Νέες ανατροπές για εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων φέρνει η… υποχρεωτική αλλαγή στη φορολογία. Οι αλλαγές στις αντικειμενικές αξίες θα συμπαρασύρουν και τον ΕΝΦΙΑ ενώ η αναβολή του φόρου υπεραξίας ουσιαστικά βοηθά την κτηματαγορά ώστε να μην επιβαρυνθεί με έναν ακόμη αβάσταχτο φόρο.
Τα σενάρια για το νέο καθεστώς φορολόγησης ακινήτων δίνουν και παίρνουν, ένα όμως παραμένει σταθερό: Το τελικό ποσό των εσόδων από φόρους στα ακίνητα που θα εισπράξει το κράτος. Θα είναι το ίδιο με φέτος, δηλαδή περί τα 2,65 δισ. ευρώ, ακόμη κι αν μειωθούν οι αντικειμενικές αξίες.
Η νέα υφυπουργός Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου, θα πρέπει να λάβει δύσκολες αποφάσεις μέχρι το τέλος του έτους καθώς τα δικαστήρια επισπεύδουν τις όποιες αλλαγές στις αντικειμενικές αξίες.
Υπενθυμίζεται η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που επιβάλλει την “διόρθωση”, ως το τέλος της φετινής χρονιάς, των τιμών ζώνης σε τέσσερις περιοχές κυρίως σε Φιλοθέη και Ψυχικό.
Μια συνολική μείωση των αντικειμενικών αξιών θα οδηγήσει σε υποχρεωτική αλλαγή των συντελεστών και των κλιμακίων με τα οποία υπολογίζεται ο ΕΝΦΙΑ ώστε να μην υπάρξουν μειώσεις και στα έσοδα.
Ο νέος προϋπολογισμός προβλέπει πως οι συνολικές εισπράξεις το 2017 από το φόρο ακινήτων θα διαμορφωθούν στα 3,1 δισ. ευρώ, εισπράξιμα δηλαδή 2,65 δισ. ευρώ από το φόρο του 2017 (με την παραδοχή μέσης εισπραξιμότητας του 80% των βεβαιωμένων φόρων, όπως προκύπτει από την ανάλυση των δυο προηγούμενων ετών) και περίπου 500 εκατ. από καθυστερημένες εξοφλήσεις ΕΝΦΙΑ και φόρων ακινήτων προηγούμενων ετών.
Το δεύτερο δεδομένο είναι πως καίτοι ο σχεδιασμός – και η απόφαση του ΣτΕ – προβλέπουν πως οι αλλαγές πρέπει να συντελεστούν μέσα στον επόμενο μήνα.
Σϋμφωνα με το capital σχεδιάζεται:
– Πλήρης απαλλαγή των φορολογούμενων που σήμερα απαλλάσσονται κατά 50% από τον ΕΝΦΙΑ. Πρόκειται για περίπου 1,2 εκατ. φορολογούμενους με χαμηλό εισόδημα και αξία ακίνητης περιουσίας
– Επέκταση του συμπληρωτικού φόρου και στις εκτός σχεδίου εκτάσεις. Με τα έσοδα που θα εξασφαλιστούν από αυτήν την επέκταση θα χρηματοδοτηθεί η επέκταση της προηγούμενης φοροαπαλλαγής
– Αναθεώρηση κλιμάκων και φορολογικών συντελεστών προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη εισπραξιμότητα του φόρου.