Από την 21η Αυγούστου οι Ευρωπαίοι εταίροι παύουν να περιβάλλουν την Ελλάδα με την …αλληλεγγύη τους και τα χαμηλότοκα δάνεια τους. Από το 2010 μέχρι το 2018 διέθεσαν για τηδιάσωση της 278 δισ. € και άλλα δεν σκοπεύουν να της διαθέσουν.
Του Μάξιμου Σενετάκη*
Της άφησαν και ένα μαξιλάρι ασφαλείας, περί τα 15 δισ. για να πορευτεί με τον Αλέξη Τσίπραμέχρι τις εκλογές και για την ώρα ξεμπέρδεψαν με τον ελληνικό πονοκέφαλο. Πλέον έχουν να ασχοληθούν με άλλα σοβαρότερα θέματα που κλονίζουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Κριτής οι αγορές
Κάπως έτσι και με το ανάλογο κατευόδιο των Ευρωπαίων αξιωματούχων, η Ελλάδα εγκαταλείπεται στο έλεος των αγορών. Πλέον, οι …σκληροί καπιταλιστές θα κρίνουν αν ελληνική οικονομία πληροί τα κριτήρια δανεισμού. Στις αγορές αναπόκειται ουσιαστικά και η αυστηρή εποπτεία για την τήρηση των συμφωνηθέντων του τρίτου, αχρείαστου, μνημονίου Τσίπρα – Καμμένου. Μια λάθος κίνηση, μια παρεκτροπή, μια …μονομερής ενέργεια και τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων – ένας δείκτης που αποτυπώνει την πιστοληπτική δυνατότητα μιας χώρας – θα εκτοξεύονται.
Χαρακτηριστικό της ελληνικής αδυναμίας να βγει στις αγορές είναι πως την πανηγυρική ημέρα ολοκλήρωσης του προγράμματος, το Ελληνικό Χρηματιστήριο δεν τσίμπησε. Η ελληνική αγορά βολοδέρνει εκεί γύρω στις 700 μονάδες με ασθενικούς τζίρους. Όσο δε, για τις ξένες αγορές, τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα διαμορφώθηκαν στο 4,27%. Μέχρι το ελάχιστο 3,5% (το μάξιμουμ για να βγει να δανειστεί κάποιος) υπάρχει ακόμα δρόμος…
Ποιος θα σύρει το κάρο της ανάπτυξης;
Αυτόν τον δρόμο καλείται στο εξής να περιδιαβεί η Ελλάδα, με τον κ. Τσίπρα στο τιμόνι της. Θα τα καταφέρει; Αμφίβολο. Μετά από οκτώ μνημονιακά χρόνια η Ελλάδα είναι μια χώρα πληγωμένη. Με κλονισμένο τον παραγωγικό της ιστό. Με υψηλή ανεργία. Με την υπερφορολόγηση να στραγγαλίζει κάθε οικονομική δραστηριότητα. Με τη γραφειοκρατία να ζει και βασιλεύει. Με τις δικαστικές αρχές να καθυστερούν την απονομή δικαιοσύνη έως τα όρια της αρνησιδικίας. Με το ικανότερο κομμάτι του παραγωγικού της δυναμικού να προσφέρει την προστιθέμενη αξία του σε άλλες οικονομίες.
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς. Ποιος θα σύρει το κάρο της ανάπτυξης; Σε ποιο επενδυτικό περιβάλλον θα επενδυθούν 100 και πλέον δισ. για να πάρει μπρος η οικονομία; Χωρίς επενδύσεις (ξένες και εγχώριες) πως θα ενεργοποιηθεί το “ελατήριο” της οικονομίας; Για να δημιουργεί νέος πλούτος και να προκύψουν τα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% έως το 2022; Με ποιες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις θα ολοκληρωθούν οι καθοριστικές μεταρρυθμίσεις που απέμειναν; Αυτές οι μεταρρυθμίσεις που δεν διασφαλίζουν απλά τη σταθεροποίηση της οικονομίας. Αλλά που εμπεδώνουν ένα αίσθημα εμπιστοσύνης της οικονομίας στις αγορές. Μεταρρυθμίσεις που εντέλει βελτιώνουν το επενδυτικό κλίμα και προάγουν το επιχειρείν.
Δυστυχώς, μετά από οκτώ χρόνια βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής, το κομμάτι εκείνο του πολιτικού συστήματος που διαχρονικά αντιδρούσε σε κάθε απόπειρα εκσυγχρονισμού της χώρας, παραμένει ενεργό. Και σχετικά βολεμένο εξακολουθεί να αποκρύπτει την αλήθεια. Να επιτείνει την σύγχυση. Να καλλιεργεί μύθους για δήθεν επέλαση του απάνθρωπου νεοφιλελευθερισμού που θα σαρώσει κοινωνικά και εργατικά δικαιώματα.
