίας 65 ετών με κινητικά προβλήματα δεν εργαζόταν στην επιχείρηση, αλλά ήταν πελάτης, που μόλις είχε αγοράσει με έκπτωση ελαττωματικό προϊόν το οποίο προσπαθούσε να επισκευάσει.
Ο δεύτερος αδήλωτος, εργαζόταν κατά το παρελθόν στην εταιρεία -όπως υποστηρίζει η ίδια- και όχι την ημέρα που πραγματοποιήθηκε ο έλεγχος.