Εκτόξευση της κατανάλωσης φυσικού αερίου για το 2017 φέρνει η ενεργειακή κρίση του χειμώνα, ενώ για τα επόμενα χρόνια η σταδιακή μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη σε συνδυασμό με τα έργα επέκτασης της διείσδυσης του φυσικού αερίου σε μεγάλες πόλεις ανά την επικράτεια οδηγούν σε περαιτέρω αύξηση της ζήτησης αερίου.
Τα «σενάρια» του ΔΕΣΦΑ για τη ζήτηση αναπτύσσονται, ενώ είναι σε εξέλιξη η διαδικασία για την πώληση του 66% των μετοχών της εταιρίας (35% από τα Ελληνικά Πετρέλαια και 31% από το ΤΑΙΠΕΔ). Η προθεσμία εκδήλωσης ενδιαφέροντος λήγει αύριο Δευτέρα 7 Αυγούστου και όπως σημείωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης κατά την επίσκεψή του στο Διαχειριστή την περασμένη εβδομάδα, προϋποθέσεις για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας είναι ο σεβασμός του ανταγωνιστικού χαρακτήρα της από όλους τους εμπλεκόμενους, η διασφάλιση δίκαιου τιμήματος (βάση εκκίνησης όπως είπε είναι το αποτέλεσμα του προηγούμενου διαγωνισμού, δηλαδή 400 εκατ. ευρώ) και η διατήρηση της δημόσιας παρουσίας στην εταιρεία, αναφέρει το protothema.
Σύμφωνα με την τελευταία (Ιούνιος 2017) μελέτη ανάπτυξης του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου για την περίοδο 2018 – 2017, η κατανάλωση φυσικού αερίου κατά τη φετινή χρονιά προβλέπεται να φθάσει στα 4,1 δισ. κυβικά μέτρα, μέγεθος που είναι αυξημένο κατά 25% σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση που περιελάμβανε η αντίστοιχη μελέτη του ΔΕΣΦΑ για την περίοδο 2017 – 2026.
Κύρια αιτία της εντυπωσιακής προς τα πάνω αναθεώρησης είναι η ενεργειακή κρίση του περασμένου χειμώνα που οδήγησε σε αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή (σημειώνεται ότι οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές φυσικού αερίου). Σημειώνεται ακόμη ότι στην εκτίμηση αυτή δεν έχει ληφθεί υπόψη η πιθανή επίπτωση από την κατολίσθηση στο ορυχείο του Αμυνταίου. Σύμφωνα με τον ΔΕΣΦΑ «σε περίπτωση που δεν ενταχθούν σε λειτουργία οι μονάδες Αμυνταίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα 2017 – 2018, η επίπτωση στην κατανάλωση φ.α. θα είναι σημαντική, δηλαδή περίπου 0,21 δισ. κυβικά μέτρα πρόσθετη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδες φ.α. Αντίστοιχη θα είναι η επίπτωση και για το χειμώνα 2018 – 2019, αλλά μικρότερη αναμένεται για το χειμώνα 2019 – 2020 (λόγω τελικής απόσυρσης των μονάδων τον Ιανουάριο 2020 σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα δεδομένα)».
Δεδομένου ότι η επανάληψη της ενεργειακής κρίσης θεωρείται απίθανη, για το 2018 προβλέπεται σχετική υποχώρηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου στα 3,7 δισ. κυβικά μέτρα. Ωστόσο οι φετινές προβλέψεις του ΔΕΣΦΑ για τις καταναλώσεις των επόμενων ετών είναι αυξημένες σε σχέση με τις περυσινές εκτιμήσεις.
Μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι η ζήτηση φυσικού αερίου θα επανέλθει το 2022 στο ιστορικό μέγιστο (4,5 δισ. κυβικά μέτρα, που καταγράφηκε το 2011). Κύριες αιτίες της αύξησης εκτός από την επέκταση της ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο (λόγω του σταδιακού περιορισμού του λιγνίτη, των διασυνδέσεων νησιών κ.α.) είναι η αύξηση της βιομηχανικής και αστικής χρήσης (η τελευταία προβλέπεται να διπλασιαστεί στη δεκαετία 2018 – 2027) στις περιοχές με δίκτυα διανομής, δηλαδή σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία όπως και η ανάπτυξη νέων αγορών με την τεχνολογία των μικρών εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Εφέτος θα ξεκινήσει η κατασκευή σταθμού φόρτωσης βυτιοφόρων με υγροποιημένο αέριο, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2019. Παράλληλα, στο βόρειο ανατολικό τμήμα της Ρεβυθούσας προβλέπεται να κατασκευαστεί νέα προβλήτα για φόρτωση πλοίων μεταφοράς ΥΦΑ μικρού μεγέθους, χωρητικότητας 1.000m3 ως 20.000m3. Τα μικρότερα από αυτά θα ανεφοδιάζουν πλοία, είτε της ακτοπλοΐας είτε της ποντοπόρου ναυτιλίας, στο λιμάνι του Πειραιά ενώ τα μεγαλύτερα θα τροφοδοτούν δορυφορικούς σταθμούς αποθήκευσης και διανομής σε άλλα λιμάνια της Ελλάδας ή του εξωτερικού.