Αμετανόητος από την Ιθάκη
Και ο Πρωθυπουργός παραμένει εκεί. “Προστάτης” αυτού του κομματιού. Τιμονιέρης. Το διάγγελμα του από την Ιθάκη ήταν το αποκορύφωμα του πολιτικού αμοραλισμού. Την ώρα, υποτίθεται, που θα πανηγυρίζαμε την εθνική επιτυχία του τέλους των Μνημονίων, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να λειτουργήσει ως κυνικός κομματάρχης. Όχι ως εθνικός ηγέτης. Ήταν και πάλι διχαστικός. Επιτέθηκε και πάλι στους πολιτικούς αντιπάλους και στα ΜΜΕ. Απείλησε με διωγμούς. Υπέδειξε στη Δικαιοσύνη να κάνει “ανεξάρτητη” το έργο της. Το κυριότερο εξακολούθησε να δαιμονοποιεί τα μνημόνια. Αλλα φεύ! Τα μνημόνια των άλλων. Όχι το δικό του!
Όμως, όσο και αν ο κ. Τσίπρας παραμένει αμετανόητος, η αλήθεια πλέον αρχίζει να αποκαλύπτεται στους πολίτες. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι πολίτες διαισθάνονται πως τα Μνημόνια ήταν η λύση του ελληνικού προβλήματος. Δεν ήταν τα μνημόνια που δημιούργησαν το πρόβλημα. Το διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας υπήρχε. Βοηθούσης της διεθνούς κρίσης του 2008 και της ανετοιμότητας των ευρωπαϊκών θεσμών να τη διαχειριστούν, το επιδείνωσαν. Έτσι η κρίση έφερε τα Μνημόνια. Και όχι τα Μνημόνια την κρίση.
Το κόστος από το Μνημόνιο Αντιμνημόνιο
Οι Ευρωπαίοι έχοντας συμφέροντα στην Ελλάδα, ως κράτους-μέλους της Ευρωζώνης έσπευσαν αναγκαστικά σε βοήθεια. Η συμφωνία ήταν απλή. Εμείς θα κάναμε μεταρρυθμίσεις. Εκείνοι θα έδιναν χρήματα με δόσεις. Προφανώς, ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση για άλλους. Προφανώς και έγιναν λάθη από την πλευρά τους. Με παρονομαστές και εσφαλμένα μείγματα πολιτικής. Όμως, η Ελλάδα θα ξεπερνούσε πιο γρήγορα και σίγουρα πιο ανώδυνα για τους πολίτες τη δύσκολη κατάσταση, αν δεν υπήρχε ο πρωτοφανής διαχωρισμός σε “μνημονιακούς” και “αντιμνημονιακούς”. Μόνο στην Ελλάδα συνέβη αυτός ο διαχωρισμός. Ούτε στην Ιρλανδία. Ούτε στην Πορτογαλία. Ούτε στην Κύπρο. Σε αυτές τις χώρες οι πολιτικές δυνάμεις είχαν το αίσθημα ευθύνης να συναινέσουν στη λύση και να ξεπεράσουν το πρόβλημα.
Εδώ είχαμε τον ΣΥΡΙΖΑ και τις λοιπές αντιμνημονιακές δυνάμεις να λοιδορούν, να απειλούν, να εκβιάζουν, να ψεύδονται. Οι πρόνοιες του Συντάγματος επέτρεψαν στην Πλατεία να μπει τελικά στη Βουλή. Και όλη η προσπάθεια που φαινόταν να ολοκληρώνεται επιτυχώς με τον ιστορικό συμβιβασμό ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, να πηγαίνει στις καλένδες.
Το κόστος του αχρείαστου τρίτου Μνημονίου
Αρκεί μόνον να θυμηθούμε. Το 2014 το ΔΝΤ υπολόγιζε το χρέος για το 2022 στο 110% χωρίς πρόσθετη βοήθεια ή κούρεμα. Σήμερα το ΔΝΤ υπολογίζει το χρέος στο 169% για το 2032 κι ενώ ήδη έχει υπάρξει πρόσθετη βοήθεια. Τότε το ΔΝΤ προέβλεπε ανάπτυξη 2% κατά μέσο όρο. Σήμερα μόλις 1%. Τότε οι δανειστές δεν ζητούσαν μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού και μείωση των συντάξεων. Με τις περικοπές των 3,9 δισ. του πρώτου μνημονίου και των 4,7 δισ. του δεύτερου, ζητούσαν απλώς, στο περιβόητο email Χαρδούβελη να μην υπάρξουν αυξήσεις μέχρι το 2018.
