Η μεγαλύτερη, αρχαιότερη και πιο ισχυρή εγκληματική οργάνωση στον κόσμο, έχει ήδη ξεκινήσει την προσαρμογή της στο μετά την πανδημία περιβάλλον
Ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, 41 ετών, έγινε διάσημος με το βιβλίο του «Γόμορρα, ταξίδι στην οικονομική αυτοκρατορία και στο όνειρο για κυριαρχία της Καμόρρα» (Εκδόσεις Πολιτεία).
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Με το που εκδόθηκε το βιβλίο στην Ιταλία, το οργανωμένο έγκλημα της Νάπολη θέλησε να τον «καθαρίσει», όχι τόσο γι’ αυτά που αποκάλυπτε, αλλά για τα όσα καταλάβαινε.
Ο συγγραφέας, που από τότε ζει υπό αυστηρή αστυνομική προστασία, παρουσιάζει την Καμόρρα σαν μια Λερναία Ύδρα, που δεν περιορίζεται στις παράνομες επιχειρήσεις, αλλά διαφεντεύει τις καρδιές των ανθρώπων, μετατρέποντας τη ζωή τους σε κόλαση.
Αποκαλύπτει δε, ποια ακριβώς είναι και η επιχειρηματική ιεραρχία μιας εγκληματικής οργάνωσης, η οποία, όπως ο ίδιος τονίζει σήμερα, αναδιαρθρώνει τις δραστηριότητές της και επωφελείται όσο γίνεται περισσότερο από τη δραματική υγειονομική κρίση, που πλήττει την Ιταλία.
Κατά τον Ρομπέρτο Σαβιάνο, με αφορμή τον κορωνοϊό και την πανδημία που προκάλεσε, η νέα γενιά των Ιταλών μαφιόζων θέλει να απομακρυνθεί από τη διακίνηση ναρκωτικών, την πορνεία και τον κόσμο της νύχτας. Αυτές είναι δραστηριότητες, που σε μεγάλο βαθμό έχουν περιέλθει στις εγκληματικές οργανώσεις της Αλβανίας, Ρωσίας και του ισλαμικού κόσμου.
Τη Μαφία ενδιαφέρουν περισσότερο οι αγορές ακινήτων, τα κοινοτικά προγράμματα, οι εξαγορές επιχειρήσεων και γενικά δραστηριότητες, που μπορούν να νομιμοποιήσουν «βρώμικο χρήμα».
Επίσης, ο ψηφιακός κόσμος ασκεί ιδιαίτερη γοητεία στους νέους Ιταλούς μαφιόζους, οι οποίοι στον τομέα αυτόν φοβούνται μήπως ξεπεραστούν από τις ρωσικές οργανώσεις, που ήδη έχουν προχωρημένη επιρροή και παρουσία στον ηλεκτρονικό κόσμο.
Παράλληλα, οι ανταγωνιστικές προς την Σικελιανή Μαφία οργανώσεις, όπως η ναπολιτάνικη Καμόρα, η Ντραγκέτα κ.α., δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη κυρίως σε παράνομα εργαστήρια φαρμάκων, μέσω των οποίων τροφοδοτούν την Αφρική.
Με τον τρόπο αυτόν, οι ευρωπαϊκές μαφίες ανταγωνίζονται τις κινεζικές εγκληματικές οργανώσεις, οι οποίες, σε συνεργασία με Καμερουνέζους και Νιγηριανούς κακοποιούς, καλύπτουν σήμερα με πλαστά φάρμακα το 50% της αφρικανικής κατανάλωσης φαρμάκων.
Στο παιχνίδι αυτό, ενεργό ρόλο έχουν επίσης οι ουκρανικές και ρωσικές μαφιόζικες οργανώσεις, οι οποίες μεταξύ άλλων έχουν αρκετά παράνομα εργαστήρια στην Τουρκία.
Όσο για τη διακίνηση αυτών των φαρμάκων – μαϊμού, σε μεγάλο βαθμό γίνεται μέσω διαδικτύου με πληρωμές σε κρυπτονομίσματα.
Όπως μας είπε κορυφαίο στέλεχος της Europol, (Ευρωπαϊκή Αστυνομία), το φαινόμενο των διαδικτυακών πωλήσεων φαρμάκων – μαϊμού κατά του κορωνοϊού θα πάρει μεγάλες διαστάσεις, γι’ αυτό η Europol ήδη έχει προετοιμαστεί για νέους τρόπους επέμβασης.
