Η κρίση που βιώνουμε σήμερα με την Τουρκία πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις συνολικής αλλαγής νοοτροπίας.
Πρέπει όλοι πλέον να αντιμετωπίσουμε τα ζητήματα συνειδησιακής συμμετοχής όλων μας σε θέματα εθνικής ασφάλειας και στρατιωτικής θητείας. Το θέμα της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας συζητείται εδώ και χρόνια, με καθαρά επιχειρησιακούς όρους όμως και σε λάθος βάση.
Του Ηρακλή Ρούπα*
Αυτός είναι και ο λόγος που η όλη προσέγγιση δεν έχει δημιουργήσει προϋποθέσεις σφαιρικής αντιμετώπισης του θέματος της στράτευσης τόσο σε περίοδο “ηρεμίας”, όσο και σε περιόδους κρίσεων, αναδεικνύοντας θετικές προεκτάσεις σε ένα ευρύ πεδίο.
Το κατά πόσο η μετάλλαξη του στρατού σε επαγγελματικό παρέχει την δυνατότητα συζήτησης για τον χρόνο στράτευσης των νέων (ή ακόμα και της μη στράτευσής τους), σε περιόδους “ηρεμίας” αποτελεί βασική παράμετρο πολιτικής και μόνον προσέγγισης (δυστυχώς χάριν ψηφοθηρίας).
Άλλωστε, δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός πως πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση, το θέμα μείωσης της στρατιωτικής θητείας επανέρχεται στο προσκήνιο.
Αναδεικνύοντας κατά τον τρόπο αυτό το λάθος μήνυμα για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα. Ένα μήνυμα που έχει παγιώσει πλέον στην αντίληψη τόσο γονέων, όσο και των νέων, πως ο στρατός είναι μία αγγαρεία. Ένα χάσιμο αντιπαραγωγικού χρόνου! Ποιοι όμως φέρουν την ευθύνη για την λανθασμένη αυτή εκτίμηση;
Ποιοι τόσα χρόνια αποφεύγουν να καλλιεργήσουν μία διαφορετική οπτική για το τι μπορεί να προσφέρει η στρατιωτική θητεία ως εθνικός θεσμός, εκτός από το να εκπαιδεύει τους “φαντάρους”, εκείνους που δεν χρησιμοποιούν “μέσο” για να υπηρετήσουν σε γραφείο κοντά στο σπίτι τους;
Ο σχεδιασμός, όπως εξελίσσεται διαχρονικά, δυστυχώς τείνει να θεωρεί τους στρατευμένους νέους ως μία βασικά υποστηρικτική μόνον κατηγορία (με εξαίρεση τα τμήματα εκείνα που υπηρετούν στις ειδικές δυνάμεις, ή την παραμεθόριο).
Το παράδειγμα ενός ομογενή
Αγνοεί τις πολυεπίπεδες διαστάσεις (οικονομικές και κοινωνικές) μίας ουσιαστικότερης ενεργοποίησης των οπλιτών, σε συνδυασμό με την αναγκαία αύξηση της στρατιωτικής θητείας.
Η όποια προσέγγιση του θέματος προκύπτει μόνον μετά από κρίσεις, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες (με εξαίρεση την τρέχουσα περίοδο) οι συζητήσεις περιστρέφονταν κυρίως γύρω από την μείωση της θητείας, παρά για την αναδόμηση και την αποτελεσματικότερη διαχείριση του έμψυχου υλικού των στρατευμένων.
Επιλογή, όλων των κυβερνήσεων διαχρονικά, ήταν να μη θιγεί το συγκεκριμένο θέμα, εξαιτίας του μεγάλου πολιτικού κόστους που μία αύξηση θητείας θα επέφερε.
Παρά το γεγονός ότι μία τέτοια οπτική μπορεί να είχε κάποια βάση, κανείς ποτέ δεν έχει προχωρήσει στο να θίξει δημοσίως το θέμα συνολικής αναδιάταξης της φιλοσοφίας στράτευσης.
Πρόσφατα διάβασα για ένα ομογενή, παιδί μετανάστη από το Χαρισπεργκ της Πενσυλβάνια, που σήμερα είναι ο μοναδικός ομογενής που υπηρετεί στους Εύζωνες. Ίσως από τους λίγους που επιλέγουν να υπηρετήσουν την μικρή πλέον στρατιωτική θητεία στην χώρα των προγόνων τους. Ήθελε να υπηρετήσει στο σώμα που υπηρέτησε ο παππούς του!
Αλήθεια πόσο διαφορετική νοοτροπία από εκείνους που, όταν φθάσει η περίοδος να παρουσιασθούν, η πρώτη αντίδραση είναι η αναζήτηση του “μέσου” για να περάσει ανώδυνα η θητεία; Κάπου κοντά στο σπίτι και σε ένα γραφείο!