Η περήφανη διαπράγματευση Τσίπρα – Βαρουφάκη το πρώτο εξάμηνο του 2015, άλλαξε τα πάντα. Χρέωσε τη χώρα επιπλέον 86 δισ. (σύμφωνα με τον μετριοπαθή υπολογισμό της Τράπεζας της Ελλάδας) ή με 200 δισ. (σύμφωνα με τον επικεφαλής του ESM Κλάους
Ρέγκλινγκ) και ανάγκασε τους δανειστές να απαιτήσουν επιπλέον περικοπές των συντάξεων 10 δισ.
Για την ζημιά που έκανε στη χώρα ο κ. Τσίπρας δεν έκανε την παραμικρή αυτοκριτική. Στο διάγγελμα του κατηγόρησε και πάλι μόνο τους προηγούμενους. Λες κι ο χρόνος σταμάτησε το 2015. Λες και δεν κυβερνά ήδη τρισήμισυ χρόνια. Και όχι μόνο αυτό. Απαξίωσε και πάλι τα τρισκατάρατα Μνημόνια. Λες και ο ίδιος δεν υπέγραψε το τρίτο και αχρείαστο.
Η πλάνη με την καθαρή έξοδο
Γιατί απαξιώνει τα Μνημόνια; Γιατί επιμένει στη δήθεν καθαρή έξοδο; Γιατί μιλά δήθεν για ανάκτηση εθνικής κυριαρχίας;
Μα για να πείσει ότι διαθέτει την ευελιξία, ώστε να μην θίξει το πελατειακό κράτος, από το οποίο νομίζει ότι αντλεί την πολιτική του δύναμη. Για να πείσει ότι δεν είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις που απέμειναν και επιβάλλεται να γίνουν για να προσελκυστούν επενδύσεις. Παραγωγικές επενδύσεις. Όχι αρπακτές των κερδοσκοπικών funds. Για να πείσει ότι μπορεί να κάνει παροχές. Ή τουλάχιστον να υποσχεθεί και πάλι λαγούς με πετραχήλια. Για να μπορεί να κάνει προεκλογική πολιτική παροχών. Για να κοροϊδέψει τους συνταξιούχους ότι δήθεν θα αντισταθεί και μονομερώς δεν θα εφαρμόσει τις περικοπές που ο ίδιος υπέγραψε. Για να ξαναστήσει ένα “αντί” μέτωπο. Και να αναζωπυρώσει την δοκιμασμένη τακτική της πόλωσης και το διχασμού.
Δυστυχώς όμως για τον κ. Τσίπρα οι πολίτες καταλαβαίνουν την παγίδα που για άλλη μια φορά επιχειρεί να στήσει για να υφαρπάξει την ψήφο τους. Αυτή τη φορά οι πολίτες δεν θα εμπλακούν σε διχαστικά διλλήμματα. Θα αναζητήσουν υπεύθυνες προτάσεις από υπεύθυνες πολιτικές ηγεσίες. Στη ζούγκλα των αγορών και στο ασταθές διεθνές περιβάλλον που διαμορφώνεται, δεν υπάρχει η πολυτέλεια για τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα. Ούτε και χώρος για λαϊκιστές πολιτικούς που μόνο να πολώνουν και να διχάζουν γνωρίζουν.
Έστω και με το μεγάλο κόστος που προκάλεσε η πρώτη φορά Αριστερά, οι συνθήκες ωρίμασαν για να επικρατήσει επιτέλους στην Ελλάδα η κοινή λογική. Η χώρα έχει πλέον την ευκαιρία να γίνει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος που θα αξιοποιεί την ιστορία της, τη γεωγραφία, τον πλούτο της και το εξαιρετικό ανθρώπινο κεφάλαιο της. Μόνη προϋπόθεση για να συμβεί αυτό, είναι η πολιτική απομόνωση της πολιτικής αντίληψης που πρεσβεύουν πολιτικοί όπως ο κ. Τσίπρας. Στην επόμενη μέρα της νέας Ελλάδας ο κ. Τσίπρας και οι όμοιοι του δεν έχουν θέση.
* Ο Μάξιμος Σενετάκης είναι πρώην Βουλευτής ΝΔ Ηρακλείου, ειδικός σύμβουλος του προέδρου της ΝΔ για θέματα ανάπτυξης Κρήτης