Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, How’s life? 2017 (Μάιος 2018), η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στο χαμηλότερο σημείο όσον αφορά στις υλικές συνθήκες διαβίωσης, τονίζει ο ΣΕΒ στο δελτίο του για την Ελληνική οικονομία. Όταν ερωτάται πόσο ικανοποιημένος είναι από τη ζωή του, με άριστα το 10, ο μέσος Έλληνας βαθμολογεί τη ζωή του με 6,2, μια από τις χαμηλότερες βαθμολογίες στις χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό είναι ένδειξη άμετρης απαισιοδοξίας, όχι χωρίς βάση εάν αναλογισθεί κανείς τι έχει συμβεί στη χώρα την τελευταία 10ετία.
Από τα ψηλά της εφήμερης ευημερίας με δανεικά, οι Έλληνες βρέθηκαν ξαφνικά στα χαμηλά της συνεχούς εξοικονόμησης πόρων για την εξυπηρέτηση του χρέους. Από την άλλη μεριά, η Ελλάδα έχει το επίπεδο ποιότητας ζωής που, αν και σχετικά χαμηλό, διαθέτουν χώρες με υψηλότερες υλικές υποδομές απ’ ό,τι η Ελλάδα, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, το Ισραήλ, η Κορέα, και, οριακά, ακόμη και οι ΗΠΑ.
Όπως συμβαίνει και με χώρες, όπως η Δανία και η Φινλανδία, που έχουν πολύ υψηλότερο επίπεδο ποιότητας ζωής απ’ ό,τι θα δικαιολογούσαν οι υλικές συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού. Χώρες πρωταθλήτριες, και στις υλικές ανέσεις και την ποιότητα της ζωής, είναι η Νορβηγία, η Σουηδία, ο Καναδάς και η Ελβετία. Σήμερα, βεβαίως, η ελληνική οικονομία ανακάμπτει σταδιακά, και η κοινωνία προσβλέπει σε καλύτερες μέρες, όπως καταγράφεται στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Σε κάθε περίπτωση, ο μέσος Έλληνας (και σε παρένθεση ο μέσος πολίτης στις χώρες του ΟΟΣΑ) έχει €14,4 χιλ. το χρόνο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα (€25,9 χιλ.) και ζει σε νοικοκυριό με περιουσιακά στοιχεία αξίας κοντά στα €125 χιλ. (€280 χιλ.). Στις ηλικίες 15-64 ετών, έχει πιθανότητα 53,5% να έχει δουλειά (67,7%), με ακαθάριστο εισόδημα λίγο πάνω από €21,3 χιλ. (€37,5 χιλ.). Το 2018, το 14% του εργατικού δυναμικού παρέμενε στην ανεργία για 1 χρόνο ή περισσότερο (1,7%). Το μέσο ελληνικό σπίτι διαθέτει 1,2 δωμάτια ανά άτομο (1,9), και το 99,5% των σπιτιών διαθέτει εσωτερική τουαλέτα (97,9%). Κατά μέσο όρο, το ελληνικό νοικοκυριό ξοδεύει το 1/4 του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματός του σε ενοίκιο και έξοδα συντήρησης του σπιτιού του (1/5), πέραν των πληρωμών εξυπηρέτησης τυχόν στεγαστικού δανείου.
Στον τομέα της υγείας, τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα θα ζήσουν πάνω από 81 χρόνια (80,1) και 3 στους 4 ενήλικες δηλώνουν ότι είναι καλά και πολύ καλά στην υγεία τους (2,7 στους 4). Πάνω από 7 στους 10 έχουν τελειώσει τουλάχιστον δευτεροβάθμια εκπαίδευση (7,5 στους 10), αλλά το επίπεδο των βασικών τους γνώσεων υπολείπεται των άλλων Ευρωπαίων, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στους 15ρηδες μαθητές στην κατανόηση κειμένου, καθώς και μαθηματικών και επιστημονικών εννοιών. Το 82% δηλώνει ότι μπορεί να βασίζεται στη βοήθεια συγγενών και φίλων σε μια δύσκολη στιγμή (89%).