Ακόμα και σήμερα που η θητεία είναι μόλις εννέα μήνες, αλλά που τα προβλήματα με την Τουρκία βρίσκονται σε οριακό σημείο. Το θέμα λοιπόν, της στρατιωτικής θητείας είναι πολυεπίπεδο και σύνθετο. Τα πρόσφατα επεισόδια στον Εβρο κατέδειξαν την εγρήγορση (όπως κάθε φορά), των κατοίκων των παραμεθόριων περιοχών.
Ο Έβρος ήταν μόνο η αρχή
Οι υπόλοιποι απλά παρακολουθούσαμε, χωρίς να έχουμε εξοικείωση από κρίσεις, καθώς η περίοδος ηρεμίας ήταν πολύ μακρά μέχρι σήμερα. Αυτό όμως πρέπει σταδιακά να αλλάξει. Η κρίση του Έβρου ήταν μόνον η αρχή. Οι διεθνείς εξελίξεις με την συνεχή μετάλλαξη των δογμάτων εξωτερικής πολιτικής των περισσότερων χωρών, σε συνδυασμό με την γεωστρατηγική θέση της χώρας, επιβάλλει μία νέα προσέγγιση. Μία αντίστοιχη φιλοσοφία στράτευσης με του Ισραήλ και της Ελβετίας.
Στην όλη συζήτηση η παράμετρος που ελάχιστα αναφέρεται είναι οι εν δυνάμει θετικές οικονομικοκοινωνικές προεκτάσεις που μπορεί να αναδειχθούν μέσα από μία διαφορετική προσέγγιση της στρατιωτικής θητείας.
Η αλήθεια είναι πως ο χρόνος της θητείας πρέπει να αυξηθεί. Πρέπει, όμως, όλοι να υπηρετούν χωρίς καμία εξαίρεση, χωρίς παραθυράκια και νομικές διεξόδους. Δεν είναι ανάγκη όμως ο χρόνος αυτός να θεωρείται χαμένος.
Είναι δυνατόν η διαδικασία στράτευσης να συνδυάσει την εκπαίδευση στα όπλα, με την προσφορά παραγωγικού έργου.
Παροχή κοινωνικού έργου προς τις τοπικές κοινωνίες των περιοχών που υπηρετούν, ή στον τόπο καταγωγής τους, ανεξάρτητα αν υπάρχει στρατόπεδο.
Κατά τον τρόπο αυτό ενισχύονται οι δεσμοί των πολιτών, ενώ ταυτόχρονα δημιουργείται επαφή όλων των νέων με τα προβλήματα που απαιτούν κοινωνικό έργο.
Κίνητρα όπως στο Ισραήλ
Η παροχή κινήτρων σε Έλληνες του εξωτερικού δεύτερης γενιάς να έλθουν να υπηρετήσουν (όπως γίνεται και στο Ισραήλ) θα αποτελέσει την πρώτη ένδειξη αλλαγής. Με παροχή κινήτρων, μετά την ολοκλήρωση της θητείας τους και την ανάπτυξη κάποιας παράλληλης με την χώρα τους δραστηριότητας.
Μπορεί να είναι οικονομικές παροχές για διακοπές και φιλοξενία των παιδιών τους σε κατασκηνώσεις, ή επιδοτούμενο εισιτήριο για τους γονείς τους, καθώς και εξασφαλισμένη διαμονή για εκείνους που θα επισκέπτονται τους στρατευμένους.
Επιπλέον, μπορεί να προβλέπει και την επιλογή των επιστημόνων στρατιωτών, ως μέλη επιστημονικών και ερευνητικών ομάδων εργασίας, μετά την ολοκλήρωση του μισού της θητείας τους.
Την δημιουργία ομάδας στρατευμένων επιστημόνων σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια για την ανάπτυξη συστημάτων τεχνολογίας αιχμής και διατήρηση αυτών μετά την θητεία τους σε τμήματα της πολεμικής βιομηχανίας (που επί τέλους πρέπει να αρχίσει να “υπάρχει”)!
Ο στόχος πρέπει να είναι να αλλάξει η εντύπωση διά των πράξεων πως ο στρατός (για την πλειοψηφία όσων υπηρετούν πραγματικά χωρίς “μέσο”), είναι μόνον η σκοπιά, η λάντζα και κάποιες ασκήσεις.
Όσο για τους ανυπότακτους και τα “μέσα”, απαιτείται ριζική αλλαγή του σχετικού νομοθετικού πλαισίου ώστε να μπορούμε να ισχυριζόμαστε πως η στράτευση αποτελεί έναν εθνικό θεσμό, όπου όλοι είναι και αντιμετωπίζονται ως ίσοι.
- Ο Ηρακλής Ρούπας είναι οικονομολόγος