Οι λειτουργικές συνθήκες του μεταποιητικού τομέα της Ελλάδας κατέγραψαν μέτρια βελτίωση τον Ιούνιο, καθώς ο κύριος δείκτης PMI υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η IHS Markit. Αρνητική επιρροή είχαν οι βραδύτεροι ρυθμοί αύξησης της παραγωγής και των νέων εργασιών. Επιπλέον, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας επιβραδύνθηκε λόγω της ασθενέστερης ζήτησης και οι αδιεκπεραίωτες εργασίες μειώθηκαν περαιτέρω. Η υποτονική ζήτηση ώθησε επίσης τους κατασκευαστές στη μείωση των τιμών εκροών.
Εν τω μεταξύ, οι προσδοκίες σχετικά με την παραγωγή παρέμειναν έντονες, καθώς οι παραγωγοί αγαθών ενισχύθηκαν από τη συνεχή αύξηση της ζήτησης των πελατών, αναφέρει το newmoney.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) –ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– έκλεισε στις 52,4 μονάδες τον Ιούνιο, τιμή χαμηλότερη από τις 54,2 μονάδες του Μαΐου.
Ο κύριος δείκτης υπέδειξε μέτριο ρυθμό βελτίωσης της υγείας του ελληνικού τομέα μεταποίησης, τον βραδύτερο που έχει καταγραφεί από τον Νοέμβριο του 2017. Η πρόσφατη τιμή επέκτεινε την τρέχουσα περίοδο συνεχούς ανάπτυξης σε 25 συνεχείς μήνες.
Ο βραδύτερος ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών τον Ιούνιο επηρέασε αρνητικά τον κύριο δείκτη PMI. Ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε αισθητά από την πρόσφατη υψηλή τιμή του Απριλίου, ενώ ήταν ο ασθενέστερος που έχει καταγραφεί από τον Οκτώβριο του 2017. Παρότι ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι η αύξηση ήταν αποτέλεσμα της απόκτησης νέων πελατών, άλλες κατέγραψαν ασθενέστερες συνθήκες ζήτησης σε σύγκριση με το πρώτο διάστημα του έτους.
Ωστόσο, οι νέες παραγγελίες εξαγωγών αυξήθηκαν με οριακό ρυθμό, καθώς οι εταιρείες ανέφεραν ότι η εξασθενημένη ζήτηση από το εξωτερικό περιόρισε την ανάπτυξη. Ακολούθως, η παραγωγή αυξήθηκε με σταθερό ρυθμό τον Ιούνιο, ο οποίος ήταν, ωστόσο, ο ασθενέστερος που έχει καταγραφεί από τον Οκτώβριο του 2018. Εντούτοις, η αύξηση ήταν ταχύτερη σε σύγκριση με την τάση στην ιστορία της έρευνας και λίγο χαμηλότερη από τον μέσο όρο που σημειώθηκε το 2018. Μέλη του πάνελ συνέδεσαν την ανοδική πορεία με τη συνεχιζόμενη αύξηση του όγκου νέων παραγγελιών.
Εν τω μεταξύ, οι Έλληνες κατασκευαστές υπέδειξαν νέα υποχώρηση στις τιμές εκροών τον Ιούνιο. Οι εταιρείες ανέφεραν ότι ο αυξανόμενος ανταγωνισμός οδήγησε σε μειώσεις τιμών και άλλες δραστηριότητες προώθησης. Οι τιμές εισροών τις οποίες κατέβαλαν οι παραγωγοί αγαθών αυξήθηκαν με μέτριο μόλις ρυθμό, καθώς ο πληθωρισμός εξασθένησε στον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2016.
Η αγοραστική δραστηριότητα συνέχισε να αυξάνεται σταθερά τον Ιούνιο, παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε καταγράφοντας χαμηλό 14 μηνών. Τα αποθέματα προϊόντων υποχώρησαν περαιτέρω, καθώς ο όγκος προμηθειών μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούνιο του 2017. Τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν στον μέγιστο βαθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα 28 μηνών.
Ο οικονομολόγος της IHS Markit, Siân Jones δήλωσε πως «Οι Έλληνες κατασκευαστές συνέχισαν να υποδεικνύουν βελτίωση της υγείας του τομέα τον Ιούνιο, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Νοέμβριο του 2017, δεδομένου του σταθερού ρυθμού αύξησης της παραγωγής και της απασχόλησης. Τα επίπεδα επιχειρηματικής εμπιστοσύνης παρέμειναν επίσης υψηλά, καθώς οι εταιρείες ενισχύθηκαν από τη συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης των πελατών. Τα στοιχεία της έρευνας του Ιουνίου υπογράμμισαν, ωστόσο, ως κύρια αιτία ανησυχίας τοκατά πόσο η αυξημένη ζήτηση των πελατών θα έχει μεγάλη διάρκεια. Οι νέες εργασίες και οι εξαγωγές αυξήθηκαν με μέτριους ρυθμούς, ενώ οι συνέπειες της υποχώρησης της ζήτησης από το εξωτερικό άρχισαν να είναι εμφανείς στον ελληνικό μεταποιητικό τομέα. Η καθοδική πίεση που ασκείται στην ανάπτυξη αναμένεται να παρεμποδίσει την άνοδο της βιομηχανικής παραγωγής κατά τους επόμενους μήνες, ενώ σύμφωνα με τις προβλέψεις της IHS Markit, αναμένεται ετήσια αύξηση 2,7% για το 2019. Επίσης, οι εταιρείες υπέδειξαν εκ νέου υποχώρηση των τιμών εργοστασίου, καθώς εντάθηκαν οι προσπάθειες προσέλκυσης πελατών μέσω των εκπτώσεων και άλλων ενεργειών προώθησης».