Στις εθνικές εκλογές ψηφίζουν οι 2 στους 3 (2,1 στους 3) και κάτι παραπάνω δηλώνει ότι επηρεάζει την κυβερνητική πολιτική που ασκείται, σε παγκόσμια αποκλειστικότητα μιας και σε άλλες χώρες το τελευταίο συμβαίνει σε πολύ μικρότερο βαθμό (1 στους 3)!
Ο αέρας που αναπνέει, όσον αφορά την περιεκτικότητα του σε αιωρούμενα μικροσωματίδια (ΡΜ2,5), είναι κατά 75% χειρότερος (39%), με βάση το όριο των 10 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Όσον αφορά, όμως, στην ποιότητα του νερού που πίνει, 7 στους 10 δηλώνουν ικανοποιημένοι (8 στους 10). Οι θάνατοι από εγκληματικές ενέργειες ανέρχονται σε 1 ανά 100.000 πληθυσμού (3,6 ανά 100.000), ενώ κοντά στους 2 στους 3 δηλώνουν ότι αισθάνονται ασφαλείς να περπατούν μόνοι τη νύχτα στην περιοχή που διαμένουν (2,1 στους 3).
Η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό αλκοολισμού και αυτοκτονιών στις χώρες του ΟΟΣΑ, όχι μικρό επίτευγμα που φανερώνει τους ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς της ελληνικής οικογένειας και κοινωνίας. Η Ελλάδα, έχει λοιπόν επιδείξει αξιοσημείωτες αντοχές, και μπορεί σχετικά εύκολα να βγει από τη μιζέρια. Αρκεί οι Έλληνες να πιστέψουν στις δυνατότητές τους, και η χώρα να επιστρέψει σε ισχυρούς ρυθμούς επενδύσεων και ανάπτυξης, αυτή τη φορά χωρίς δανεικά, με βάση την εργατικότητα, την αποταμίευση και την αριστεία.
Το οικονομικό κλίμα
Μικρή επιδείνωση παρουσίασε το οικονομικό κλίμα τον Ιανουάριο του 2019 στις 99,6 μονάδες από 100,9 τον προηγούμενο μήνα, κυρίως λόγω της πτώσης των προσδοκιών στις υπηρεσίες, ενώ στη βιομηχανία, το λιανικό εμπόριο και τις κατασκευές το κλίμα βελτιώθηκε ελαφρά. Ανοδικά συνέχισε να κινείται επίσης ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, ακολουθώντας μία πορεία που παρατηρείται γενικά σε προεκλογικές περιόδους. Αντίθετα, στην ΕΕ-28 και στην Ευρωζώνη το οικονομικό κλίμα επιδεινώθηκε σημαντικά κυρίως λόγω της περαιτέρω εξασθένισης των προσδοκιών στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες. Η βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποστηρίζεται και από την άνοδο του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών (+3,4% στο 9μηνο του 2018), συμβάλλοντας στην αύξηση του όγκου λιανικών πωλήσεων (+1,9% το διάστημα Ιαν – Νοε 2018). Την ίδια ώρα, το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών, αν και παραμένει αρνητικό, βελτιώθηκε σε -6,1% στο 9μηνο του 2018, έναντι -7,2% στο σύνολο του 2017 και -6,9% το 2016. Παράλληλα, η γενική βελτίωση του οικονομικού κλίματος φαίνεται ότι επιδρά θετικά και στην άνοδο των καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών, οι οποίες από τον Ιούλιο του 2015 έχουν αυξηθεί κατά €19,3 δισ. (+€7,6 δισ. το 2018). Επίσης, ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων επέστρεψε σε θετικό έδαφος τον Δεκέμβριο του 2018 (+0,3%), έπειτα από 9 μήνες αρνητικής μεταβολής.
Η σταθερή αύξηση των καταθέσεων το 2018, σε συνδυασμό με τον αρνητικό ρυθμό χρηματοδότησης κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους, οδήγησε στην μείωση της παροχής
έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας κάτω από το όριο των €2 δισ., σηματοδοτώντας ουσιαστικά την απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον μηχανισμό έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας (ELA).