Ανέξοδα, χωρίς να καταβάλουν το 20% του οφειλόμενου φόρου, θα μπορούν εφεξής να δικάζουν στα διοικητικά δικαστήρια τις φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις πτωχευμένων εταιρειών οι σύνδικοι πτώχευσης, ενώ παράλληλα θα μπορούν να ζητήσουν και τη χορήγηση του ευεργετήματος πενίας, προκειμένου να μην καταβληθούν τα προβλεπόμενα αναλικά παράβολα.
Σε απόφασή τους (2096/2018), όπως τη δημοσιεύει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, οι σύμβουλοι Επικρατείας του Β΄ τμήματος επισημαίνουν ότι η διάταξη του άρθρου 93 παράγραφος 3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η οποία προβλέπει ότι επί φορολογικών και τελωνειακών γενικά διαφορών ο προσφεύγων στα διοικητικά δικαστήρια οφείλει, «με ποινή απαραδέκτου της εφέσεως, να καταβάλει μέχρι την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου ποσό 20% του οφειλομένου κυρίου φόρου, δασμού ή τέλους, γενικά δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που την έφεση ασκεί σύνδικος πτώχευσης, αναφορικά με φορολογική ενοχή του πτωχού».
Παράλληλα, σχετικά με την προβλεπόμενη από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας υποχρέωση καταβολής αναλογικού παραβόλου ως προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής και της έφεσης, οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν ότι μπορεί ο σύνδικος να ζητήσει από το δικαστήριο τη χορήγηση του ευεργετήματος της πενίας, σύμφωνα με το άρθρο 276 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ευεργέτημα της πενίας παρέχεται σε όσους αποδεδειγμένα δεν μπορούν να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα και τα παράβολα.
Παράλληλα, το ευεργέτημα της πενίας μπορεί να δοθεί και σε νομικά πρόσωπα, σε ομάδες προσώπων που είναι διάδικοι, σε ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες εταιρείες, καθώς και σε συνεταιρισμούς, εφόσον η καταβολή των δικαστικών κ.λπ. εξόδων δεν μπορεί να γίνει ούτε από το ταμείο τους ούτε από τα μέλη, χωρίς να περιοριστούν τα απαραίτητα μέσα για τη διατροφή των ιδίων και της οικογένειάς τους.
Μέσω του ευεργετήματος της πενίας οι πτωχευμένες εταιρείες μπορούν να αντιπαρέλθουν την καταβολή αναλογικού παραβόλου προκειμένου να καταθέσουν στα διοικητικά δικαστήρια προσφυγές, εφέσεις κ.ά.