«Στον αέρα» η εφαρμογή του φόρου υπεραξίας ακινήτων

Μπορεί να απομένουν μόλις λίγοι μήνες προτού εκπνεύσει το 2016, ωστόσο από την πλευρά της κυβέρνησης δεν έχει ακόμη γνωστοποιηθεί τι μέλλει γενέσθαι με τον φόρο υπεραξίας ακινήτων, η αναστολή του οποίου λήγει το τέλος του χρόνου.

Αυτό σημαίνει ότι, αν δεν αλλάξει κάτι και μάλιστα σύντομα, το 2017 θα εισαχθεί άλλος ένας φόρος στην αγορά ακινήτων.

Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος υπεραξίας επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί και το 2014, ωστόσο εντέλει αποφασίστηκε η αναστολή του για δύο χρόνια και συγκεκριμένα έως το τέλος του 2016, εν μέσω σωρείας αντιδράσεων από φορείς της αγοράς ακινήτων και δυσκολίας υπολογισμού του.

Με βάση τις τελευταίες διατάξεις που ίσχυαν πριν από την επιβολή της αναστολής, ο φόρος υπεραξίας επιβάλλεται στους πωλητές ακινήτων τα οποία αποκτήθηκαν μετά το 1995 και υπολογίζεται στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης (λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική τιμή που ίσχυε τότε) και της τιμής πώλησης του ακινήτου.

Συγκεκριμένα, αν το ακίνητο ήταν αντικειμενικής αξίας π.χ. 100.000 ευρώ όταν αποκτήθηκε και σήμερα πωλείται αντί 150.000 ευρώ, ο πωλητής θα κληθεί να πληρώσει φόρο 15% επί της διαφοράς αυτής των 50.000 ευρώ, ύστερα από κάποια απομείωση που θα προκύψει, ανάλογα με τα έτη διακράτησης του ακινήτου. Το ποσοστό της απομείωσης μπορεί να ανέλθει ακόμη και σε 40%.

Από τον φόρο εξαιρούνται όλα τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κατοχή των ιδιοκτητών τους πριν από τις 31/12/1994, παρά τις αρχικές προβλέψεις, καθώς διαπιστώθηκε ότι θα προέκυπταν τεράστιες επιβαρύνσεις σε ανθρώπους που πολλές φορές πωλούν όχι για να αποκομίσουν κάποιο κέρδος, αλλά για να καλύψουν άλλες υποχρεώσεις τους, όπως χρέη προς την εφορία ή προς τις τράπεζες. Για τα ακίνητα που δεν προκύπτει η τιμή κτήσης, η τιμή πώλησης αποπληθωρίζεται με βάση τον δείκτη τιμών κατοικιών των ετών που διακρατήθηκαν και ο οποίος δημοσιεύεται από την ΤτΕ.

H εκκρεμότητα αυτή του φόρου υπεραξίας κινδυνεύει να περιορίσει ακόμη περισσότερο τις ούτως ή άλλως λιγοστές συναλλαγές στην αγορά ακινήτων έως ότου ρυθμιστεί το ζήτημα, είτε με κάποια νέα παράταση είτε με την έναρξη ισχύος του φόρου από το νέο έτος.

Σε κάθε περίπτωση, επαγγελματίες της αγοράς ζητούν να δοθεί το συντομότερο δυνατό λύση στο ζήτημα, ώστε να μην δημιουργούνται συνθήκες «ομηρείας» στην αγορά, κάτι άλλωστε που εν πολλοίς ήδη ισχύει, καθώς εκκρεμεί και η νέα αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, αλλά και η αντικατάσταση του ΕΝΦΙΑ από ένα νέο φόρο, ανάλογο του φόρου ακίνητης περιουσίας που ίσχυε πριν από την εισαγωγή του ειδικού τέλους επί των ηλεκτροδοτούμενων ακινήτων, που εν συνεχεία μετατράπηκε στον σημερινό ΕΝΦΙΑ.

Δημοσιεύθηκε την
Κατηγοριοποιημένα ως Οικονομία