Άνθρωποί της εκτιμούν επίσης ότι θα πληθαίνει και παραπληροφόρηση μέσω διαδικτύου για δήθεν θαυματουργές θεραπείες της Covid – 19, παράλληλα δε, θα ενισχύεται και η μπαρουφολογία κατά των μέτρων lockdown, που εφαρμόζουν οι περισσότερες κυβερνήσεις.
Ακόμα, σε Ιταλία, Βέλγιο, Ελλάδα, Ισπανία, Κροατία και Αυστρία, Σικελοί μαφιόζοι δημιουργούν εταιρίες αγοραπωλησιών ακινήτων και χορήγησης τοκογλυφικών δανείων, σε μεσαίου διαμετρήματος εταιρίες, που παρέχουν υπηρεσίες.
«Στην τρέχουσα συγκυρία, καθώς η Ευρώπη επιχειρεί να ανοικοδομήσει την οικονομία της, η δοκιμασμένη μέθοδος της μαφίας, να διεισδύσει σε νόμιμες επιχειρήσεις, μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επικερδής.
«Ο ιός έχει δείξει ότι δεν έχει σύνορα, και η μαφία έχει δείξει ότι ούτε αυτή έχει», δήλωσε στο Politico ο Τζιουζέπε Γκοβερνάλε, επικεφαλής του «ιταλικού FBI», που μάχεται κατά του οργανωμένου εγκλήματος. «Είναι σαν το νερό, πηγαίνει όπου υπάρχει κενό», πρόσθεσε.
Και είναι γνωστό από την άποψη αυτή ότι η μαφία διαθέτει μια συγκεκριμένη και καλά επεξεργασμένη μέθοδο για να επωφελείται από στιγμές κρίσης.
Το οργανωμένο έγκλημα στην Ιταλία, ειδικά η Ντραγκέτα, που ελέγχει μεγάλο μέρος από το εμπόριο ναρκωτικών στην Ευρώπη, επιδιώκει να προσφέρει ρευστότητα σε επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν προβλήματα, με αντάλλαγμα μετοχές, υποστήριξε στο Politico ο Μαουρίτσιο Ντε Λουτσία, εισαγγελέας στη Μεσίνα.
«Η μαφία προσφέρει ένα δάνειο σε έναν επιχειρηματία, που χρειάζεται χρήματα. Αυτός ξέρει με ποιον έχει να κάνει, αλλά πιστεύει ότι μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση. Κάνει λάθος», τόνισε ο ίδιος, περιγράφοντας τη λεγόμενη «μέθοδο».
Στη συνέχεια η μαφία ζητάει από τον ιδιοκτήτη της επιχείρησης να προσλάβει
κάποιον, μια χάρη που δύσκολα μπορεί να την αρνηθεί ο ιδιοκτήτης. «Το πρόσωπο αυτό αρχίζει τότε να δίνει εντολές, αλλάζοντας τα προϊόντα ή κανονίζοντας μια ανακαίνιση. Ο ιδιοκτήτης διαμαρτύρεται, λέγοντας πως η εταιρεία είναι δική του. Αλλά τότε του λένε “όχι πια”».
Με τη «μέθοδο» αυτή, ο ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης, ακόμα και με το ζόρι, αν χρειαστεί, μετατρέπεται σε αχυράνθρωπο της μαφίας, η οποία εκμεταλλεύεται τη σχέση του με τις τράπεζες και τα λογιστικά του βιβλία. Η ιταλική αστυνομία έχει προειδοποιήσει τις δυνάμεις της, να περιμένουν επιθετικές κινήσεις σε επιχειρήσεις στον τομέα των γεωργικών τροφίμων, της υγείας, των προμηθειών υγειονομικού υλικού, των ξενοδοχείων και της εστίασης, που τώρα υπάρχουν ευκαιρίες.
Όπως μας δήλωσε στέλεχος της Europol, στη σημερινή φάση της κρίσης, η Μαφία αγοράζει κοψοχρονιά ακίνητα στην πλούσια Λομβαρδία και ψάχνει για ευκαιρίες στη Γερμανία, το Βέλγιο, στην Ισπανία και στην Ελλάδα.
Για την ιστορία σημειώνουμε ότι η Μαφία έχει ταχθεί υπέρ της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, ενώ η Νότια Ιταλία συμμετέχει ενεργά στην αξιοποίηση πόρων από κοινοτικά προγράμματα. Είναι δε ένας από τους πιο δυνατούς αντιπάλους του Ισλάμ. Για ευνόητος λόγους εννοείται.